Τώρα, που οι "χαρισματικοί ηγέτες" έφυγαν κι έγιναν βιβλίο από τις χήρες τους - εύθυμες ή θλιμμένες, δεν ενδιαφέρουν οι προσωπικές οικογενειακές ιστορίες. Τώρα, που το "Τσοβόλα δώστα όλα" δεν ηχεί πια στα ώτα μας, μιαν άλλη ιαχή, τρομερή, διαπερνά την ατμόσφαιρα και το τύμπανό μας τρυπά: "Γιάννο πάρτα όλα". Και ο Γιάννος απαντά: "Αλί και τρις αλί. Ολα τα πήρα κι έμεινα". Και, ταυτόχρονα, γίνεται κάπως αναποφάσιστο το θεληματικό του πιγούνι, το λαμπερό διαπεραστικό του βλέμμα συννεφιάζει. Μας τρομάζει. Το αχτύπητο χαμόγελο, που ράγισε καρδιές, χάνεται, εξαφανίζεται. Εξατμίζεται. Ε, μην τα βάζετε μαζί του, τη δουλιά του κάνει ο άνθρωπος για να 'ναι άξιος ο μισθός του και σίγουρη η θέση του. Ανασφάλειες έχει κι αυτός, άνθρωπος είναι. Αλλά να πάρει τι; Ιδού το ερώτημα. Γνωρίζει καλά ο ...σοφός, κομψοντυμένος εγκέφαλος της Εθνικής Οικονομίας - παιδί της πιάτσας είναι - ότι αν πάρει κάτι ακόμα σε μπελάδες θα βάλει τον δήμαρχο Αθηναίων και όλους τους δημάρχους της Επικράτειας, οι οποίοι θα υποχρεωθούν τα πτώματα των φορολογουμένων με το κάρο του δήμου να συλλέγουν.
Τώρα, που οι "χαρισματικοί" ηγέτες ανήκουν στο παρελθόν, οι επίγονοί τους ανησυχούν και επιχειρούν να δημιουργήσουν ένα παρόν από το τίποτε, για να εξασφαλίσουν το δικό τους μέλλον. Διότι τίποτε δεν έμεινε που να μην έχει φορολογηθεί. Τα παιδιά, τα γατιά, τα σκυλιά. Οι γιαγιάδες και οι παππούδες, οι μαϊμούδες, οι βερμούδες. Το ψωμί, το κρέας, το ρολόι, τα διόδια, τα Εισόδια της Θεοτόκου, το κερί, τα έντοκα γραμμάτια, ακόμη και τα άτοκα όνειρα. Ο Γιάννος συννεφιάζει: "Τα κινητά", φωνάζει και στενάζει. "Εύρηκα", επιτέλους, με ανακούφιση αναστενάζει. "Να φορολογηθούν αμέσως τα κινητά", διατάζει. Αφού εξαντλήθηκαν τα ακίνητα, τα αυτοκίνητα, που ακίνητα θα μείνουν. Και από βενζίνη. Τι βιασύνη! Τις πισίνες, τις Φιλιππινέζες, τους Αλβανούς, τους Πολωνούς, τους έγχρωμους και όλους τους αλλοδαπούς, που στην έρημη χώρα μας κατοικούν. Τους "ποταπούς", τους Ελληνες τους ρημάξανε, τους εξαφανίσανε, τους αφανίσανε. Δεν υπάρχουν πια. Είναι είδος εν ανεπαρκεία, είδος μουσειακό, και εφιαλτικό. Επικίνδυνο είναι, όπως η Μονάχους - μονάχους και η Καρέτα - καρέτα. Θέλε τα, εσύ που Γιάννο ψήφισες. Οι ιθαγενείς φθίνουν, νερό από τη βρύση πίνουν, μαραζώνουν, φίδια μαύρα τούς ζώνουν. Με Ινδιάνους μοιάζουν και σπαράζουν.
Τώρα, που οι "χαρισματικοί" ηγέτες έφυγαν και σύμβουλοι ανάλογοι δεν υπάρχουν πια, τώρα είναι που στύβει κανείς το μυαλό - αφορολόγητο είναι ακόμη - τον Γιάννο να σπεύσει να βοηθήσει. Να μην παραπατήσει στον ανασχηματισμό που καραδοκεί και στον Καιάδα να βρεθεί. Εναν ακόμη υπολογισμό για τον Προϋπολογισμό του '98. Μια ιδέα; Ενα τηλεφώνημα σε φίλο ευρηματικό και χαρισματικό, αποτολμούμε: Μια συμβουλή ζητούμε. "Τι έμεινε αφορολόγητο καλέ μου;", ρωτούμε.
"Ο έρωτας", αμέσως απαντά. "Να φορολογηθούν οι παντρεμένοι που κάνουν κατάχρηση των συζυγικών τους δικαιωμάτων. Μια φορά το μήνα μόνο να τους επιτρέπεται. Διότι, αν το παρακάνουν, την οικονομία θα ξεκάνουν.
Να φορολογηθεί η ώρα, η μέρα, η ανάσα, το φιλί, κλεμμένο ή μη. Τα φορολογηθεί η αγάπη, η οργή. Εν ολίγοις, να φορολογηθούν όλα τα συναισθήματα... γενικώς. Τα κτήματα καλά την έχουν!".
Και εγώ η έρημη, που μ' ένα "Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος" επιθυμούσα να συναγελαστώ. Δεν μπορώ. Τρέμω μήπως και φορολογηθώ.
Τιτίνα ΔΑΝΕΛΛΗ