Η οικονομική ανέχεια των ΟΤΑ προκαλεί διάφορες παρενέργειες και διαμορφώνει πολιτικές στάσεις και λογικές αδικαιολόγητες και ανάρμοστες. Μια τέτοια ευλογοφανής - πλην απαράδεκτη και δημαγωγική - στάση εκφράζεται από το κράτος, όταν αυτό ισχυρίζεται ότι έχει τους δικούς του πόρους, και αν η Αυτοδιοίκηση θέλει να αποκτήσει έσοδα δεν έχει παρά να επιβάλει παράλληλα και επιπλέον τους δικούς της φόρους, τέλη κ.ο.κ. Επικαλείται, δηλαδή, τη διπλοφορολόγηση ή τριπλοφορολόγηση του πολίτη. Η "εκσυγχρονιστική" αυτή λογική παραβλέπει βασικά δεδομένα, όπως: Το κύριο οικονομικό πρόβλημα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προέρχεται από τη μεταφορά σ' αυτήν - Πρωτοβάθμια και Νομαρχιακή - αρμοδιοτήτων και λειτουργιών που ως σήμερα ασκούσε το κράτος. Κατά συνέπεια, αφού το κράτος, με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, απαλλάσσεται των αντίστοιχων δαπανών, η μόνη λογική απάντηση θα ήταν η ανακατανομή των πόρων ανάμεσα στο κράτος και την Αυτοδιοίκηση, στο βαθμό που μεταφέρονται αρμοδιότητες σ' αυτήν. Ενα άλλο βασικό δεδομένο είναι η ανάληψη από την Τοπική Αυτοδιοίκηση κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών λειτουργιών και η ανταπόκρισή της σε άμεσες κοινωνικές ανάγκες των πολιτών, γεγονός που σε σημαντικό βαθμό οφείλεται στην αδυναμία ή και ρητή άρνηση του κράτους να ασκήσει με επάρκεια αντίστοιχες πολιτικές. Αν στην ανακατανομή αυτή ρόλων δεν αντιστοιχήσει και ανακατανομή πόρων, τούτο οδηγεί μοιραία είτε σε εγκατάλειψη και από την Αυτοδιοίκηση αυτών των πολιτικών, είτε σε επιπλέον επαχθή φορολογική επιβάρυνση των πολιτών.
Η πλειονότητα, δυστυχώς, των δημάρχων έχει επιλέξει τη δεύτερη λύση, τη φορολογική επιβάρυνση των πολιτών. Η εγκατάλειψη των κοινωνικών και διεκδικητικών αγώνων από πλευράς αιρετών και η ένταξή τους στο μηχανισμό εξουσίας - διαχείρισης οδηγεί μοιραία στη διπλοφορολόγηση ή τριπλοφορολόγηση των πολιτών, ώστε να εξευρεθούν τα λειτουργικά έξοδα των δήμων. Ετσι, βαθμιαία το σόφισμα γίνεται επιχείρημα και η αδράνεια μοναδική ρεαλιστική στάση, με αποτέλεσμα να πληρώνει ο γονέας στο σχολείο, στο Πνευματικό Κέντρο, στον Αθλητικό Οργανισμό, να πληρώνει ο ηλικιωμένος στο ΚΑΠΗ και στις όποιες κοινωνικές παροχές και να εξαντλείται η "πρόνοια" στους έχοντες και τους κατέχοντες.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι οι "επιχειρηματικές" δραστηριότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οι προεκτάσεις αυτών.
Παρατηρείται η τάση, ένα σημαντικό μέρος των αυτοδιοικητικών λειτουργιών, έστω κι αν έχουν χαρακτήρα κατ' εξοχήν διοικητικό, κοινωνικό, πολιτισμικό, να "περάσει" σε μορφές επιχειρηματικής διαχείρισης, κυρίως διά μέσου των δημοτικών επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις της Αυτοδιοίκησης θα μπορούσαν να είναι πράγματι ένα σημαντικό θεσμικό εργαλείο, κυρίως για την παρέμβαση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην τοπική ανάπτυξη και τον τοπικό προγραμματισμό. Αλλά και μια σημαντική μορφή προώθησης του κοινωνικού τομέα της οικονομίας. Τούτο, όμως, σημαίνει, πρώτον, ότι πρέπει να οριοθετηθεί η δράση τους, και δεύτερον, ότι δεν μπορεί να επιχειρείται συστηματικά διά μέσου των δημοτικών επιχειρήσεων η εμπορευματοποίηση κοινωνικών αναγκών και λειτουργιών, που αποτελούν τον πυρήνα της αυτοδιοικητικής δράσης. Δεν μπορεί η δημοτική επιχείρηση να γίνεται η "εύκολη λύση" για προβλήματα και "προβλήματα", όπως η έλλειψη προσωπικού και η καλλιέργεια των πελατειακών σχέσεων. Ο θεσμός των δημοτικών επιχειρήσεων και του κοινωνικού τομέα της οικονομίας είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, για να υπονομεύεται με τόση ελαφρότητα.
