Το λάθος και το καθήκον!
Στον προηγούμενο "Κυριακάτικο Ριζοσπάστη" δημοσιεύτηκε στη "Δεύτερη Σελίδα", το άρθρο της ΓΓ του Κόμματος, Αλ. Παπαρήγα, με τίτλο: "Το άμεσο πολιτικό καθήκον του Κόμματος". Το διάβασα πολλές φορές. Οχι βέβαια, για να το καταλάβω, αφού το ίδιο το κείμενο δεν παρουσιάζει νοηματικές δυσκολίες. Το διάβασα όμως πολλές φορές, για να επαληθεύσω την πρώτη μου εντύπωση, την εντύπωση που με ανάγκασε από την αρχή να χαρακτηρίσω το κείμενο αυτό γενικά αδιέξοδο. Ενα κείμενο, δηλαδή, που, ενώ περιγράφει το πρόβλημα, δεν προχωράει στην ανάλυσή του. Και πραγματικά, αυτό έγινε, η αρχική μου εντύπωση επαληθεύτηκε. Την ίδια στιγμή, όμως, στο βαθμό που διαπίστωνα την αντικειμενικότητα της επαλήθευσης και συνειδητοποιούσα με συγκεκριμένο τρόπο τα στοιχεία του "αδιεξόδου", άλλο τόσο ξεκαθάριζε μέσα μου η οξύτητα του προβληματισμού που διαπιστωνόταν μέσα σ' αυτό το συνοπτικό "σημείωμα", και μάλιστα πολύ λίγες μέρες πριν από το 15ο Συνέδριο του Κόμματος. Θα μπορούσαν, βέβαια, να με ρωτήσουν οι αναγνώστες: Αφού λοιπόν θεωρείς το κείμενο αυτό "αδιέξοδο" και τον προβληματισμό που διατυπώνεται μέσα απ' αυτό πολύ σημαντικό, τι θες και επανέρχεσαι; Μα για ένα πολύ απλό λόγο, για να διατυπώσω δημόσια την άποψή μου πως το κείμενο της ΓΓ περιγράφει μεν μια αρνητική πραγματικότητα, δεν αναφέρεται όμως στο θεωρητικοποιημένο μεθοδολογικό λάθος που την προκάλεσε. Επειδή πιστεύω, λοιπόν, πως όσο επιμένουμε στη διάπραξη αυτού του λάθους, τόσο αυτή η "αρνητική πραγματικότητα" θα διαιωνίζεται. Θα επιχειρήσω να αναλύσω συνοπτικά το "λάθος". Με μια τέτοια ανάλυση ίσως κατορθώσω να προσδιορίσω, έστω και έμμεσα, και το "καθήκον" που διατυπώνεται, με τυπικό τρόπο, μέσα στον εναγώνιο προβληματισμό της προηγούμενης "Δεύτερης Σελίδας". Και με κανένα τρόπο δε θα ήθελα να χαρακτηρίσετε σαν υπερβολική την περιγραφή μου "εναγώνιο προβληματισμό". Γιατί, τι άλλο μπορεί να εκφράζει η άποψη, "Σήμερα ακόμη περισσότερο επείγει να καταπιαστούμε με τα προβλήματα του ιδεολογικού αγώνα στις γραμμές του συνδικαλιστικού, εργατικού κινήματος. Εδώ πονάμε, ο προσανατολισμός μας δεν είναι ολοκληρωμένος, γέρνει περισσότερο σε μια πλευρά, στη συνδικαλιστική δουλιά και εδώ με πολλές αδυναμίες και ελλείψεις".
