Κυριακή 31 Μάρτη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Οι τρελές αγελάδες

Του Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ

Τι εποχή τρελή! Σουρεαλιστική! Ακόμα και οι - αθώες - αγελάδες δεν άντεξαν τέτοια - και τόση - ασχήμια. Τις έπιασε κατάθλιψη και τρελάθηκαν. Τρελάθηκαν οριστικά και αμετάκλητα. Και έτσι τρελές και δυστυχισμένες, πια, παρακολουθούνε - μέσα από την τρέλα τους - όλον αυτόν τον τρελό κόσμο γύρω τους. Και τρελαίνονται ακόμα περισσότερο με τις προστυχιές και τις αντιφάσεις του!

Παρακολουθούν έκθαμβες έναν γέρο άνθρωπο, που έχει άγρια προβλήματα με την υγεία του, να περιφέρεται στις αγορές και στα λιμάνια και να "δείχνεται" - ο ίδιος και τα δόντια του - σαν κάτι εξαιρετικό. Και γύρω του ο κόσμος χυδαίος και άπονος, να χτυπάει χειροκροτήματα γιατί, μπόρεσε, λέει - ο άρρωστος - να κουνήσει το χέρι του. Και αυτή πράξη του, λένε, έχει σημαντικές πολιτικές προεκτάσεις. Και ο ίδιος - με όση λογική του έχει μείνει - αποκαμωμένος, χωρίς δυνάμεις για να τους προγκίξει, γυρεύει, απελπισμένα, μια καρέκλα για να ακουμπήσει και αν είναι δυνατόν να πέσει πάνω της και να σβήσει. Κανένας σεβασμός!

Παρακολουθούν έκπληκτες - και αγαναχτισμένες - τη χώρα, να τη μετατρέπουν οι επικίνδυνοι και οι αστόχαστοι σε ένα απέραντο καζίνο. Βλέπουν να ξεφυτρώνουν - ανεξέλεγκτα - σαν δηλητηριασμένα μανιτάρια, δεκάδες κολυμβήθρες του Σιλωάμ, για να ξεπλένουν - προκλητικά και ξεδιάντροπα - τα βρώμικα χρήματα και τα βρώμικα άτομα, που έχουν βρώμικα χρήματα. Βλέπουν χιλιάδες μικρές και μεγάλες οικονομίες να κατασπαράζονται από τους "μαύρους Τζακ", τις "μαύρες χείρες" και τις μαύρες ψυχές. Και βλέπουν το κράτος - πρωτοληστή στους ληστές - να κρατάει το λαό στημένο στον τοίχο και να τον ληστεύει. Να τον έχει μπλοκάρει, το λαό, από όλες τις μεριές και να του ρουφάει σιγά - σιγά το αίμα. ΠΡΟ - ΠΟ, λαχεία, ανεργία, Ξυστό, κουπόνια, συντάξεις πείνας, καζίνα, απελπισία! Κανένας σεβασμός!

Και να βλέπουν οι δυστυχισμένες - και τρελές, οριστικά, πια - αγελάδες τον δικαστή και πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας να γυρίζει, χωρίς περίσκεψη την προβιά του από τη μαύρη πλευρά. Και να απλώνει - χωρίς προσχήματα - μπροστά μας τον αντικομμουνισμό του και τον άσχημο εθνικισμό του. Και να γίνεται το κακό παράδειγμα. Και να ξέρει - και όλοι μας να ξέρουμε - πως άρμεξε - και αυτός - από τον κόσμο του Κου Κου Ε, που σήμερα "δικάζει". Και να μην τον φτάνει - τον δικαστή - η ιδέα της "μεγάλης Ελλάδας", για να χωθεί μέσα της και να κρυφτεί μέσα της. Γιατί, η συνέπεια είναι αρετή που αναζητείται!

Και παρακολουθούν οι τρελές αγελάδες το θόρυβο, που ξεσήκωσε ο ποιητής με τη σιωπή που απαίτησε να κοπάσει. Και ο κόσμος γύρω μας να σπρώχνεται, πάλι, εκδικητικά, εκεί, που ήταν και πριν πεθάνει ο ποιητής. Στη μοναξιά της καθημερινότητας. Χωρίς στίχους και χωρίς υπερβολές. Χωρίς αναφορές στις Κυκλάδες και στο "μπλε και το άσπρο". Να μας μένει μόνον η βραχονησίδα, για να πιανόμαστε από πάνω της και να κάνουμε τραμπάλα τις εθνικές μας περηφάνιες. Να μας μένει μόνον το βαθύ μαύρο του ουρανού από το σύννεφο της απελπισίας που εκπέμπει η υποκρισία. Να μας μένουν οι πρόχειρες "απαγγελίες" όλων αυτών που θέλησαν να έχουν μέρος - και δόξα - στον πόνο για το χαμό. Κανένας σεβασμός!

Και γω, μέσα σε όλο αυτό το χαλασμό, να μαθαίνω αδικαιολόγητα καθυστερημένα, πως "αρρώστησε ο Μίμης". Και τρέχω - καθυστερημένα - στην κλινική να του συμπαρασταθώ. Και εκείνος να έχει πεθάνει, δυστυχώς, πριν φτάσω. Και εκεί στη γραμματεία η κοπέλα, που ρώτησα "σε ποιο δωμάτιο βρίσκεται ο Ραβάνης", να μου απαντάει, ανυποψίαστα, με μια μεγάλη κουβέντα: "Μα, έφυγε ο Ανθρωπος"!

Και γι' αυτόν τον Ανθρωπο,που έφυγε ήσυχα και πολιτισμένα, όπως έζησε - γράφτηκαν και ακούστηκαν τόσο λίγα, ενώ του έπρεπαν τόσα πολλά. Και όλοι ξέρουμε - και εκείνοι ξέρουν - πως δεν υπάρχει στόμα καθαρό, που να μην τραγούδησε τα τραγούδια του Μίμη. Και δε μιλάω για τις ώρες του βουνού, που εκεί - έτσι κι αλλιώς - τραγουδάς χωρίς να ρωτάς για τον στιχουργό, γιατί ξέρεις, είσαι σίγουρος, πως πολεμάει δίπλα σου! Μιλάω για αργότερα, για τώρα, που οι "ιστορικοί" δε βρήκαν να πουν ούτε δυο απλές κουβέντες γι' αυτόν και το έργο του. Να πούνε, ποιος έγραψε αυτούς τους υπέροχους ψαλμούς, που τραγουδήθηκαν από εκείνα τα υπέροχα λαρύγγια. Δεν τόλμησαν να κάνουν δυο δηλώσεις. Γιατί θα έπρεπε, τότε, να πούνε ένα του - έστω - στίχο. Και δεν τόλμησαν! Γιατί τα ποιήματα του Μίμη - και τα τραγούδια του - θα τους γέμιζαν ενοχές και θα τους αποκάλυπταν. Και προτίμησαν τη σιωπή! Κανένας σεβασμός!

Ομως η ιστορία, ευγενική και όμορφη, με τους ευγενικούς και όμορφους ανθρώπους, ξέρει να εκδικείται. Εδωσε στο Μίμη το δικό της βραβείο. Το μεγάλο βραβείο της συνέπειας! Και της ανθρωπιάς. Και τον σημείωσε στις πολύτιμες σελίδες της για τις μελλοντικές αναφορές.


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