Αναδρομική έκθεση έργων του σημαντικού μας καλλιτέχνη Παναγιώτη Τέτση,φιλοξενείται αυτές τις μέρες στην Εθνική Πινακοθήκη.Πρόκειται για μία ξεχωριστή εικαστική παρουσίαση, που μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε την πορεία του ζωγράφου, από τους πρώτους πίνακες που έκανε σε ηλικία 14 χρόνων μέχρι σήμερα. Μία πορεία 50 χρόνων δημιουργικής δουλιάς και έντονης καλλιτεχνικής δραστηριότητας.Η διαδρομή του Π. Τέτση χαρακτηρίζεται από μια συνεχή έρευνα των μέσων της ζωγραφικής έκφρασης. Κατά περιόδους τον έχει απασχολήσει η σύνθεση μιας ποικιλίας θεμάτων, η αντιμετώπιση διαφορετικών υλικών, πέρα από το λάδι, που είναι ο κύριος κορμός της δουλιάς του.
Μαζί με τα γνωστά μνημειώδη έργα του, όπως "Η λαϊκή αγορά",η ενότητα "Τραπέζια",η "Σίφνος",η "Υδρα" κ. ά., η έκθεση περιέχει χαλκογραφίες, ακουαρέλες και παστέλ, δημιουργίες λιγότερο γνωστές, αλλά εξίσου σημαντικές.
Ο Π. Τέτσης γεννήθηκε στην Υδρα το 1925 και το 1940 παίρνει τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής, ενώ την ίδια χρονιά γνωρίζει τους "πραγματικούς του δασκάλους", τον Πικιώνη και τον Χατζηκυριάκο - Γκίκα.Το 1943 σπουδάζει ζωγραφική στο προπαρασκευαστικό τμήμα της "Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών" στην Αθήνα, κοντά στους Δ. Μπισκίνη και Π. Μαθιόπουλο.Ακολουθεί εισαγωγή του στα εργαστήρια της Σχολής, κοντά στον Κ. Παρθένη,απ' όπου αποφοίτησε το 1949. Μέλος της ομάδας Αρμός Α και αργότερα της ομάδας Αρμός Β, το 1951 διορίστηκε επιμελητής στην έδρα του ελεύθερου σχεδίου με καθηγητή τον Χατζηκυριάκο - Γκίκα στην Ανώτατη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ. Από το 1953 έως το 1956, ο Π. Τέτσης εγκαθίσταται στο Παρίσι, με υποτροφία του ΙΚΥ. Εκεί, στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού διδάσκεται την τέχνη της χαλκογραφίας. Από το 1958 έως το 1976 διδάσκει στο Ελεύθερο Σπουδαστήριο Καλών Τεχνών (γνωστή αργότερα ως "Σχολή Βακαλό"), ενώ παράλληλα (έως το 1962) διδάσκει ελεύθερο σχέδιο στη "Σχολή Σχεδιαστών του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου".
Το 1958 το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Ενωσης Κριτικών Τέχνης τον εκλέγει μεταξύ Ελλήνων υποψηφίων, για το διεθνές βραβείο του Μουσείου Γκουνγκενχάιμ,όπου και εκτίθεται το έργο του. Ακολουθεί (1962) το Βραβείο Κριτικών για το έργο "Το Ναυπηγείο",ενώ το 1970 ορίζεται εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Μπιενάλε Βενετίας.Λόγω των ειδικών πολιτικών συνθηκών αρνείται τη συμμετοχή. Το 1976 ο Π. Τέτσης εκλέγεται καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών,στο Γ Εργαστήριο Ζωγραφικής, όπου διδάσκει έως το 1991. Το 1989 η σύγκλητος τον εκλέγει πρύτανη του Ιδρύματος και το 1993 εκλέγεται ακαδημαϊκός.
Οπως σημειώνει στον κατάλογο της έκθεσης η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα,"η ζωγραφική του Π. Τέτση είναι μαγική, ευφραίνει τα μάτια και την ψυχή και ταυτόχρονα γυμνάζει το βλέμμα μας ν' αναζητεί την αποκάλυψη μέσα στο ασήμαντο. Πιστός στην παράδοση του μοντέρνου, ο Τέτσης δεν έχει προνομιακά θέματα. Το θέμα είναι γι' αυτόν απλό ερέθισμα, μοτίβο. Η σύνθεση πάντα στέρεα οργανωμένη, το πλούσιο χρώμα, το αμίμητο μετιέ του καλού μάστορα, θα μεταβάλουν το πιο ασήμαντο μοτίβο σε αξιομνημόνευτο ζωγραφικό συμβάν.Ολα τα θέματα έχουν τη θέση τους στη ζωγραφική του Τέτση: από ένα απλό κανάτι με πινέλα ακουμπισμένο σ' ένα τραπεζάκι ως τη γεωμετρία της Υδρας, την ώρα που την αγκαλιάζει ο πρώτος ήλιος και την αποχαιρετά ο τελευταίος, θωπεύοντάς τη με το μελένιο φως του, και ως τη Λαϊκή Αγορά της Παρασκευής στην Ξενοκράτους, που θα εμπνεύσει στο ζωγράφο τη μνημειώδη ζωφόρο των πενήντα μέτρων".
"Η ζωγραφική του Τέτση δεν είναι ποτέ περιγραφική, μιμητική. Ο θεατής καλείται να αναπλάσει την εικόνα που ερέθισε το ζωγράφο με τη δική του αίσθηση, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα το δημιουργικό γίγνεσθαι, την ορατή ποιητική του έργου".
Η έκθεση του Π. Τέτση στην Εθνική Πινακοθήκη συμπίπτει με την έκδοση μονογραφίας για τον καλλιτέχνη από τις "Νέες Μορφές".Τα κείμενα της έκδοσης υπογράφουν η Ελένη Βακαλό και ο καθηγητής ιστορίας της τέχνης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Αντώνης Κωτίδης.
Η Ελ. Βακαλό στο εισαγωγικό της σημείωμα αναφέρει: "Ο Τέτσης βλέπει ζωγραφική, κάνει ζωγραφική, μεταδίδει ζωγραφική. Για να τρέφει την αίσθησή του.Η θέα του κόσμου, της φύσης, της ανθρώπινης μορφής του προσφέρει "ζωγραφική", σχήματα, φόρμες, χρώματα, τόνο - φως. Το φως, μια ποιότητα που παραμελήθηκε στην αντίληψη του χρώματος από τη μοντέρνα ζωγραφική, για τον Τέτση δίνει τη βάση της χρωματικής τοποθέτησης κάθε πίνακά του. Είναι σαφώς ένα στοιχείο που αντλείται από τη φύση...".
"Ο Τέτσης", καταλήγει η Ελ. Βακαλό, "δεν έμεινε αμέτοχος βασικών επιταγών που έφερε η μοντέρνα τέχνη. Στις αξίες της παράδοσης απέδωσε ενεργητική μορφή. Ομως δεν εγκατέλειψε την πηγή των αισθήσεων. Η "ζωγραφικότητα" όπως σχηματίστηκε από την παράδοση της ευρωπαϊκής τέχνης, επικρατεί στο έργο του στην εκδοχή της ως δραστικότητα επίσης. Από μια τέτοια αντίληψη κατορθώνεται το αντάμωμα παραδοσιακών αξιών και σύγχρονου πνεύματος. Η ζωγραφική του έγινε του καιρού μας χωρίς ο Τέτσης να γίνει εικονοκλάστης".
Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