Αποφάσισε και διέταξε ο Πρόεδρος Μένεμ και δήλωσε ότι θα εμποδίσει, με κάθε τρόπο, την άρση των νόμων περί αμνηστίας των στρατιωτικών για εγκλήματα στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας (1976 - '83)
Νέες αποκαλύψεις για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στην Αργεντινή, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας (1976 - '83), συγκλονίζουν την κοινή γνώμη της χώρας.
Σοκ προκάλεσε, κατ' αρχάς, μια συνέντευξη που παραχώρησε ο Αλφρέδο Αστίζ, γνωστός ως "άγγελος του θανάτου", σε δημοσιογράφους της εβδομαδιαίας εφημερίδας "Τρες Πούντος", όπου, χωρίς ίχνος μεταμέλειας και εντελώς αναίσχυντα, δήλωσε ότι "είναι ο πιο καλά εκπαιδευμένος άνθρωπος σε ολόκληρη τη χώρα για να δολοφονήσει έναν πολιτικό ή δημοσιογράφο". Το 1977 είχε εισχωρήσει στην οργάνωση "Μητέρες της Πλατείας Μάη" και κατάφερε να "εξαφανίσει" μερικές από αυτές, επειδή, δήθεν, ενεργούσαν βάσει διαταγών που έπαιρναν από το αντάρτικο κίνημα. Μεταξύ αυτών και την Ασουσένα Βιγιαφλόρ, ιδρύτρια της παραπάνω οργάνωσης, που μέχρι σήμερα απαιτεί από την κυβέρνηση τη διαλεύκανση των περιπτώσεων εξαφάνισης 30.000 περίπου ατόμων. Σύμφωνα με τον Αστίζ, "δεν υπήρχε άλλος τρόπος" αφού λόγω έλλειψης στοιχείων δε θα μπορούσαν να τις οδηγήσουν στο δικαστήριο.
Ο Αστίζ θεωρείται υπεύθυνος και για την εξαφάνιση δύο Γαλλίδων καλογριών και μιας 16χρονης Σουηδέζας. Για τα παραπάνω καταδικάστηκε ερήμην σε ισόβια κάθειρξη από γαλλικό δικαστήριο. Ωστόσο, στην Αργεντινή δεν έχει να φοβηθεί και πολλά ο πληρωμένος δολοφόνος, αφού εκεί ισχύει, από το 1989, ένας νόμος που παρέχει αμνηστία σε στρατιωτικούς που συμμετείχαν στην καταστολή κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκάλεσαν οι δηλώσεις του "αγγέλου του θανάτου" στη Μαδρίτη, όπου ο δικαστής Μπαλτάζαρ Γκαρσόν διεξάγει έρευνα για την τύχη 600 Ισπανών πολιτών, που "εξαφανίστηκαν" στην Αργεντινή, στην Ουρουγουάη και τη Χιλή και που, καθώς φαίνεται, έπεσαν θύματα των "κυνηγόσκυλων" του Αστίζ. Ενας πρώην συνεργάτης του Αστίζ, ο Αδόλφο Φρανσίσκο Σιλίνγκο, συνεργάζεται, στο μεταξύ, με τις ισπανικές ανακριτικές αρχές, μετά από αποκαλύψεις που έκανε, το 1995, στην εφημερίδα "Πάχινα 12", όπου είχε αναφέρει πολλές λεπτομέρειες για τις κατασταλτικές πρακτικές που χρησιμοποιούσαν οι στρατιωτικοί. Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του Σιλίνγκο, πολλοί αντικαθεστωτικοί είχαν υποβληθεί σε βασανιστήρια, τους νάρκωναν και στη συνέχεια τους πετούσαν από τα αεροπλάνα του Ναυτικού στη θάλασσα. Μόνο στο κέντρο βασανιστηρίων του Πολεμικού Ναυτικού έχουν εξαφανιστεί, με αυτόν τον τρόπο, κατά τις εκτιμήσεις του Σιλίνγκο, γύρω στα 2.000 άτομα.
