18ο ΜΕΡΟΣ
Από τον Αύγουστο του 1967 άρχισαν να κυκλοφορούν επίμονες φήμες ότι στρατιωτικοί σύμβουλοι των ΗΠΑ είχαν εμπλακεί σε παράνομες συμφωνίες πωλήσεων όπλων σε εμπόρους και λαθρέμπορους. Το σκάνδαλο πήρε διαστάσεις με την εξαφάνιση ενός ολόκληρου φορτίου, που είχε φύγει από το λιμάνι Αρίκα της Χιλής και δεν έφτασε ποτέ στη Βολιβία. Σύμφωνα με πηγές της βολιβιανής κατασκοπίας, ο σταθμός της CIA στη Λα Πας ειδοποίησε την Ουάσιγκτον γι' αυτό το επικερδές εμπόριο. Ανάμεσα στους αξιωματούχους αυτής της υπηρεσίας κατασκοπίας και τους εκπροσώπους του Πενταγώνου υπήρχαν διαμάχες, αντιζηλίες, φθόνοι και παρεξηγήσεις. Μόλις έγινε γνωστό αυτό το γεγονός, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν. Στις 2 του Σεπτέμβρη, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έστειλε τον κύριο Πάτρικ Μόρις, διευθυντή του Γραφείου Βολιβιανών και Χιλιανών Υποθέσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, για να ερευνήσει τις πληροφορίες της CIA και να συζητήσει τα προβλήματα που υπήρχαν ανάμεσα στους Βορειοαμερικανούς υπαλλήλους. Στις 19 του Σεπτέμβρη συνέλαβαν τη Γαλλίδα καθηγήτρια Σουζάν Ρομπέρ, την οποία θέλησαν να συνδέσουν με τους αντάρτες και το εμπόριο όπλων. Μια μέρα αργότερα, ένας διπλωματικός σάκος της πρεσβείας των ΗΠΑ, που περιείχε άφθονα έγγραφα, επιταγές και χαρτιά, εξαφανίστηκε, τη στιγμή που τον μετέφεραν από την έδρα της διπλωματικής αυτής αποστολής στα γραφεία της αεροπορικής εταιρίας Μπράνιφ Ιντερνάσιοναλ, στο κέντρο της πρωτεύουσας της Βολιβίας.
Σύμφωνα με τις βολιβιανές πηγές, ένας απλός νέος 14 ετών έκλεψε το σάκο για λίγα πέσος και τον παρέδωσε σε δυο πολίτες που τον περίμεναν σ' ένα στρατιωτικό τζιπ, έτοιμο να ξεκινήσει σ' ένα δρόμο κοντά στη λεωφόρο Καμάτσο. Εγινε γνωστό ότι στο διπλωματικό σάκο υπήρχαν εκθέσεις και τα έγγραφα του Πάτρικ Μόρις που αναφέρονταν στο λαθρεμπόριο, το εμπόριο όπλων και τα συμπεράσματα της επίσκεψής του. Οι στρατιωτικοί σύμβουλοι των ΗΠΑ χρειάζονταν χρόνο, έτσι ώστε να μπορέσουν να δώσουν εξηγήσεις στους ανωτέρους τους στην Ουάσιγκτον και να τους επηρεάσουν. Γι' αυτό το λόγο σχεδίασαν την κλοπή.
Στις 21 του Σεπτέμβρη, έφτασε στη Λα Πας μια αποστολή των ένοπλων δυνάμεων των ΗΠΑ για να ερευνήσει τις καταγγελίες και να περιφρουρήσει την εκφόρτωση και μεταφορά ενός νέου φορτίου 15 τόνων.
Η έρευνα γύρω απ' το χαμένο φορτίο προκάλεσε τη διάδοση διαφορετικών εκδοχών μεταξύ των Βολιβιανών στρατιωτικών, των Βορειοαμερικανών αξιωματικών και των αξιωματούχων της CIA. Οι πρώτοι βεβαίωναν ότι δεν είχε ξεκινήσει ή ότι οι Βορειοαμερικανοί το είχαν πουλήσει αλλού. Κατηγόρησαν επίσης τις ένοπλες δυνάμεις της Χιλής σαν υπαίτιες της κλοπής, επειδή ανησυχούσαν πολύ για τον εξοπλισμό της Βολιβίας.
