Γι' αυτό δεν είναι χωρίς σημασία να προσπαθήσει κανείς να επισημάνει μερικά στοιχεία που έβγαλε στην επιφάνεια αυτό το συνέδριο.
Ενα από τα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας του 4ου Συνεδρίου ήταν οι οξυμένες αντιπαραθέσεις.
Η κυριότερη αντιπαράθεση, σύμφωνα με την εικόνα του Συνεδρίου, ήταν η σχετική με την εκλογή των ηγετών. Είναι, πάντως, φανερό ότι, πίω από αυτήν και ανεξάρτητα από το πόσο το έχουν συνειδητοποιήσει οι ανθρώπινοι παράγοντές της, κρύβεται ο εσμός αντιθέσεων που δημιουργεί η ίδια η πολιτική του ΠΑΣΟΚ, η οποία, από τη μια μεριά, πρέπει να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μονοπωλίων, αλλά, από την άλλη μεριά, να μην το δείχνει ή να δείχνει το αντίθετο. Πίσω από αυτή και μέσα σ' αυτή την αντίθεση, περιέχονται πραγματικές αντιθέσεις της ελληνικής κοινωνίας και αυτό εκφράστηκε - ίσως συχνά - και στο Συνέδριο.
Από την άλλη, στις αντιθέσεις αυτές, περιέχεται και μια άλλη, καθόλου λιγότερο σοβαρή, πλευρά: Η ανησυχία σημαντικών τμημάτων της κυρίαρχης τάξης μήπως το ΠΑΣΟΚ φαίνεται υπερβολικά δεξιό, επομένως δεν είναι κατάλληλο για το ρόλο για τον οποίο το θέλουν. Πολύ περισσότερο, που το ΠΑΣΟΚ οφείλει την ύπαρξή του και στο ότι η κυρίαρχη τάξη επιθυμεί ένα άλλο κόμμα, του οποίου τα μέλη θα αυτοαποκαλούνται "σύντροφοι". Γι' αυτό, το ΠΑΣΟΚ πρέπει να μην είναι μόνο "κεντροαριστερό", αλλά και "αριστερό", πράγμα που φαίνεται καθαρά στη φρασεολογία του συνεδρίου και ακόμη και του κ. Σημίτη.
Από την άποψη της ουσίας, αυτό φάνηκε με την ταραχώδη σύμπλευση δυο στοιχείων:
α) Το στοιχείο της υπόσχεσης προς την κυρίαρχη τάξη ότι η πολιτική της θα εξυπηρετηθεί. Ετσι, έχουμε, π.χ., την υπουργό Ανάπτυξης κ. Β. Παπανδρέου να θεωρεί θέμα αρχής (για το ΠΑΣΟΚ) την πάλη ενάντια στις "συντεχνιακές νοοτροπίες" και τον υπουργό Οικονομικών κ. Αλ. Παπαδόπουλο, όχι απλώς να περιγράφει, αλλά, κυριολεκτικά, να υπόσχεται μια ακόμη αγριότερη οικονομική πολιτική.
β) Το στοιχείο της "συνθηματικής παρηγοριάς", δηλ. τις βίαιες επιθέσεις ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό.
Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το μόνιμο μοτίβο που αναφέρθηκε ίσως από όλους: Το κύριο πρόβλημα για το ΠΑΣΟΚ είναι η νίκη στις εκλογές.
Ακόμη και το θέμα της "δυαρχίας" προβλήθηκε καθαρά κάτω από αυτό το φως. Ετσι, έχουμε, π.χ., την κ. Παπανδρέου να προειδοποιεί τους συνέδρους να προσέξουν μήπως το ΠΑΣΟΚ πάθει ό,τι το SPD, το οποίο, από τότε που έπαψε να ταυτίζει όλα τα ανώτατα αξιώματα σε ένα πρόσωπο, "δεν ξαναείδε εξουσία".
Μέλη της ΚΕ του ΠΑΣΟΚ δε δίστασαν να επισημάνουν από την τηλεόραση ότι δε γίνεται καμία συζήτηση για την πολιτική, αλλά μόνο αντιπαράθεση μηχανισμών και, μάλιστα, ούτε καν αυτό. Απλώς αγρεύονται ψήφοι συνέδρων με βάση το εάν ο καθένας θέλει ή δε θέλει εκλογές.
Το τι αυτό σημαίνει δεν είναι μόνο φανερό, αλλά αναπτύχθηκε εν εκτάσει και από τους ομιλητές. Εκτός των άλλων, σημαίνει, όπως σαφώς ελέχθη, και διατήρηση του "πολυσυλλεκτικού χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ", δηλ. μονιμοποίηση της καιροσκοπικής προσαρμογής.
Εδώ, έχουμε και μια βαθμιαία εξέλιξη: Ο οπορτουνισμός δεν "εννοείται" δεν "υποτίθεται" πια, αλλά, σιγά σιγά, γίνεται επιθετικός και απαιτεί όλο και πιο καθαρά τη θεσμική του "νομιμοποίηση". Αυτό, πέραν των άλλων, σηματοδοτεί και το ρόλο της γενικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ και των εξελίξεών της σαν φορέα ενός σοβαρού ηθικοπολιτικού πια κινδύνου για την ελληνική κοινωνία.
