Κυριακή 27 Ιούνη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εντείνονται οι απειλές για αύξηση των επιτοκίων

Και οι πιο απαισιόδοξοι δε θα μπορούσαν να σκεφτούν, ότι οι χώρες της ζώνης του ΕΥΡΩ, έξι μήνες μετά την επίσημη, με πολλές τυμπανοκρουσίες καθιέρωσή του, θα παρουσίαζαν τη σημερινή ζοφερή εικόνα.

Η στασιμότητα και η ύφεση της οικονομίας συνεχίζει να βασανίζει τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, με πρώτη και κύρια τη Γερμανία, την αποκαλούμενη και ατμομηχανή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Τους τελευταίους μήνες το δημόσιο χρέος των ευρωπαϊκών χωρών βρίσκεται σε συνεχή κατάσταση πίεσης. Οι αγορές των ομολόγων, οι οποίες αποτυπώνουν τη δυναμική εξέλιξης του δημοσίου χρέους των κρατών - μελών, βρίσκονται σε συνεχή αναταραχή, καθώς είναι έκδηλη η τάση της αύξησης των επιτοκίων των κρατικών τίτλων. Εξέλιξη η οποία, αν συνεχιστεί και προσλάβει μονιμότερα χαρακτηριστικά, θα απειλήσει σοβαρά τα αποτελέσματα της λεγόμενης δημοσιονομικής εξυγίανσης, της μείωσης δηλαδή των δημοσιονομικών ελλειμμάτων μέσω των προγραμμάτων λιτότητας, καθώς το ύψος των τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό κομμάτι στις δαπάνες των κρατικών προϋπολογισμών.

Το ίδιο το ΕΥΡΩ, με την ιδιότητα του νομίσματος - εκπροσώπου των πιο δυναμικών ευρωπαϊκών οικονομιών, έχει χάσει πολύ από την αρχική του λάμψη. Από την αρχή του χρόνου, έχει υποχωρήσει κατά 12% ως προς το ανταγωνιστικό δολάριο. Από 1,16 δολάρια / ΕΥΡΩ που καθορίστηκε η αρχική ισοτιμία, αυτή έχει υποχωρήσει σήμερα στα 1,03 δολάρια.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθαν οι προ εβδομάδας δηλώσεις Πρόντι - με όλο του βάρος που του δίνει η ιδιότητα του επόμενου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - σύμφωνα με τις οποίες είτε η Ιταλία θα μειώσει τον πληθωρισμό, είτε θα τεθεί εκτός ζώνης του ΕΥΡΩ... Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν αναταράξεις, πρώτα και κύρια στην Ιταλία, όπου εκδηλώθηκαν πιέσεις στη λιρέτα, και στα κρατικά ομόλογα της χώρας αυτής, αλλά και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές, τις οποίες, φαινομενικά τουλάχιστον, οι απειλές Πρόντι δεν τις αφορούσαν. Είναι η πρώτη ίσως φορά που κοινοτικός αξιωματούχος - ο πρώτος μάλιστα τη τάξει - διατυπώνει την άποψη ότι η θέση μίας χώρας, η οποία πέτυχε τα κριτήρια "σύγκλισης" και εντάχθηκε στην περιβόητη νομισματική ζώνη, δεν είναι εσαεί διασφαλισμένη και ότι μπορεί να βρεθεί εκτός ζώνης. Μπορεί να φανταστεί κανείς τα συναισθήματα των εκπροσώπων της ελληνικής κυβέρνησης, μετά τις δηλώσεις Πρόντι... Αν τέτοιες απειλές εκτοξεύονται κατά μίας χώρας με το ειδικό βάρος που έχει η Ιταλία στο γενικότερο πλέγμα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, χώρες όπως η Ελλάδα, που το ειδικό της βάρος είναι αμελητέο, τι τύχη μπορούν να έχουν;

