Από την Ερμούπολη της Σύρου, μας γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΟΣΟΛΑΤΟΣ,αναφερόμενος σε δημοσίευμα του "Ρ" (29/8/96), σχετικό με τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι συνταξιούχοι του ΙΚΑ, για να τους καταβληθεί το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΑΣ). Γράφει: "Μόνο σοφίσματα μπορούν να είναι - που προκαλούν διανοητική σύγχυση - η παράλογη χρήση των όρων "ετήσιο" εισόδημα του ...1995 και "αναδρομικά" 7 ετών, εννοείται τμήματα ετήσιων εισοδημάτων του συνταξιούχου του ΙΚΑ.
Τα αναδρομικά των ετών 1988 - 1994 είχαν περιέλθει στην κυριότητα του συνταξιούχου πριν από το 1995, άσχετο αν παρέμεναν ακόμη στην κατοχή του Επικουρικού Ταμείου του οποίου οι αρμόδιοι ίσως να καθυστερούσαν μέχρι αυτό το έτος τον υπολογισμό τους σε χρήμα. Η ατομική αυτή κυριότητά τους ως τμημάτων ετήσιων εισοδημάτων των ετών 1988 - 1994 εξακολούθησε να υπάρχει και κατά το 1995, δε διακόπηκε όταν έγινε η μεταβίβαση της κατοχής τους στον συνταξιούχο. Αλλά ούτε ξανάγιναν αυτά νέο "ετήσιο εισόδημα του 1995", ούτε καμία "περιουσιακή αύξηση του 1995" αποτέλεσαν γι' αυτόν, αφού την προσωπική κυριότητά τους - άσχετα με την κατοχή τους - την είχε αποκτήσει πριν ακόμη από τη μεταβίβαση της κατοχής τους σε αυτόν.
Οπως τα έχει γραμμένα και ο Ν. Φωτιάς στις σελ. 760 και 761 Θ' τόμου Μεγ. ελλην. εγκ/δειας: Καλείται εισόδημα το σύνολο των εις την κυριότητα ενός προσώπου περιεχομένων οικονομικών αξιών, αι οποίαι προκύπτουν εντός μιας οικονομικής περιόδου υπό μορφή πραγματικών εσόδων, μετά την αφαίρεσιν των δαπανών αι οποίαι απαιτήθησαν διά την απόκτηση και διατήρηση αυτών.
Κατά ταύτα, το εισόδημα αποτελείται από εκείνα τα οικονομικά αγαθά, τα οποία επιφέρουν καθαρά επαύξηση της κειμένης περιουσίας του ατόμου, ήτοι αποτελούν δι' αυτό πραγματικά έσοδα και όχι απλώς μεταβολή της φύσεως και της μορφής υπαρχόντων περιουσιακών στοιχείων. Και είναι βέβαιο ότι η εφτάχρονη κατοχή και η αναδρομικοποίηση των προσωρινά παρακρατημένων από το Επικουρικό Ταμείο, το οποίο δε διατηρούσε πια τότε την κυριότητά τους - δεν επέφερε το 1995 "καθαρά επαύξησιν της κειμένης περιουσίας" του συνταξιούχου του.
Το άθροισμα αυτό των παρακρατημένων - ας ήταν και προσωρινά και νόμιμα - από το Επικουρικό Ταμείο μερών των ετησίων εισοδημάτων 7 ετών ο συνταξιούχος του ΙΚΑ θα μπορούσε πριν από το 1995 να το είχε αξιοποιήσει με κάποια προσοδοφόρα δραστηριότητά του, πράγμα που δεν έγινε πραγματοποιήσιμο ένεκα της καθυστέρησης της είσπραξής του. Το γεγονός όμως αυτό δικαιολογεί κατά το άρθρο 298 Ενοχικού Δικαίου του Αστικού Κώδικα και αξίωση για αποζημίωση λόγω αρνητικής ζημίας και, συγκεκριμένα, λόγω διαφυγόντος κέρδους προσδοκώμενου με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων.
Αλλά η ανάλυση του αθροιστικού ποσού των 220.000 δρχ. που συγκεντρώθηκαν από τμήματα των 7 ετήσιων εισοδημάτων του, των ετών 1988 - 1994, αποδείχνει και ότι - ακόμη και αν η σταδιακή παρακράτησή τους από το Επικουρικό Ταμείο (μέχρι το 1995 που αυτό τα πλήρωσε τελικά στο συνταξιούχο) ήταν δικαιολογήσιμη - είχαν έτσι προκύψει κατά τη διάρκεια των 7 ετών τόκοι των νόμιμα έστω παρακρατουμένων ποσών, των οποίων την κυριότητα είχε αποκτήσει ο συνταξιούχος πριν από το 1995, οι οποίοι και πρέπει να έχουν συμπεριληφθεί στις 220.000 δρχ. για να μας αποτελούν "διαφυγόν κέρδος" αποζημιώσιμο κατά την έννοια του 298 του Αστικού Κώδικα.
Αν αυτό το αθροιστικό ποσό - το οποίο τελικά περιήλθε και στην κατοχή του συνταξιούχου το 1995 - είχε δοθεί σταδιακά κατά τα έτη της γένεσής του (1988 - 1994), οι κατά μέσο όρο ετήσιες δόσεις του (31.420 επί 7, ίσον 220.000) είναι σχεδόν βέβαιο ότι δε θα ήταν αρκετές για να μεγαλώνουν σε βάρος του δικαιούχου τους ετήσιους φόρους εισοδημάτων του τότε, ενώ το εξαψήφιό τους το 1995, προστιθέμενο αδικαιολόγητα στα φορολογήσιμα ποσά αυτού του έτους, μπορεί να διόγκωσε και το φόρο ετήσιου εισοδήματός του. Και από αυτές λοιπόν τις πλευρές, το σόφισμα κατά το οποίο αυτά τα μέρη ετήσιων εισοδημάτων, των οποίων, την κατοχή το Επικουρικό Ταμείο παρέλειπε επί 7 έτη να τη μεταβιβάσει στο συνταξιούχο και τελικά του τα εξόφλησε το 1995 παριστάνοντάς τα ως δήθεν πραγματικό εισόδημα αυτού του έτους, δεν ευσταθεί. Και είναι - από άποψη λογικής τουλάχιστον, αν όχι και ηθικής - εντελώς απαράδεκτο".
Για τους παραλογισμούς αυτού του είδους, σωστά έχει γράψει ο Παπανούτσος ότι: "είναι παραπειστικοί και δεν έχουν αποδεικτική αξία, αλλά μπορούν να φέρουν σε αμηχανία τον αφελή ακροατή, όταν ιδίως διατυπώνονται με επιδεξιότητα από εκείνους που επιδιώκουν με λογικοφανή τεχνάσματα να εντυπωσιάσουν ή και να εξαπατήσουν τον συζητητή".