Ενα άλλο σοβαρό θέμα που απασχόλησε το συνέδριο ήταν οι σχέσεις μεταξύ κόμματος και κράτους.Το θέμα αυτό παρουσιάστηκε σαν πρόβλημα σχετικό με το εάν θα είναι ο πρωθυπουργός και ο πρόεδρος του κόμματος το ίδιο πρόσωπο κλπ. Στην πραγματικότητα, όμως, και μερικοί το είπαν κιόλας, η ουσία είναι η θέση του κόμματος σαν τέτοιου.
Δεν πρόκειται για απλό θέμα, ούτε για θέμα που αφορά μόνο το ΠΑΣΟΚ ή ακόμη και μόνο την Ελλάδα. Αφορά ένα πρόβλημα που απασχολεί γενικά την καπιταλιστική κοινωνία και πιο πολύ ακόμη, την κυρίαρχη τάξη, η οποία έχει ανάγκη και από ένα κράτος, για τους γνωστούς λόγους, και από κόμματα για να κάνουν τις ενέργειες του κράτους συμβατές με τις μάζες των εργαζομένων.
Ποια, όμως, είναι η μεταξύ τους σχέση; Ποιος έχει την πρωτοκαθεδρία; Ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος του καθενός;
Οπως είπαμε, πρόκειται για πολύπλοκα ζητήματα στα οποία δεν μπορούσε, βέβαια, να περιμένει κανείς να πάρει απάντηση από το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ.
Ο κ. Β. Κεδίκογλου, βουλευτής, οπαδός της "καθαρής λύσης" τάσσεται υπέρ της "προεδροποίησης" στη βάση μιας καθαρά αστικοδημοκρατικής θέσης: Αν ο πρόεδρος του κόμματος θα έχει εξουσίες που θα πρέπει να έχει ο πρωθυπουργός και τα κομματικά όργανα το ίδιο, τότε "κομματικοποιείται το κράτος".
Ο κ. Τ. Παπάς, μέλος της ΚΕ, τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού, γιατί "το κόμμα δεν μπορεί να υποστηρίζει παθητικά την κυβέρνηση, αλλά θα πρέπει, αν χρειαστεί, να της τραβά το αυτί".
Ο κ. Μ. Χαραλαμπίδης, εκφράζοντας την ιδέα στην πιο ριζοσπαστική της μορφή, ζητά "τον πλήρη διαχωρισμό κόμματος και κοινωνίας, από τη μια, και κράτους σε όλα τα επίπεδα, από την άλλη". Δεν είναι τυχαίο ότι η αντίφαση εμφανίζεται πιο καθαρά εκεί όπου πιο καθαρά εμφανίζεται το αίτημα - στον κ. Μ. Χαραλαμπίδη. Ετσι:
Εκείνο που, κατά τη γνώμη μας, συμβαίνει είναι το εξής: Αναζήτηση τρόπων, ώστε το κόμμα να συμμερίζεται, όσο γίνεται λιγότερο, ευθύνες της πολιτικής του κράτους, ώστε να μπορεί να την υπηρετεί καλύτερα.
Πρόκειται για μια προβληματική πολύπλοκη, που συχνά φαίνεται μόνο έμμεσα. Ωστόσο, φάνηκε καθαρά στην παραίνεση του κ. Σημίτη προς το ΠΑΣΟΚ να μην είναι "η εξασθενημένη ηχώ της κυβερνητικής πολιτικής", αλλά να γίνει "παιδευτικό", ενόψει μιας πολιτικής που πρέπει να εφαρμοστεί "με οποιοδήποτε κόστος". Αλλά πιο καθαρά φάνηκε στον κ. Χαραλαμπίδη, ο οποίος είπε:
"Αν ανεβείς στο τρένο του κράτους, ή σε αναγκάζουν να μείνεις ως τον τελευταίο σταθμό ή σε αναγκάζουν να κατέβεις".
Ενδιαφέρον είναι το ότι εκείνο που ο κ. Κεδίκογλου προσπάθησε στη βάση ενός αστικοδημοκρατικού αξιώματος, τόσο ο κ. Παπάς, όσο και ο κ. Χαραλαμπίδης προσπάθησαν να το στηρίξουν στο σύγχρονο αναθεωρητισμό: Κατ' αυτούς, για τα γεγονότα του 1989 - '91 στην Ανατ. Ευρώπη και την ΕΣΣΔ έφταιγε αποκλειστικά "το κράτος - κόμμα".
Με κίνδυνο να διαπράττουμε εδώ μια υπερβολή, επισημαίνουμε την αίσθησή μας ότι, σ' αυτό το Συνέδριο, το ΠΑΣΟΚ παρουσιάστηκε και αυτοπαρουσιάστηκε πολύ εντονότερα σαν "κόμμα" παρά σαν "κίνημα".
Θανάσης ΠΑΠΑΡΗΓΑΣ
(Αύριο το 2ο μέρος του άρθρου)