Το μέλλον της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης

Πίσω βέβαια από τις αναταράξεις στις ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων, την υποχώρηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ΕΥΡΩ, έναντι του δολαρίου, την απραξία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να στηρίξει το νόμισμά της και τις απειλές για εξορία της Ιταλίας από τη νομισματική ζώνη, υποκρύπτεται το εναγώνιο πολιτικό ερώτημα, αν η νομισματική και οικονομική ένωση έχει μέλλον. Αν ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός θα μπορέσει να ξεπεράσει τις εθνικές - κρατικές αντιθέσεις και μετεξελιχθεί σε μηχανισμό οργάνωσης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, σε νέα υπερεθνική βάση, με όρια δράσης εντός και εκτός ζώνης.

Και στο παρελθόν, τη δεκαετία του '70, οι καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης είχαν επιχειρήσει τη δημιουργία νομισματικής ένωσης, το περίφημο "νομισματικό φίδι", αλλά το εγχείρημα αυτό έληξε άδοξα. Οι ίδιες οι καπιταλιστικές αντιθέσεις, τα διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας κάθε καπιταλιστικής οικονομίας, υπονόμευσαν τα φιλόδοξα σχέδια για τη δημιουργία ενιαίας νομισματικής ζώνης. Το σημερινό εγχείρημα βέβαια στηρίζεται σε μία μεγαλύτερη προετοιμασία, καθώς προηγήθηκε η δεκαετία των τριών σταδίων. Στο α στάδιο που ολοκληρώθηκε την 1/1/92 καταργήθηκαν τα τελωνειακά σύνορα, στο β στάδιο, από 1/1/93 μέχρι 31/12/97 έχουμε εφαρμογή των προγραμμάτων "σύγκλισης" και στο γ στάδιο από 1/1/99 τη λειτουργία της ευρωενωσιακής ζώνης των 11 χωρών. Ολο το επίτευγμα στηρίχτηκε σε μία πρωτοφανή επίθεση κατά των εργασιακών δικαιωμάτων των ευρωπαϊκών λαών, σε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων των κερδοφόρων περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, ενώ εντυπωσιακή είναι η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου που συντελέστηκε μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων, ειδικά στους κλάδους των νέων τεχνολογιών. Ομως το ερώτημα παραμένει. Ολες αυτές οι εξελίξεις είναι ικανές να διατηρήσουν τη βιωσιμότητα της ιμπεριαλιστικής Ευρωπαϊκής Ενωσης; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα εξαρτηθεί από την επενέργεια δύο βασικών παραμέτρων. α) Από το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν οι αγώνες των Ευρωπαίων εργαζομένων φτάσουν μέχρι το σημείο της αμφισβήτησης της ΟΝΕ, τότε θα είναι ένας σοβαρότατος ανασχετικός παράγοντας στις διαδικασίες της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. β) Από το ξεπέρασμα ή μη των καπιταλιστικών αντιθέσεων. Ο καπιταλισμός και μέσα στη ζώνη του ΕΥΡΩ συνεχίζει να αναπτύσσεται ανισόμετρα. Αυτό αποδεικνύεται από τα διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης που έχουν σήμερα η Γερμανία και η Γαλλία, οι δύο πιο ισχυρές χώρες της ζώνης των 11. Αποδεικνύεται από τα διαφορετικά επίπεδα ανεργίας, από την ένταση της καπιταλιστικής διείσδυσης στον αγροτικό τομέα (πιο προωθημένη στις χώρες της Μπενελούξ και πιο καθυστερημένη στη Γαλλία, τη Νότια Ιταλία, την Ελλάδα κλπ.), από τις διαφορετικές αποδόσεις των ομολόγων, οι οποίες υποδηλώνουν τα διαφορετικά επίπεδα "αξιοπιστίας" και αξιολόγησης κάθε χώρας από τις "αγορές", όταν οι πρώτες προσφεύγουν σε δανεισμό.

