Προδιαγράφοντας τα σχέδια των Βρυξελλών για λιτότητα χωρίς ημερομηνία λήξης, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας είπε πως μέχρι το 2001 οι θυσίες είναι αναγκαίες για την ένταξη στην ΟΝΕ, ενώ η συνέχισή τους μετά το 2001 επιβάλλεται για να μη μας... βγάλουν από την ΟΝΕ!
Λιτότητα, χωρίς ημερομηνία λήξης, για τους Ελληνες εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα ήταν το στίγμα της ομιλίας που έκανε από το βήμα της ετήσιας γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Λουκάς Παπαδήμος.Μεταφέροντας κυρίως τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (από την οποία παίρνει "γραμμή", όπως και οι διοικητές των άλλων κεντρικών τραπεζών της ΕΕ), ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας δεν έκρυψε ότι έχει αναλάβει το ρόλο τοποτηρητή των Βρυξελλών και να ελέγχει από κοντά την εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων και πολιτικών που επιτάσσει η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά που διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας μιλά στην ετήσια γενική συνέλευση του ΣΕΒ.
Αξιοποιώντας τις αρμοδιότητες που του δίνει ο νόμος για την ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδας (και στην ουσία καθιερώνει την εξάρτησή της από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας όχι μόνο δεν έκρυψε ότι οι θυσίες που θα υποστούν οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα θα συνεχιστούν και μετά το 2001, ακόμη κι αν ενταχθεί η Ελλάδα στην ΟΝΕ, αλλά δεν έκρυψε και από τους βιομήχανους ότι θα έχουν την Τράπεζα της Ελλάδας συμπαραστάτη και αρωγό στην εφαρμογή μέτρων και πολιτικών, που θα οδηγούν στη "σταθεροποίηση" και ανάκαμψη των κερδών των ευρωπαϊκών πολυεθνικών και των κάθε είδους συνεταίρων και συνεργατών τους στην Ελλάδα, όπως είναι οι εμποροβιομήχανοι. Στα πλαίσια αυτά, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας:
Εξηγώντας τους λόγους που αποφασίστηκε τον περασμένο Μάρτη η υποτίμηση της δραχμής (εκεί αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας του) ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, εμμέσως πλην σαφώς, παραδέχτηκε δημόσια την αναποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων. Ετσι, απέδωσε τις πολύμηνες πιέσεις των κερδοσκόπων στη δραχμή στην "απώλεια ανταγωνιστικότητας", που είχε σημειωθεί τα προηγούμενα χρόνια, και στο "μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών", στο "υψηλό συνολικό εξωτερικό χρέος της χώρας", στην εκτίμηση που επικρατούσε ότι αν δε γίνει υποτίμηση της δραχμής, "καθίσταται αδύνατη" η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και άρα η ένταξη της δραχμής στην ΟΝΕ και στο γεγονός ότι"οι συνολικές ακαθάριστες δανειακές ανάγκες του δημοσίου παραμένουν μεγάλες".
Με την εφάπαξ υποτίμηση της δραχμής, είπε ο Λ. Παπαδήμος, "ανακτήθηκε η διεθνής ανταγωνιστικότητα που είχε απολεσθεί" στο παρελθόν και σκιαγραφώντας τη συναλλαγματική πολιτική που θα ακολουθήσει η Τράπεζα της Ελλάδας, είπε πως "οι ισοτιμίες της δραχμής έναντι των νομισμάτων που συμμετέχουν στο ΜΣΙ... δε θα αποκλίνουν από τις ισοτιμίες αυτές περισσότερο από 2,5%". Εσπευσε όμως, να σημειώσει ότι η απόκλιση του 2,5%, είναι κατά μέσο όρο στη διάρκεια του έτους και δεν απέκλεισε στη διάρκεια του έτους το ποσοστό υποτίμησης ή ανατίμησης της δραχμής να είναι πολύ μεγαλύτερο.