Τίτος Βανδής - Χαρίλαος Φλωράκης, αχώριστοι φίλοι |
Στη ζωή του Τίτου Βανδή, η καλλιτεχνική δημιουργία και η πάλη για ένα καλύτερο αύριο βάδισαν χέρι χέρι. Ηταν κομμουνιστής από τα νεανικά του χρόνια και κομμουνιστής έμεινε μέχρι την τελευταία πνοή του. Στην ΕΑΜική Αντίσταση, στα χρόνια που το ΚΚΕ ήταν παράνομο, στη νομιμότητα. Ως απλός μαχητής και ως υποψήφιος βουλευτής του Κόμματος. Αν και βαριά άρρωστος, συνέχιζε να αρθρογραφεί στο «Ριζοσπάστη» μέχρι τέλους. Δραστήριο μέλος της εργατικής «Κοινωνικής Αλληλεγγύης» από τα 1934, συνδέθηκε με το ΚΚΕ και έπειτα με το ΕΑΜ Θεάτρου. Μετά την υποχώρηση συμμετείχε στους ΕΑΜίτικους θιάσους, που έδιναν παραστάσεις στην επαρχία.
Ο Τίτος Βανδής, πέρα από όλα τ' άλλα, μας άφησε παρακαταθήκη και ένα βιβλίο, «Κουβέντα με τους φίλους μου» (εκδόσεις «προσκήνιο» - Αγγελου Σιδεράτου), στο οποίο, χωρίς πρόθεση να θεωρητικολογήσει, να αναλύσει ή να υποδείξει, αυτοβιογραφείται... Και χωρίς πάλι να είναι μια τυπική βιογραφία, αποτελεί μια πραγματικά δυνατή αναγνωστική ιστορία, μυθιστορηματικής αξίας δημιούργημα, με μια εκπληκτική ισορροπία συναισθημάτων, που περνά λες με μαεστρία από τη συγκίνηση στο χιούμορ. Ο τρόπος που αποτύπωσε ο Τίτος Βανδής την ιστορία του μοιάζει με τα μεγάλα έργα, που ακροβατούν ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, μοιάζει με τη ζωή την ίδια, γι' αυτό είναι αληθινό.
Σ' όλη του τη ζωή ο Τίτος Βανδής έδινε μεγάλη σημασία στην κινητοποίηση του συνόλου. «Το μεροκάματο» - έλεγε - «είναι ιερό. Το δίκιο του εργάτη είναι ιερό. Κι αν ένας εργάτης δεν έχει ανάγκη, έχει πιει με το αφεντικό και έχει διασκεδάσει μαζί του, το μεροκάματο πρέπει να το πάρει. Αν δεν τσακωθεί για το μεροκάματο, προδίδει όλη του την τάξη. Είναι κάτι που πρέπει να το κυνηγάς συνέχεια για να αποκτήσεις συνείδηση».
Μια συνείδηση, που ο ίδιος την απέκτησε μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο, μέσα από τη δουλιά του, αλλά και τους αγώνες του σε κάθε κρίσιμη στιγμή και της ιστορίας, αλλά και της προσωπικής του ζωής. Μια «γεύση» από τη ζωή του στις ΗΠΑ, όπως καταγράφεται στο βιβλίο του «Κουβέντα με τους φίλους μου», είναι και η εξής: «Παρ' όλο το ξεσήκωμα του κόσμου στη δεκαετία του 1960 εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ, ακόμα και στη δεκαετία του 1970, πλανιόταν πάνω από τις ΗΠΑ η σκιά του Μακάρθι. Η μεγάλη ευαισθησία των Αμερικανών γενικά είναι το οικονομικό. Πάνω απ' όλα, τιμούν το δολάριο. Ο στρατηγός Morehead, στην ερώτηση "Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι με τόσες απώλειες οι Βιετναμέζοι κράτησαν τόσα χρόνια;", απάντησε: "Δεν είναι παράξενο. Αλλιώς λογαριάζεται η ζωή ενός Βιετναμέζου. Αλλο Αμερικάνοι, άλλο Βιετναμέζοι". Εννοούσε "Αλλο να σκοτώνεις ανθρώπους κι άλλο μύγες και κουνούπια. Αυτά τα σκοτώνεις και έρχονται άλλα. Ο θάνατός τους δεν έχει σημασία, ούτε για σένα, ούτε γι' αυτά". Στην κατηγορία της μύγας και του κουνουπιού έχουν κατατάξει οι Αμερικάνοι τους Σέρβους, τους Ιρακινούς, οποιονδήποτε αντιστέκεται».
Με την σύντροφο της ζωής του, Μπέττυ Βαλάση |
Μέσα από τις συζητήσεις μαζί του κατάφερνε να τονίζει την αισιοδοξία του και την πίστη του στη δύναμη του ανθρώπου όταν αυτή ενισχύεται από το όνειρο για έναν δικαιότερο κόσμο: «Πάντα θα υπάρχουν πολλοί που θα μείνουν με τα μάτια ανοιχτά και με το όνειρο να φτιάξουν έναν καινούριο και δίκαιο κόσμο. Κι αυτοί θα τον αλλάξουν σίγουρα τον κόσμο. Είναι μακρύς ο δρόμος, όμως υπάρχει όαση στο τέλος. Γιατί αυτός ο λαός που έχει τόσους μεγάλους και μικρούς λόγους να ενωθεί και να αντισταθεί στην εκμετάλλευση και την κοροϊδία, δεν το έχει κάνει ακόμα, είναι απορίας άξιο. Ας ελπίσουμε ότι κάποια μέρα θα το κάνουν. Ολοι μαζί. Ολοι όσοι προσφέρονται και μπορούν να βοηθήσουν. Μόνο στις αμερικάνικες ταινίες δίνει τη λύση ο "Ενας"».
Στη σημερινή σήψη και ηττοπάθεια, που δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο και το χώρο της τέχνης, η αγωνιστική στάση του Τίτου Βανδή είναι παράδειγμα που ελπίζουμε ότι θα βρει κι άλλους μιμητές.