Προς άνοδο των επιτοκίων;

Σοβαρές εξελίξεις αναμένεται να υπάρξουν το επόμενο διάστημα με αφορμή την επικείμενη πρόθεση της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (η κίνηση αναμένεται να γίνει τις αμέσως επόμενες μέρες) να αυξήσει τα βασικά επιτόκια παρέμβασης στις χρηματαγορές, κατά 0,25.Η αύξηση των επιτοκίων είναι η απάντηση των αμερικανικών νομισματικών αρχών, στην απειλούμενη άνοδο των πληθωριστικών πιέσεων στην αμερικανική οικονομία, η οποία τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Και στις περιπτώσεις αυτές η αύξηση του κόστους του χρήματος λειτουργεί πυροσβεστικά στις τάσεις οικονομικής μεγέθυνσης.

Μία όμως τέτοια κίνηση των αμερικανικών νομισματικών αρχών βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με τις αναγκαιότητες της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία πλήττεται από παρατεταμένη ύφεση. Αντίθετα με την Αμερική, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε το προηγούμενο διάστημα σε μείωση των επιτοκίων κατά 0,50, με στόχο την αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας. Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο νομισματικό πόλεμο σαν αυτούς που κατά καιρούς ξεσπούν ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ή μήπως οι κινήσεις των Αμερικανών υπαγορεύονται από καθαρά "εσωτερικές" αναγκαιότητες; Μικρή σημασία έχει αν συμβαίνει το ένα ή το άλλο. Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι η αναμενόμενη άνοδος των αμερικανικών επιτοκίων έχει κάνει άνω - κάτω τις αγορές των ευρωπαϊκών ομολόγων, τα επιτόκια των οποίων αυξάνουν σε ανεπιθύμητα επίπεδα, ενώ τα διεθνή κερδοσκοπικά κεφάλαια δείχνουν τάσεις εγκατάλειψης του ΕΥΡΩ και αναζήτησης καταφυγίου στο δολάριο, το οποίο δείχνει σήμερα κυρίαρχο στον καθορισμό των όρων του παιχνιδιού. Μια τάση, η οποία θα ενισχυθεί ακόμα περισοότερο, αν τα αμερικανικά επιτόκια αυξηθούν. Αναμένεται τότε μαζική μετανάστευση των περιπλανώμενων κερδοσκοπικών κεφαλαίων προς το δολάριο και τα αμερικανικά ομόλογα και εκδήλωση ισχυρών πιέσεων προς τα ευρωπαϊκά νομίσματα και τα κρατικά ομόλογα. Σε μία τέτοια προοπτική, τι μπορούν να κάνουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις από το να ακολουθήσουν και αυτές τους Αμερικανούς και να αυξήσουν τα επιτόκιά τους; Στην περίπτωση όμως αυτή γίνεται επιλογή συνέχισης της οικονομικής ύφεσης και διατήρησης της ανεργίας στα σημερινά υψηλά επίπεδα. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα δηλαδή.

Διατυπώνεται μάλιστα η γενικότερη άποψη ότι στις ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες μετά από μία μακροχρόνια περίοδο πολύ χαμηλών επιτοκίων (για την Ευρώπη και την Αμερική) και μηδενικών ή και αρνητικών (;) (για την Ιαπωνία), γίνεται εμφανής η τάση της ανόδου των επιτοκίων για το επόμενο διάστημα. Ομως η εξέλιξη αυτή αντιβαίνει με μία από τις θεμελιώδεις αρχές της Συνθήκης του Μάαστριχτ για διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα, τα οποία κρίνονται αναγκαία για την ομογενοποίηση των ευρωπαϊκών οικονομιών.

Οι οικονομικοί νόμοι όμως είναι πολύ πιο ισχυροί από οποιεσδήποτε πολιτικές αποφάσεις. Και αυτό αναμένεται να επιβεβαιωθεί στο προσεχές διάστημα.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