Στη συνέχεια εμφανίστηκε άλλος ένας στρατιωτικός, ο στρατηγός Μαρτίν Αντόνιο Μπάλσα, ανώτατος διοικητής του στρατού, ο οποίος πήρε αποστάσεις από τις κατασταλτικές μεθόδους και ανέλαβε την ευθύνη του στρατού για τα λάθη του παρελθόντος. Ο Μπάλσα μίλησε για τουλάχιστον 10.000 δολοφονίες κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Ακόμα ο Μπάλσα όρισε έναν νέο κώδικα συμπεριφοράς, σύμφωνα με τον οποίο "κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει μία ανήθικη διαταγή ή μία διαταγή που παρεκκλίνει από τους νόμους ή τους στρατιωτικούς κανονισμούς".
Ωστόσο, στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν και άλλες συγκλονιστικές αποκαλύψεις για εγκλήματα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, που αφορούν σε περιουσίες και χρήματα φυλακισμένων. Πληροφορίες στρατιωτικών εν αποστρατεία, οργανισμών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και πρώην κρατουμένων - που είχαν περάσει από την Ανώτατη Σχολή Μηχανικής του Πολεμικού Ναυτικού (ESMA), το μεγαλύτερο κέντρο βασανιστηρίων - συγκεντρώθηκαν σε μία εκτενή έκθεση που δημοσιεύτηκε την 1η Φλεβάρη στην καθημερινή εφημερίδα του Μπουένος Αϊρες "Κλαρίν" με τίτλο "Το βρώμικο χρήμα". Στο εν λόγω δημοσίευμα αναφέρεται ότι Αργεντινοί στρατιωτικοί οικειοποιήθηκαν, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας, 60.000.000 δολάρια (!), σε χρήματα και ακίνητα, περιουσίες που ανήκαν σε κρατούμενους στην Ανώτατη Σχολή Μηχανικής του Πολεμικού Ναυτικού.
Αλλά αυτά τα 60.000.000 δολάρια, τα λεγόμενα "λάφυρα του πολέμου", θα 'λεγε κανείς, ωχριούνμπροστά στα θύματα. Σύμφωνα με υπολογισμούς των ανθρωπιστικών οργανώσεων, περίπου 5.000 άτομα πέρασαν από το Σπίτι των Αξιωματικών της ESMA. Λίγο περισσότερα από 200 άτομα επέζησαν, πολλοί πέθαναν στην αίθουσα των βασανιστηρίων και άλλοι αναχώρησαν για τις "πτήσεις θανάτου", όπου οι κρατούμενοι - αγνοούμενοι ρίχνονταν στο κενό από αεροπλάνα που πετούσαν σε μεγάλο ύψος.
Με τις κλεμμένες ιδιοκτησίες, η Ομάδα Επιχειρήσεων 3.3.2 του Ναυτικού, που αποτελούνταν από 120 άνδρες και τελούσε υπό τις διαταγές του ναυάρχου Εμίλιο Μασέρα, δημιούργησε μία εταιρία ακινήτων για την επιδιόρθωση και μετέπειτα πώληση των κατοικιών που είχαν κατάσχει από τους κρατούμενους - αγνοούμενους. Οι στρατιωτικοί υποχρέωναν "τον κρατούμενο να υπογράψει μία εξουσιοδότηση, με την οποία "επέτρεπε" την πώληση της κατοικίας του", εξηγεί μία πρώην κρατούμενη στα μπουντρούμια της ESMA, η Νίλντα Νοέμι Ακτις Γκορέτα. Σε μερικές περιπτώσεις, όταν - παρά τις ιδιαίτερα φιλότιμες προσπάθειες των βασανιστών να αποσπάσουν τις πολυπόθητες εξουσιοδοτήσεις - οι κρατούμενοι έχαναν τις αισθήσεις τους ή, μάλλον, άφηναν την τελευταία τους πνοή, οι δήμιοι προχωρούσαν στην πλαστογράφησή τους. Μερικά από αυτά τα στοιχεία αποκαλύφθηκαν με την εμφάνιση τραπεζικών λογαριασμών στην Ελβετία στο όνομα παλαιών Αργεντινών στρατιωτικών.
