Κυριακή 16 Απρίλη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τα κέρδη των εμποροβιομηχάνων αποκλειστικά υπεύθυνα για την ακρίβεια

Παπαγεωργίου Βασίλης

Για όλα τα λαϊκά προβλήματα σύμφωνα με τις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ φταίνε οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα και όχι οι τραπεζίτες, οι εμποροβιομήχανοι, το μεγάλο κεφάλαιο γενικότερα, τα συμφέροντα του οποίου με την πολιτική τους εκφράζουν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Για την ανεργία φταίνε οι εργαζόμενοι που δε δέχονται τις ελαστικές μορφές απασχόλησης και την ασυδοσία των εργοδοτών να πληρώνουν όσο θέλουν, να απολύουν όποτε θέλουν, χωρίς προειδοποίηση και αποζημίωση, να απασχολούν όσες ώρες και όποτε χρειάζονται τους εργαζόμενους.

Για την υποβάθμιση της Παιδείας φταίνε οι φοιτητές και το διδακτικό προσωπικό, το λαϊκό κίνημα γενικότερα που δε δέχονται την ιδιωτικοποίησή της και την υποταγή της στους κεφαλαιοκράτες και τις πολυεθνικές.

Για την κατάντια της Υγείας φταίνε οι ασφαλισμένοι, οι συνταξιούχοι, το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό που αντιστέκονται στην εμπορευματοποίησή της και τη μετατροπή των ασθενών σε πελάτες των νοσοκομείων - επιχειρήσεων.

Για την ακρίβεια και τον πληθωρισμό φταίνε οι μισθοί των εργαζομένων και οι υψηλές τάχα τιμές των αγροτικών προϊόντων που απολαμβάνουν οι αγρότες και όχι τα προκλητικά κέρδη των εμποροβιομηχάνων.

Για να φανούν αληθοφανείς οι ισχυρισμοί τους δε διστάζουν να χρησιμοποιούν επιλεκτικά και αποσπασματικά ορισμένα στοιχεία και να γενικεύουν ορισμένα μεμονωμένα φαινόμενα, κρύβοντας ταυτόχρονα, συνειδητά, τα υπόλοιπα, επειδή ολόκληρη η αλήθεια αποδείχνει πόσο αβάσιμοι, διχαστικοί και αποπροσανατολιστικοί είναι οι ισχυρισμοί τους.

Οσον αφορά την ακρίβεια, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ισχυρίζονται ότι σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών των αγροτικών προϊόντων που απολαμβάνουν οι αγρότες. Οπως και το ΠΑΣΟΚ παλιότερα, έτσι και η ΝΔ σήμερα προβάλλουν κάποια πραγματικά αλλά συγκυριακά και μεμονωμένα παραδείγματα ως γενικευμένα και καθολικά, για να ενισχύσουν τον ισχυρισμό τους.

Παλαιότερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ γενίκευε αυθαίρετα τις αυξήσεις των τιμών κάποιων οπωροκηπευτικών, που ήταν μεγάλες εξαιτίας των αντίξοων καιρικών φαινομένων, αλλά εποχιακές και όχι καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου. Σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ προβάλλει τη συγκυριακή αύξηση της τιμής του λαδιού σαν γενικευμένο φαινόμενο, για να δικαιολογήσει την ακρίβεια που αποδεκατίζει τα λαϊκά στρώματα.

Συνειδητά όμως και οι δυο τους αποσιωπούν τις μειώσεις των πραγματικών τιμών βασικών αγροτικών προϊόντων, καθοριστικών για τη διατροφή των λαϊκών στρωμάτων, όπως σιτάρι, κρέατα, γάλατα κ.ά. Παραβλέπουν το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στις τιμές του αγρότη και του καταναλωτή που μεγαλώνει κάθε χρόνο, και δε λένε τίποτα για την αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της «Ευρωστάτ», στην περίοδο 2000-2005, με κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, το πραγματικό αγροτικό εισόδημα μειώθηκε κατά 17,9%, ενώ την ίδια περίοδο υπερδιπλασιάστηκαν τα κέρδη της ΑΤΕ και των μεγαλύτερων εμποροβιομηχανιών που μονοπωλούν την εμπορία και μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων.

Σύμφωνα με τους επίσημους ισολογισμούς των τεσσάρων μεγαλύτερων ιδιωτικών γαλακτοβιομηχανιών της χώρας, που μονοπωλούν τον κλάδο, τα καθαρά ονομαστικά τους κέρδη την περίοδο 2000-2004 αυξήθηκαν κατά 138,6%. Την ίδια περίοδο η ονομαστική τιμή του αγελαδινού γάλακτος που πήραν οι κτηνοτρόφοι αυξήθηκε κατά 3% (από 0,34 ευρώ/κιλό το 2000, σε 0,35 ευρώ/κιλό το 2004), του γίδινου κατά 5,9% (από 0,51 ευρώ/κιλό το 2000, σε 0,54 ευρώ/κιλό το 2004) και του πρόβειου κατά 6,2% (από 0,80 ευρώ/κιλό το 2000, σε 0,85 ευρώ/κιλό το 2004).

Με δυο λόγια, στην περίοδο 2000-2004 η ονομαστική αύξηση στις τιμές γάλακτος που πήραν οι κτηνοτρόφοι ήταν μικρότερη 2,5 έως 5 φορές, σε σχέση με τον αντίστοιχο πληθωρισμό. Ενώ την ίδια περίοδο η αύξηση των καθαρών ονομαστικών κερδών των μεγαλύτερων γαλακτοβιομηχανιών ήταν 8 φορές μεγαλύτερη σε σχέση με τον αντίστοιχο πληθωρισμό.