Ας προχωρήσουμε, λοιπόν, στην ανάλυση του "λάθους". Οταν μιλούμε και μάλιστα "ανοιχτά" για την εργατική τάξη και για τον "ηγετικό" της ρόλο στα πλαίσια του "αντιμονοπωλιακού και αντιιμπεριαλιστικού" μετώπου, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως περιγράφουμε αποκλειστικά τις πολιτικές (είτε είναι αυτές συνδικαλιστικές, είτε ιδεολογικές) δραστηριότητες ενός συνόλου φυσικών προσώπων. Πρέπει, με άλλα πιο απλά λόγια, να έχουμε μόνιμα στο μυαλό μας μια εικόνα "δραστήριων ανθρώπων", όπως θα έλεγε και ο Ενγκελς, με ζωγραφισμένη στα μάτια την αποφασιστικότητα για την τελική νίκη και με ξεκαθαρισμένο μέσα στη συνείδηση το χαρακτήρα αυτής της τελικής νίκης. Μια τέτοια σύνθεση δεν ανήκει μόνο στο χώρο της τέχνης και δε λειτουργεί μόνο συμβολικά. Την "εργατική τάξη", τους ανθρώπους, δηλαδή, που πουλάνε τη δύναμη των χεριών τους, για να παραγάγουν με την αξιοποίησή της την "υπεραξία", την κυρίαρχη ουσία του καπιταλισμού, πρέπει να την αντιλαμβανόμαστε ως τη μορφή συγκεκριμένων σχέσεων, όπως αυτές ορίζονται, όχι μόνο μέσα στο χώρο της παραγωγής, αλλά και μέσα στα πλαίσια της κοινωνίας που αποτελεί αντανάκλαση αυτών των σχέσεων. Μέσα στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου πολιτισμού. Από τη στιγμή, λοιπόν, που θα αντιληφθούμε τον εργάτη ως δημιουργό της "υπεραξίας", άρα και ως δημιουργό του χαρακτήρα της κοινωνίας μας και του πολιτισμού μας. Θα συνειδητοποιήσουμε με αντικειμενικό τρόπο την άμεση σχέση του με την ιστορία. Γιατί η ιστορία δεν μπορεί να υπάρξει ως αντικειμενικότητα, αν δεν αντανακλά τις συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτισμικές σχέσεις. Θα αντιληφθούμε ακόμα την άμεση σχέση του με την παραγωγή των ιδεών της εποχής, της κάθε εποχής. Την άμεση σχέση του με τη μορφή των πολιτικών και των οικονομικών κρίσεων. Και όχι μόνο τη σχέση του, αλλά και τον ιστορικό του ρόλο να μεταφέρει το υλικό όλων αυτών των κρίσεων μέσα στη συνείδησή του.
Εδώ είναι που πονάμε. Μας πονάει η αδυναμία μας να συνειδητοποιήσουμε την ανθρώπινη ουσία του εργάτη και μαζί με αυτή τη διαλεκτική του σχέση με τον πολιτισμό, με την περιπέτεια της ιστορίας. Αντιλαμβανόμαστε την εργατική τάξη, όπως περίπου την περιγράφουν οι πίνακες του "σοσιαλιστικού ρεαλισμού". Ευρώπη, αλλά στατική. Παγιδευμένη μέσα σε ένα κόσμο ονειρικό. Αρνηθήκαμε, σχεδόν πεισματικά, να πάμε κοντά στις ραφές που την κρατάνε ενωμένη με μια κοινωνία άδικη και βάρβαρη μέσα στην αδικία της, πολλές φορές όμως και γοητευτική. Περιγράψαμε μόνο τον ιδρώτα της, τις πληγές της, τους νεκρούς και τους ήρωές της, την "πείρα των αγώνων" της. Τη συνείδησή της όμως την αφήσαμε έρμαιο της απεργίας και των συνθημάτων. Τη χαιρετίσαμε μέσα στα τραγούδια μας "...