Τα λεγόμενα "λάφυρα του πολέμου", σύμφωνα με πηγές της εφημερίδας "Κλαρίν", προήλθαν, μεταξύ άλλων, από:
- Το "ξάφρισμα" των κατοικιών των κρατουμένων: οι στρατιωτικοί έπαιρναν ό,τι έβρισκαν σε χρήματα, κοσμήματα, έπιπλα, πίνακες ζωγραφικής, ηλεκτρικές συσκευές και άλλα αντικείμενα αξίας.
- Την κλοπή αυτοκινήτων των κρατουμένων που στη συνέχεια συμπεριλαμβάνονταν στο στόλο των οχημάτων της Ομάδας Επιχειρήσεων 3.3.2 του Ναυτικού ή πωλούνταν με χαρτιά που πλαστογραφούσαν μέσα στην ESMA.
- Από χρήματα που βρέθηκαν σε σπίτια επιχειρήσεων των μοντενέρος ή σε τραπεζικούς λογαριασμούς αυτής της αντάρτικης ομάδας. Σύμφωνα με τον πρώην μοντένερο Ρομπέρτο Σιρίλο Περδία, γύρω στα 25 με 30 ηγετικά στελέχη της οργάνωσης είχαν συλληφθεί έχοντας επάνω τους χρήματα ύψους 20.000 - 50.000 δολαρίων ο καθένας τους, τα οποία, φυσικά, "τσέπωσαν" οι στρατιωτικοί.
- Την οικειοποίηση των ακινήτων των κρατουμένων και αγνοουμένων.
Εν μέσω όλων αυτών των αποκαλύψεων αυξάνονται συνεχώς, στη χώρα, οι φωνές για πλήρη διαλεύκανση των εγκλημάτων κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας. Η πλειοψηφία των Αργεντινών (78,4%), σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα "Λα Νασιόν", είναι υπέρ της άρσης των νόμων - που είχε εγκρίνει η κυβέρνηση του Ραούλ Αλφονσίν, πριν από 11 χρόνια - με βάση τους οποίους απαλλάσσονταν 1.100 στρατιωτικοί που ήταν αναμεμειγμένοι σε εγκλήματα τα οποία διαπράχτηκαν στη δικτατορία. Οι δεδομένοι, όμως, στενοί δεσμοί μεταξύ των σημερινών κυβερνώντων και των υπευθύνων της δικτατορίας δυσχεραίνουν κατά πολύ την όλη υπόθεση. Αλλωστε, ο ίδιος ο Πρόεδρος Μένεμ είχε δηλώσει ότι θα εμποδίσει, με κάθε τρόπο, την πιθανή άρση των παραπάνω νόμων. Ετσι, ενώ είχε προγραμματιστεί μία συζήτηση στη Βουλή, την Τετάρτη 4 Φλεβάρη, το κυβερνητικό κόμμα αποφάσισε να αναστείλει τη συζήτηση. Ωστόσο δεν κατέστη σαφές αν η αναμενόμενη συζήτηση -που απασχολεί έντονα την κοινή γνώμη ιδιαίτερα τον τελευταίο μήνα - δε θα πραγματοποιηθεί ποτέ ή αναβάλλεται για άγνωστο χρόνο. "Είναι ντροπή. Είναι να τραβάει κανείς τα μαλλιά του!", φώναζαν εξαγριωμένοι οι συγγενείς των αγνοουμένων που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το Κοινοβούλιο.
Είναι πλέον ηλίου φαεινότερον ότι η πολιτική τάξη της Αργεντινής δεν έχει την απαιτούμενη πολιτική βούληση ώστε να προχωρήσει σε μία, σε βάθος, έρευνα και στη συνέχεια στην τιμωρία όσων παράφορα καταπάτησαν τα ανθρώπινα δικαιώματα χιλιάδων ατόμων. Αυτό φαίνεται, άλλωστε, και από αντιδράσεις που υπάρχουν, για το ίδιο θέμα, στους κόλπους της Ριζοσπαστικής Ενωσης των Πολιτών (UCR), το κόμμα του Ραούλ Αλφονσίν, σήμερα στην αντιπολίτευση, που δημιούργησε πριν από τις τελευταίες εκλογές συμμαχία με το FREPASO, και προβάλλει "κεντροαριστερό" προφίλ.
Γιάννα ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΗