Κυριακή 21 Ιούλη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Το σύγχρονο δημόσιο πανεπιστήμιο

Καθώς τελειώνει ο αιώνας μας και η μεταβιομηχανική εποχή έχει, ήδη, διανύσει περίπου μισό αιώνα, το σύστημα της Ανώτατης Παιδείας στη χώρα μας περνάει μια πολύ δύσκολη φάση, σε σχέση με τις προκλήσεις των καιρών και τις απαιτήσεις της εθνικής και υπερεθνικής ολοκλήρωσης που προκαλούν την ελληνική κοινωνία.

Οποιαδήποτε προσέγγιση στα προβλήματα και διλήμματα της Ανώτατης Παιδείας, στη χώρα μας, αγγίζει αναγκαστικά το πλαίσιο της εθνικής και υπερεθνικής ολοκλήρωσης μέσα στο οποίο βρίσκεται η Ελλάδα τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Οταν δηλαδή η ιδεολογική συνιστώσα των λαϊκών αγώνων στην Ελλάδα τα τελευταία πενήντα χρόνια προωθεί την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην παιδεία με βάση το κοινωνικό συμφέρον, δηλαδή την ελεύθερη και δωρεάν δημόσια παιδεία σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, οι προκλήσεις του οικονομικού εκσυγχρονισμού με βάση τις προοπτικές της υπερεθνικής ολοκλήρωσης αλλάζουν τον χαρακτήρα και τη λειτουργία της Ανώτατης Παιδείας, ώστε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.

Ας δούμε, όμως, αναλυτικά τι συμβαίνει σε αυτό το ζωτικό χώρο της κοινωνίας:

Το 1981 - '82 αποτελεί πραγματικά ένα σημαντικό σταθμό στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, αφού με συγκεκριμένα νομοθετήματα, όπως ο Νόμος 1268/82, η ανώτατη παιδεία αρχίζει να υλοποιεί σύγχρονες μορφές αυτοδιαχείρισης που προσεγγίζουν τις κοινωνικές διεκδικήσεις για τη Δημόσια Παιδεία. Ετσι, εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενοι γίνονται εταίροι και κατά προέκταση οι κοινωνικοί φορείς και τα πολιτικά κόμματα έχουν γνώμη για τα τεκταινόμενα στην Παιδεία μέσω των οργανωτικών της εκπροσώπων στο σχεδιασμό και υλοποίηση της συνολικής εκπαιδευτικής πολιτικής.

Απομακρύνεται έτσι ο κίνδυνος της περικύκλωσης και άλωσης των ελληνικών πανεπιστημίων από τα ιδιωτικά και ξένα συμφέροντα, ενώ αναδύεται η προοπτική της εναρμόνισης των πανεπιστημίων με την εκδοχή αυτοδύναμης οικονομικής ανάπτυξης μέσα στο εθνικό πλαίσιο ολοκλήρωσης. Προς αυτήν την κατεύθυνση, το πανεπιστήμιο θα μπορούσε να παράγει και να εφαρμόζει έρευνα και γνώσεις, εκπαιδεύοντας παράλληλα τα απαραίτητα στελέχη για την παραγωγή και προσφέροντας παιδεία για τα στελέχη της αυριανής κοινωνίας με δημοκρατία και αξιοκρατικό ήθος και αξίες.

Μία τέτοια πολιτική, όμως, σημαίνει όχι μόνον την επέκταση του συστήματος της Ανώτατης Παιδείας, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες ανάγκες της χώρας, με βάση τις νέες τεχνολογίες και τις αναδυόμενες και μεταβαλλόμενες παραγωγικές δομές, αλλά μία αλλαγή σε βάθος:

α) της φιλοσοφίας και αποστολής των πανεπιστημίων.

β) τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων και της επιστημονικής έρευνας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερή αναπτυξιακή και δημιουργική πορεία με μακροχρόνιο σχεδιασμό και ορατότητα.

γ) η αποφυγή με κάθε τρόπο της κομματικοποίησης της στελέχωσης του πανεπιστημίου, της ανάδειξης στελεχών και της εξεύρεσης εργασίας στους αποφοίτους, δηλαδή στην ορθολογική λειτουργία της σχέσης Πανεπιστημίου - Κοινωνίας - Οικονομίας - Πολιτικές και Διοικητικές Ελίτ.

δ) την αποφυγή υπονόμευσης των πανεπιστημίων από τα περιώνυμα ιδιωτικά συμφέροντα που στοχεύουν στη χρησιμοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου για ιδιωτικό όφελος και τελικά την υπονόμευσή του και κατά προέκταση την αντικατάστασή του από τα διευρυμένα οικονομικά συμφέροντα και τις ολιγαρχικές δομές, όπου εμπλέκονται διεθνή στοιχεία και γίνεται η ανώτατη παιδεία στοιχείο και διευρυνόμενης αγοράς.

Δυστυχώς όμως, στη χώρα μας αυτές οι διασφαλιστικές πολιτικές δεν ακολουθήθηκαν και παρά τις σημαντικές διευρύνσεις στο χώρο της Ανώτατης Παιδείας, τόσο στην ίδρυση και λειτουργία νέων ιδρυμάτων, σχολών και τμημάτων, όσο και στην αριθμητική διεύρυνση του διδακτικού εκπαιδευτικού προσωπικού, η κατάσταση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα εξακολουθεί να παρουσιάζει σήμερα μία εικόνα διαρκούς και σε βάθος κρίσης.

Η κατάσταση στα ΑΕΙ σήμερα

Οι μικρές επενδύσεις στην παιδεία κυμαίνονται περίπου σε 6% του προϋπολογισμού και βρίσκονται κάτω από το 50% σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δηλαδή απέχουν πάρα πολύ από το επιθυμητό ποσοστό χρηματοδότησης που θα διασφαλίσει την ποιότητα αναβάθμισής της.

Το άμεσο αποτέλεσμα είναι η συρρίκνωση της επιστημονικής έρευνας, των αποδοχών των λειτουργών σε όλες τις βαθμίδες και η αποθάρρυνση ακαδημαϊκών και ερευνητικών δραστηριοτήτων. Ετσι, το πανεπιστήμιο της επιστήμης και της δημιουργικής παιδείας οδηγείται σε μαρασμό με αβέβαιο το μέλλον.

Τα έμμεσα, όμως, αποτελέσματα είναι ίσως πιο τραγικά, αφού ένα σημαντικό τμήμα του εκπαιδευτικού προσωπικού των ΑΕΙ κατευθύνονται στην ελεύθερη αγορά και στελεχώνουν ιδιωτικές επιχειρήσεις, τα ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΙΕΚ, Κέντρα Σπουδών κλπ.).

Παράλληλα όμως, τα ιδιωτικά προγράμματα κατάρτισης και εκπαίδευσης στελεχών που διενεργούνται και διακινούνται πολλές φορές μέσω των ΑΕΙ με σύμβαση παρακράτησης ενός ποσοστό για διαχειριστικούς λόγους, αλώνουν τα ΑΕΙ και τα οδηγούν σε συναλλαγή και σε εξάρτηση από τα ιδιωτικά συμφέροντα. Ο διαχωρισμός των μελών ΔΕΠ σε διάφορες κατηγορίες απασχόλησης (πλήρους και αποκλειστικής, πλήρους και μερικής) που θεσπίστηκε με τον 2083/83 ενισχύει τους δεσμούς των πανεπιστημίων και την εξάρτησή τους από τα ιδιωτικά συμφέροντα, ενώ παράλληλα ενθαρρύνονται οι διοικητικές ελίτ των πανεπιστημίων να λειτουργούν ως ολιγαρχικές δομές, αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό τη Σύγκλητο που εκφράζει σύμφωνα με τον 1268/82 το σύνολο των εταίρων της αυτοδιαχείρισης (ΔΕΠ, φοιτητές, διοικητικές δομές, ΕΔΤΠ) σ' αυτές τις πανεπιστημιακές κοινότητες.

Ετσι, η αυτοδιαχείριση περιορίζεται και εισάγεται το μοντέλο της βιώσιμης αυτοδιαχείρισης, αντί της συμμετοχής αυτοδιαχείρισης, που είναι προϊόν των φοιτητικών αγώνων των δεκαετιών 1970 - 1980.

Η άσκηση, λοιπόν, της εξουσίας γίνεται συγκεντρωτική και πολλές φορές καταπιεστική, ώστε να περάσει η άλωση του Δημοσίου Πανεπιστημίου στα συντεχνιακά, ιδιωτικά και ιδιοτελή συμφέροντα.

Ο δεύτερος παράγοντας της κρίσης οφείλεται στις σοβαρότατες αγκυλώσεις και παραμορφώσεις που έχουν δημιουργηθεί μέσα στο πανεπιστήμιο και ιδιαίτερα στο Σώμα του διδακτικού και βοηθητικού προσωπικού, καθώς επίσης και στη γραφειοκρατία.

Οι οργανωμένες ομάδες συμφερόντων που ευδοκίμησαν λόγω κυρίως της κομματικής επιθυμίας να κατακτήσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι της πανεπιστημιακής διοίκησης και επιρροής, ανέπτυξαν σημαντικά ερείσματα, τόσο στη νέα ανερχόμενη πανεπιστημιακή ελίτ που αντικατέστησε την ελίτ της έδρας όσο και στον ευρύτερο πολιτικό - οικονομικό και κοινωνικό χώρο που επηρεάζει το πανεπιστήμιο.

Παρουσιάζεται σήμερα το φαινόμενο σημαντικής και στρατηγικής επιρροής στον πανεπιστημιακό χώρο από μικρές σχετικά κοινωνικές δυνάμεις, καθώς επίσης και η κυριαρχία ιδεολογικο-πολιτικών ομάδων σε δομές, σχολές και τμήματα πανεπιστημίου.

Αυτές οι συντεχνίες ασχολούνται περισσότερο, ώστε να εξασφαλίσουν εσωτερικές ισορροπίες στη νομή της εξουσίας, παρά με την αξιοκρατία και δημιουργική ανάπτυξη των πανεπιστημίων.

Ετσι, στο πανεπιστήμιο δημιουργήθηκαν οι ομάδες που έχουν μακροπρόθεσμα συμφέροντα, ακυρώνοντας έτσι τα κοντοπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα συμφέροντα των φοιτητών.

Συνεπώς, η αυτοδιαχείριση βρίσκεται σε αδιέξοδο, αφού το φοιτητικό κίνημα βρίσκεται σε ύφεση και οι φοιτητές δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την επιρροή που απορρέει από την εκλογική και νομική τους συμμετοχή, ενώ το Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό και ιδιαίτερα οι οργανωμένες ελίτ, που έχουν στόχο τη συμμετοχή τους στην ευρύτερη νομή της εξουσίας, κυριαρχούν στη διαχείριση της πανεπιστημιακής εξουσίας.

Παρουσιάζεται, δηλαδή, και εδώ η ολιγαρχική άσκηση της εξουσίας και η εξουθένωση ή περιθωριοποίηση του φοιτητικού κινήματος και συνεπώς η ελαχιστοποίηση της κοινωνικής παρέμβασης μέσα στο πανεπιστήμιο.

Μέσα σε αυτό το ζοφερό κλίμα της αδυναμίας της πανεπιστημιακής συλλογικής κοινότητας να προστατεύσει τα συμφέροντά της, σε συνδυασμό με την έλλειψη χρηματοδότησης και τις προσαρμογές της Ανώτατης Παιδείας στους στόχους των πολιτικών της υπερεθνικής ολοκλήρωσης, η ιδιωτικοποίηση της Παιδείας προβάλλει ως πρόκληση με ιδιαίτερη σημασία, αφού έχει ήδη συντελεστεί η συστηματική διαβρωτική πορεία.

Τα μεταπτυχιακά προγράμματα και η αγορά εργασίας

Τα τελευταία χρόνια, στα πανεπιστήμια ιδρύονται πολλά μεταπτυχιακά προγράμματα, τόσο στο επίπεδο ενός τμήματος, όσο και με τη συνεργασία δύο ή περισσοτέρων τμημάτων (διατμηματικά μεταπτυχιακά προγράμματα). Το σύνολο των μεταπτυχιακών προγραμμάτων ξεπερνάει τα 70.

Πολλά όμως από αυτά τα προγράμματα έχουν επιβάλει δίδακτρα, που πολλές φορές ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο δραχμές το χρόνο ή το εξάμηνο.

Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές εδώ είναι συνήθως στελέχη των επιχειρήσεων σχετικά μεγάλης ηλικίας, που μπορούν να καταβάλουν το κόστος για να ενισχύσουν τις γνώσεις τους και συνεπώς τις θέσεις τους στον ιδιωτικό τομέα.

Ετσι, τα μεταπτυχιακά προγράμματα και οι μεταπτυχιακές σπουδές ιδιωτικοποιούνται και παύουν να είναι ενσωματωμένες στη λογική της δωρεάν παιδείας, αφού το βασικό πτυχίο και οι βασικές σπουδές δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν την κατοχή μιας θέσης εργασίας στην ανταγωνιστική και διευρυνόμενη αγορά εργασίας, που προτιμά τις μεταπτυχιακές ειδικεύσεις ή εξειδικεύσεις.

Εχει, ήδη, περάσει η λογική ότι η δωρεάν παιδεία που παρέχει η πολιτεία μετράει μόνο ως το προπτυχιακό επίπεδο και ο δημόσιος χαρακτήρας της παιδείας δεν έχει καμία υποχρέωση να παρέχει γνώσεις για στήριξη των εργαζομένων στην ελεύθερη αγορά εργασίας.

Αυτές οι εξελίξεις προοιωνίζονται μια πραγματικά δύσκολη εξέλιξη για τους μελλοντικούς εργαζομένους στο ιδιωτικό και δημόσιο περιβάλλον, ενώ η μόρφωση των νέων εργαζομένων συρρικνώνεται, προκειμένου να διευρυνθεί η επαγγελματική κατάρτιση των νέων στελεχών.

Οδηγούμαστε έτσι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με εργαζόμενους και στελέχη που θα διαθέτουν μόνο κατάρτιση αντί σφαιρικής παιδείας και συνεπώς δε θα μπορέσουν να ανταγωνιστούν τους αποφοίτους των γνωστών ευρωπαϊκών και διεθνών πανεπιστημίων, που κατέχουν σφαιρική γνώση στο σχεδιασμό και στην εκτέλεση της πολιτικής. Δηλαδή, στην ανάδειξη κυρίαρχων εξουσιαστικών ομάδων σε όλους τους τομείς της οικονομίας, τεχνολογίας και παραγωγής.

Εχουμε, δηλαδή, μπει για τα καλά σε μία κοινωνική εξέλιξη όπου η παιδεία παράγει στελέχη δύο ή περισσότερων ταχυτήτων και σίγουρα το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν προορίζεται να παράγει την εξουσιαστική ελίτ της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά μάλλον στελέχη εφαρμογών. Ητοι κατώτερη ποιότητα στο κοινοτικό σύστημα.

Τι πρέπει να γίνει

Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων, η δημόσια παιδεία και ιδιαίτερα η Ανώτατη Εκπαίδευση θα πρέπει να ενισχυθεί άμεσα και να ανατραπεί η τάση ιδιωτικοποίησής της.

Παράλληλα, τα πανεπιστήμια και τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα εν γένει θα πρέπει να οριοθετήσουν την αποστολή τους, τη φιλοσοφία τους και το ρόλο τους σήμερα και στον 21ο αιώνα με πλήρη συμπαράσταση της πολιτείας σε όλες τις οργανωμένες μορφές της. Εθνικό επίπεδο, Περιφέρεια, Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Οσο μια τέτοια πολιτική και στρατηγική δε χαράσσεται, τόσο η αποσύνθεση θα εντείνεται. Η απάντηση σε αυτή τη μεθοδευμένη κρίση, που σχεδιάζει και υλοποιεί το ανανεωμένο και διευρυμένο κατεστημένο, είναι η ανασύσταση του φοιτητικού κινήματος με σύγχρονο περιεχόμενο.

Εάν δεχόμαστε ότι υπάρχουν ακόμα εθνικά κοινωνικά συμφέροντα, τότε η παιδεία μας θα πρέπει να επαναοριοθετηθεί εκ νέου πάνω σε σύγχρονες μορφές, μέσα σε αυτά τα εθνικά και κοινωνικά συμφέροντα, γιατί αυτή η πολιτική είναι συνυφασμένη με την επιβίωση της κοινωνίας μας.

Ηλίας ΘΕΡΜΟΣ

Καθηγητής, πρόεδρος του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών, Οικονομικών και Πολιτικών Σπουδών, Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Εάν δεχόμαστε ότι υπάρχουν ακόμα εθνικά κοινωνικά συμφέροντα, τότε η παιδεία μας θα πρέπει να επαναοριοθετηθεί εκ νέου πάνω σε σύγχρονες μορφές, μέσα σε αυτά τα εθνικά και κοινωνικά συμφέροντα, γιατί αυτή η πολιτική είναι συνυφασμένη με την επιβίωση της κοινωνίας μας.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