Αυτές οι διαφορετικές αυξήσεις εξηγούν και το γεγονός ότι η τιμή του καταναλωτή για το αγελαδινό γάλα είναι 3,5 φορές μεγαλύτερη από την τιμή του κτηνοτρόφου.

Τώρα, γιατί οι αυξήσεις των τιμών των κτηνοτρόφων, που είναι πολύ μικρότερες από τον πληθωρισμό, τον πυροδοτούν, ενώ οι αυξήσεις των κερδών των γαλακτοβιομηχανιών, που είναι πολλαπλάσιες, τον καταλαγιάζουν, μόνο ο διαχρονικός διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας μπορεί να το εξηγήσει. Κι αυτό γιατί ίσως χρειάζονται πολλά... διδακτορικά για να στηρίξει κανένας μια τόσο μεγάλη αλχημεία.

Παρόμοια κατάσταση υπάρχει και στις τιμές των κρεάτων, όπου στην περίοδο 2000-2004 η ονομαστική τιμή του κρέατος πουλερικών που πήραν οι πτηνοτρόφοι μειώθηκε κατά 5,0% (από 1,78 ευρώ/κιλό το 2000, σε 1,69 ευρώ/κιλό το 2004). Στο χοιρινό η μείωση ήταν μεγαλύτερη 8,1% (από 2,10 ευρώ/κιλό το 2000, σε 1,93 ευρώ/κιλό το 2004). Στο βοδινό κρέας υπήρχε μια αύξηση στην ονομαστική τιμή 9,5% (από 4,21 ευρώ/κιλό το 2000, σε 4,61 ευρώ/κιλό το 2004), που είναι μικρότερη του αντίστοιχου πληθωρισμού, όπως και στο πρόβειο κρέας, όπου η αύξηση ήταν 7,6% (από 4,21 ευρώ/κιλό το 2000, σε 4,53 ευρώ/κιλό το 2004).

Στο σιτάρι, που αποτελεί την πρώτη ύλη για βασικά διατροφικά προϊόντα, όπως ψωμί, ζυμαρικά κ.ά. η ονομαστική τιμή το 2004 ήταν η ίδια με αυτή το 2000 - 0,13 ευρώ/κιλό. Ομως η ψαλίδα ανάμεσα στην τιμή του σιταριού και του ψωμιού μεγάλωσε χρόνο με το χρόνο. Ετσι το 1992 η τιμή του αντιπροσωπευτικού τύπου ψωμιού ήταν 3 φορές μεγαλύτερη σε σχέση με την τιμή του σιταριού. Δώδεκα χρόνια μετά, το 2004, η τιμή του ίδιου ψωμιού, που υπάρχει σε πολύ μικρή ποσότητα, είναι δεκαπλάσια της τιμής του σιταριού και των αρτοσκευασμάτων (που έχουν αντικαταστήσει το ψωμί) ακόμα μεγαλύτερη.

Οι συγκυριακές αυξήσεις που παρατηρούνται στις τιμές ορισμένων οπωροκηπευτικών εξαιτίας αντίξοων καιρικών φαινομένων δε βελτιώνουν το εισόδημα των αγροτών και πολύ περισσότερο δεν τους εξασφαλίζουν κερδοφορία, επειδή δεν αναπληρώνουν τις απώλειες που προκαλούνται από την καταστροφή της παραγωγής. Αποτελούν όμως σημαντικές ευκαιρίες για κερδοσκοπία των μεγαλοεισαγωγέων - μεγαλεμπόρων, που με την ανοχή των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ πωλούν σε πολύ υψηλές τιμές εισαγόμενα οπωροκηπευτικά, τα οποία αγόρασαν σε χαμηλές τιμές.

Ολα τα παραπάνω στοιχεία, που παραβλέπουν συνειδητά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, παρά το γεγονός ότι είναι δικά τους, δείχνουν ότι η παράβλεψη αυτή έχει στόχο να συγκαλύψει τον ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής τους. Μαζί με αυτό το στόχο θέλουν να φέρουν σε αντιπαράθεση τα λαϊκά στρώματα για να βάλουν εμπόδια στη δημιουργία του λαϊκού κοινωνικού μετώπου που θα στρέφεται κατά του μεγάλου κεφαλαίου και των πολιτικών δυνάμεων που το εκπροσωπούν.

Σ' αυτούς τους στόχους επιβάλλεται να αντισταθούν ενωμένοι οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, επειδή έχουν κοινά συμφέροντα και κοινούς αντιπάλους. Οι εμποροβιομήχανοι και οι τραπεζίτες που εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους, με τις πλάτες των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, εκμεταλλεύονται και τους μικρομεσαίους αγρότες.

Γι' αυτό η εργατική τάξη μαζί με τα λαϊκά στρώματα μπορούν να διεκδικήσουν καλύτερα μεροκάματα, μισθούς, συντάξεις και επιδόματα ανεργίας, όπως και καλύτερες τιμές στα αγροτικά προϊόντα, χωρίς να αυξάνονται οι τιμές του καταναλωτή, επειδή θα μειώνονται τα κέρδη των εμποροβιομηχάνων.

Η διεκδίκηση αυτή θα είναι πιο αποτελεσματική αν εντάσσεται στη συνολική αμφισβήτηση της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των κερδών του.


Του
Γιάννη ΣΦΥΡΗ*
*Ο Γιάννης Σφυρής είναι επικεφαλής του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