γεια σου περήφανη και αθάνατη εργατιά...", δεν της εξηγήσαμε όμως, γιατί είναι περήφανη. Ούτε της αναλύσαμε το νόημα της "αθανασίας" της. Δεν τη βοηθήσαμε, με άλλα λόγια, να καταλάβει πως ούτε η περηφάνια ούτε η "αθανασία" της είναι αρετές μεταφυσικές, αμετάβλητες. Δεν είναι με άλλα λόγια αρετές "εξ ορισμού" δοσμένες, αλλά είναι ιδιότητες ιστορικές, πολιτικές, γι' αυτό και δεν κατακτιούνται μόνο μέσα στο εργοστάσιο, αλλά και έξω από αυτό, και κατακτιούνται μάλιστα, προπαντός τη στιγμή εκείνη που ο Εργάτης συνειδητοποιεί τον "ηγετικό" του ρόλο, συνειδητοποιεί, επομένως, την ταξική του υπόσταση. Εμείς τα θεωρήσαμε όλ' αυτά αυτονόητα. Ετσι, δε φροντίσαμε να εμπλουτίζουμε αυτές τις ιδιότητες. Δε φροντίσαμε να τις εκσυγχρονίζουμε, συνδέοντας τη συνείδηση του βιομηχανικού εργάτη με εκείνη του εργασιακού σύμπαντος. Στην ουσία, την απομονώσαμε αυτή τη "συνείδηση", χωρίς να δείξουμε ενδιαφέρον για το περιεχόμενο και τις αλλαγές της. Τη συνδέσαμε με ένα είδος πολιτισμού που δεν το περιγράψαμε επιστημονικά, την εγκλωβίσαμε μέσα σε σχήματα παραδοσιακής συμπεριφοράς, που από καιρό έχουν χάσει τη σημασία τους. Και το πιο σοβαρό λάθος είναι πως δεν αποφασίσαμε να παρακολουθήσουμε τις αλλαγές της "εργασίας", ώστε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε τις αλλαγές της συνείδησης τους εργαζόμενου. Παγιδευτήκαμε, με άλλα λόγια, μέσα σε μια αντίληψη που αντιλαμβάνεται, χωρίς να το ομολογεί, την "εργατική τάξη" σαν δομή μέσα στην κοινωνία. Σαν μια "κατασκευή", για να το πω αλλιώς, έξω από την ιστορία και μερικές φορές έξω από τα κοινωνικά συμφραζόμενα.
Εκείνο που πιστεύω, λοιπόν, πως αποτελεί πολιτικό καθήκον του Κόμματος αυτή τη στιγμή δεν είναι μια καθοδηγητική καμπάνια κλασικού τύπου. Μια επανάληψη των ίδιων συνθημάτων δε θα φέρει αποτέλεσμα, όσο και αν τα συνθήματα αυτά εξωραϊστούν στον τρόπο της εκφοράς τους. Πολύ γρήγορα τα καινούρια "μαθήματα" θα μετατραπούν κι αυτά σε απαστράπτοντες, βέβαια, πλην όμως θλιβερούς σταλαγμίτες μέσα στα σπήλαια μας απάνθρωπης πραγματικότητας. Και θα γίνει αυτό, αν τα "μαθήματα" αυτά δεν αναλάβουν να ανατρέψουν την αντίληψη, το "θεωρητικοποιημένο μεθοδολογικό" λάθος, δηλαδή, που ανέφερα στην αρχή. Την αντίληψη που αντιμετωπίζει σχεδόν μεταφυσικά τον εργάτη, αποκλειστικά και μόνο σαν αμετάβλητο σύμβολο εκμετάλλευσης. Την αντίληψη που από τη μια μεριά αναγνωρίζει τον "ηγετικό" ρόλο της εργατικής τάξης, από την άλλη όμως δεν αποφασίζει να περιγράψει αυτό το ρόλο, να τον μετατρέψει σε καθημερινές λέξεις. Να τον μεταφέρει με άλλα λόγια από τον κόσμο της θεωρίας στον κόσμο της πράξης. Εκεί πονάμε!
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ
Θεσσαλονίκη