Είχε τα κακά της τα χάλια. Πολύ πίκρα και καμιά αισιοδοξία.
"Τι συμβαίνει κυρία Μαρίκα μου - της λέω - πρώτη φορά σ' ακούω έτσι λυπημένη. Εσύ είσαι πάντα ζωηρή και χαρούμενη κι αν καμιά φορά μας πιάναν τα άγχη και οι στριμάρες μας, εσύ ήσουν που μας έδινες κουράγιο".
"Τι να σου πω - μου λέει - δεν ξέρω από πού ν' αρχίσω και πού να σταθώ, παραμονή Χριστουγέννων! Με παίρνει τηλέφωνο μια χαμηλόφωνη και ευγενική φωνή, με τα μπαρντόν, και τις ευχές της για τις άγιες τούτες μέρες.
Τόσο ευγενική φωνή που συγκινήθηκα. Αγαπητή κυρία - μου λέει - εδώ και μια ώρα κάποιοι κακοί - πολύ κακοί - άνθρωποι, έκλεψαν το αυτοκινητάκι σας και μου το έφεραν να το κάνω λιάδα. Βίδες και παξιμαδάκια"!
Σέκος η κ. Μαρίκα μας.
"Εμείς - λένε οι κακοί άνθρωποι - δεν αναλαμβάνουμε τέτοια υπόθεση. Αν θέλεις κάντο από μόνος σου! Γι' αυτό σας πήρα αγαπητή μου κυρία γιατί σας συμπάθησα. Λίγο πάνω, λίγο κάτω θα τα βρούμε. Να πάρετε το αυτοκινητάκι σας και να ζήσουνε κι αυτοί καλά και μεις καλύτερα".
Συνέρχεται λίγο η κ. Μαρίκα μας κι αρχίζει το παζαριλίκι. "Και κάτι άλλο- η πολύ ευγενική φωνή - μην κάνετε την κουτουράδα και πάτε σε καμιά αστυνομία, γιατί δε θα ξαναδείτε ποτέ το αγαπημένο σας αμαξάκι".
"Κάνε αμέσως αυτό που σου λένε - κατηγορηματικός ο κυρ - δικηγόρος - αν θέλεις να το ξαναβρείς. Δεν μπορείς και δεν πρέπει να 'χεις εμπιστοσύνη πουθενά. Μέσα σ' αυτές τις συμμορίες είναι ανακατεμένοι αστυνομικοί, συνεργεία και ασφαλιστικές εταιρίες".
Αυτά ο κυρ - δικηγόρος που λες.
Κι αρχίζει το παζάρι. Το 'να τηλέφωνο πίσω στ' άλλο. Πρώτη τιμή ύστερα απ' τις ευχές και τα χρόνια πολλά, ένα εκατομμύριο.
Κλαίγεται η κ. Μαρίκα μας. "Μα τι λέτε κύριε χριστιανέ μου. Είναι πολλά, πάρα πολλά. Φτωχοί άνθρωποι είμαστε κι εμείς. Μεγάλοι και συνταξιούχοι. Αυτό το αυτοκινητάκι, ήταν η μόνη μας χαρά".
"Να δω τι μπορώ να κάνω για σας - απαντά η ευγενική φωνή. Ξέρετε δεν περνά από το χέρι μου. Εγώ είμαι ένας φτωχός, πλην έντιμος οικογενειάρχης. Αλλοι έχουν το πάνω χέρι".
Ξανά τηλέφωνο. Ξανά ευχές. Ξανά υποχρεωτική παραχώρηση στις 800.000 δρχ.Να μην στα πολυλογώ, ύστερα από πολλά τηλεφωνήματα τριών ημερών, συμβιβαστήκαμε - ύστερα από εκατέρωθεν υποχωρήσεις - στις 400.000 δρχ. Τόσα είχαμε.
Τώρα τι επηκολούθησε ώσπου να ξαναφθάσει το αυτοκίνητο στο χέρι μας. Το δούναι και λαβείν. Ο τόπος και ο τρόπος παράδοσης. Οι μυστικές διασυνδέσεις και η παρακολούθηση. Νιώσαμε και λίγο πράκτορες και λίγο ντετέκτιβ, ζήσαμε και λίγο μυστήριο. Είναι μια άλλη ιστορία που θα σου τη διηγηθώ από κοντά.Τελικά είμαστε πολύ ευχαριστημένοι με τους εκβιαστές μας που διαπραγματευτήκαμε την υποταγή μας σε λογικές τιμές.
Βασίλης ΛΙΟΓΚΑΡΗΣ