Η ακραία μορφή αυτής της λογικής της εμπορευματοποίησης είναι η ανάθεση αυτοδιοικητικών λειτουργιών, και μάλιστα με έντονο πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα, σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ανάθεση της"εκμετάλλευσης" της στάθμευσης αυτοκινήτων σε εισπρακτικές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Των οποίων, όπως είναι εύλογο, μόνη έγνοια είναι η είσπραξη του χαρατσιού και όχι, βέβαια, η εφαρμογή κυκλοφοριακής πολιτικής ή, έστω, αστυνόμευσης. Ας αφήσουμε ότι η άσκηση αστυνόμευσης από ιδιώτη - φοροεισπράκτορα καταρρακώνει θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών και βρίσκεται σε αντίθεση προς το πνεύμα και το γράμμα του Συντάγματός μας.
Η παρατήρηση των δραστηριοτήτων της Αυτοδιοίκησης εμφανίζει και έναν άλλο σοβαρό κίνδυνο παρέκκλισης του ρόλου της. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση φαίνεται να είναι ένα εκτελεστικό και ίσως αποτελεσματικό όργανο των επιλογών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με μεσάζοντα την κεντρική εξουσία. Η πολιτική της δε χαράσσεται από την ίδια, αλλά από τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μέσω των προγραμμάτων που αυτή διαμορφώνει και η Αυτοδιοίκηση εκτελεί με αυστηρότητα. Ετσι, οι λειτουργίες και δράσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν ιεραρχούνται με αφετηρία τις ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν, αλλά με βάση την ευχέρεια κάλυψης των δαπανών με αντίστοιχα έσοδα και ακόμα "καλύτερα", την ελπίδα της κερδοφορίας. Στο πνεύμα αυτό, οι αιρετοί μας έχουν επιδοθεί στο κυνήγι των κοινοτικών, περιφερειακών κλπ. "προγραμμάτων" και γενικά κάθε δράσης που διασφαλίζει χρήματα, ανατρέποντας τη λογική σειρά των πραγμάτων. Αντί να εντοπίζουν τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας, με βάση αυτές να διαμορφώνουν τον προγραμματισμό τους και στη συνέχεια ν' αναζητούν τα μέσα και τους πόρους της υλοποίησής του, αναλώνονται, αντίστροφα, να διασφαλίσουν χρήματα από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια να "εκτελέσουν" - με όλες τις έννοιες - τα αντίστοιχα "προγράμματα", ώστε να εισπράξουν την αντίστοιχη επιχορήγηση και να εμφανίζουν "έργο". Ετσι, αρκετά συχνά συμβαίνει να μην έχει τη δυνατότητα ένας δήμος να διαθέσει ελάχιστα εκατομμύρια για κοινωνικούς σκοπούς, όπως δημιουργία συμβουλευτικού σταθμού νέων, προγράμματα πρόληψης από ναρκωτικά, κέντρα ατόμων με ειδικές ανάγκες κ.ο.κ., ενώ, αντίθετα, να μπορεί να διαθέσει εκατοντάδες εκατομμύρια για έργα που, συνήθως, επιλέγονται απ' αλλού.
Τέλος, δε θα πρέπει να παραλείψουμε από τις πηγές της κακοδαιμονίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και μια άλλη, έστω ήσσονος σημασίας για το όλο πρόβλημα: Το στενό, περιορισμένο ορίζοντα πολιτικής κάποιων δημάρχων, οι οποίοι δρουν και πολιτεύονται στο μικρόκοσμο της συνοικίας τους, αδιαφορώντας για το γενικότερο συμφέρον του κοινωνικού συνόλου. Το ενδιαφέρον τους εξαντλείται στους ψηφοφόρους τους και είναι πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τοπικά μικροσυμφέροντα, τα οποία, αρκετές φορές, ζημιώνουν το σύνολο των πολιτών. Ετσι, δε διστάζουν να ταλαιπωρούν το σύνολο των Αθηναίων, κλείνοντας τους δρόμους τους με δαιδαλώδεις ρυθμίσεις και διοχετεύοντας την κίνηση έξω από την περιοχή τους (βλ. το συνεχές μπλοκάρισμα της Λεωφ. Κηφισιάς), δε διστάζουν να τοποθετούν σαμαράκια, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή των πολιτών και, γενικότερα, να προχωρούν σε αυθαιρεσίες εναντίον του συνόλου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της νοοτροπίας αυτής είναι οι σταθμοί μεταμόρφωσης απορριμμάτων και η τοποθέτηση χωματερών. Ολοι οι δήμαρχοι συμφωνούν για την αναγκαιότητα, αλλά όχι στο δικό τους δήμο.