Αλλο σημείο τριβής ήταν η κλοπή του διπλωματικού σάκου, μιας και οι υπάλληλοι της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών πίεζαν την αστυνομία να βρει τους ενόχους. Ετσι, άρχισε μια έντονη και εγκληματική καταστολή ενάντια στα παιδιά που γυάλιζαν παπούτσια, που πουλούσαν εφημερίδες ή ζητιάνευαν στη λεωφόρο Καμάτσο και τους γύρω δρόμους. Αρκετά απ' τα φτωχά αυτά παιδιά συνελήφθησαν, χτυπήθηκαν, βασανίστηκαν, προκειμένου να δώσουν κάποια πληροφορία για το ποιος είχε κλέψει το σάκο.
Στις 11 Οκτώβρη του 1967, η αστυνομία ενημέρωσε για κάποια περίεργη "αυτοκτονία", σύμφωνα με τον τοπικό Τύπο. Ενας νέος 14 ετών, παίζοντας ρώσικη ρουλέτα, έχασε τη ζωή στην πλατεία Αλόνσο ντε Μεντόσα στη βολιβιανή πρωτεύουσα.
Μια μέρα αργότερα, η εφημερίδα Πρεσένσια της Λα Πας δημοσίευσε την παρακάτω πληροφορία:
"Χτες, στις οκτώ το βράδυ, αστυνομικοί του Τμήματος Εγκλημάτων, βρήκαν το πτώμα του Οσκαρ Κορδέρο Σαπάτα, 14 ετών, ο οποίος, σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, πέθανε σε ατύχημα, ενώ έπαιζε με πυροβόλο όπλο. Το βλήμα εντοπίστηκε στη δεξιά πλευρά του θύματος. Η αστυνομία ερευνά πού βρήκε ο ανήλικος το ρεβόλβερ, με το οποίο συνέβη το ατύχημα".
Γείτονες του παιδιού δήλωσαν ότι εκείνη την ημέρα παρουσιάστηκαν στο σπίτι του διάφορα μέλη του υπουργείου Εσωτερικών και της DIC, με επικεφαλής το συνταγματάρχη Ραφαέλ Λοάισα. Χτύπησαν άγρια το παιδί και απείλησαν να σκοτώσουν τους συγγενείς και γειτόνους του, έτσι και πήγαιναν να επέμβουν ή να καταγγείλουν το γεγονός.
Μια γειτόνισσα που ήταν κρυμμένη πίσω από ένα παράθυρο, είδε ότι ο συνταγματάρχης Ραφαέλ Λοάισα πυροβόλησε το παιδί. Μερικές ώρες αργότερα, το πτώμα του βρέθηκε στην πλατεία Αλόνσο ντε Μεντόσα.
Βολιβιανές πηγές βεβαίωσαν ότι ο νεαρός αυτός ήξερε ποιος είχε κλέψει το διπλωματικό σάκο κι ότι τον σκότωσαν για να τον εμποδίσουν να δώσει στοιχεία, που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν τους πραγματικούς υπευθύνους.
Από την άλλη πλευρά, δημιουργήθηκε ανησυχία σε σημαντικούς κύκλους της κυβέρνησης και των ενόπλων δυνάμεων για τις σοβαρές συνέπειες της χρήσης ναπάλμ. Από τις ζούγκλες της Ανατολικής Βολιβίας αναφέρθηκε μια μεγάλη πυρκαγιά που κράτησε μερικές βδομάδες, σαρώνοντας παρθένα δάση κι ένα μεγάλο μέρος της πανίδας αυτής της περιοχής. Η πληροφορία αυτή προκάλεσε μεγάλη ανησυχία και ανάγκασε τους στρατιωτικούς να παραδεχτούν την κρισιμότητα της κατάστασης και να σημειώσουν ότι μόνο ο ερχομός των βροχών θα μπορούσε να σταματήσει την καταστροφή.
Ενόσω έφταναν στη Βολιβία κι άλλοι Βορειοαμερικανοί, ο δημοσιογράφος Χόρχε Ρόσα έγραφε για την άφιξη ενός περίεργου συνταγματάρχη Οουενς, που ερχόταν από το Νότιο Βιετνάμ, όπου ήταν υπεύθυνος για τα τρένα ανεφοδιασμού των εισβολέων από τις ΗΠΑ. Τον συνόδευαν άλλοι δύο που λέγονταν Λι και Ντόνοβαν.
ΑΥΡΙΟ ΤΟ 19ο ΜΕΡΟΣ