Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως θεσμός είχε πάντοτε προβλήματα, με πιο οξυμένο αυτό της οικονομικής της αδυναμίας να αντεπεξέλθει στο ρόλο της, να απαντήσει δηλαδή ουσιαστικά στις ανάγκες των πολιτών τις οποίες καλούνταν να αντιμετωπίσει. Το πρόβλημα αυτό δεν ήταν ποτέ στενά οικονομικό και φυσικά δεν ήταν ουδέτερο, δηλαδή πάνω και πέρα από τις σχέσεις παραγωγής που κυριαρχούν και την κοινωνική πάλη που διεξάγεται στο πλαίσιο αυτών των σχέσεων. Ηταν και είναι πρόβλημα πολιτικό, δηλαδή πρόβλημα ταξικού προσανατολισμού του θεσμού. Η απάντηση στο ερώτημα «πώς διαπιστώνεται αυτός ο προσανατολισμός;», δίνεται από την απάντηση σε ένα άλλο ερώτημα: Από πού διεκδικούν οι ΟΤΑ πόρους για να επιτελέσουν το έργο τους; Διεκδικούν από το κράτος και την άρχουσα τάξη του τόπου ή διεκδικούν από τον εργαζόμενο λαό; Είναι ιμάντες μεταφοράς των κεντρικών πολιτικών επιλογών, των επιλογών της εκάστοτε κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στις τοπικές κοινωνίες ή οργανωτές και μπροστάρηδες στους αγώνες του λαού για διεκδίκηση λύσης στα προβλήματά του;
Σήμερα, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως ακόμα και τα όργανά τους παραδέχονται, βρίσκονται μπροστά σ' ένα τεράστιο οικονομικό αδιέξοδο αλλά και σ' ένα καθοριστικό πολιτικό δίλημμα. Το οικονομικό αδιέξοδο αφορά στην αδυναμία τους να καλύψουν το κόστος λειτουργίας σημαντικών δράσεών τους. Προγράμματα, όπως η «Βοήθεια στο σπίτι», οι «σχολικοί φύλακες», και άλλα, κινδυνεύουν να σταματήσουν και εργαζόμενοι να βρεθούν στο δρόμο, επειδή η χρηματοδότησή τους από την Ευρωπαϊκή Ενωση σταματά και η κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει να καλύψει το κενό. Το πολιτικό δίλημμα αφορά στην επιλογή λύσης στο πρόβλημα. Κι εδώ προκύπτουν δύο ουσιαστικά ζητήματα. Το πρώτο αφορά στις τεράστιες ευθύνες του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ, οι εκλεκτοί τοπικοί άρχοντες των οποίων ρουσφετολογικά και ψηφοθηρικά εφάρμοσαν αυτά τα προγράμματα, χωρίς να διεκδικήσουν ευθύς εξ αρχής - όταν οι κομμουνιστές προειδοποιούσαν - τη χρηματοδότησή τους για το διάστημα που οι στρόφιγγες της ΕΕ θα έκλειναν. Συνεπώς αυτοί που ευθύνονται για το πρόβλημα δεν μπορούν και να το λύσουν προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Το δεύτερο ζήτημα αφορά στο «τι μέλλει γενέσθαι». Τι δηλαδή θα γίνει, πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα;
Ενόψει δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών είναι απολύτως βέβαιο ότι πολλές «αγωνιστικές» κορόνες θα ακουστούν. Πολλοί υποψήφιοι δήμαρχοι και νομάρχες θα δηλώσουν ότι θα βάλουν τα στήθια τους μπροστά και θα διεκδικήσουν τους αναγκαίους πόρους από το κράτος. Μετά τις εκλογές όμως είναι εξίσου βέβαιο - άλλωστε το έργο το έχουμε ξαναδεί - πως εκεί που θα κυριαρχήσουν οι συνδυασμοί του δικομματισμού και των παραφυάδων του, οι αναγκαίοι αυτοί πόροι θα βρεθούν από τις τσέπες των εργαζομένων με τη μέθοδο της ανταποδοτικότητας ή της ιδιωτικοποίησης, ενώ υπηρεσίες με κοινωνικό χαρακτήρα θα συρρικνωθούν αν δεν εξαφανιστούν εντελώς. Το θέμα επομένως συνδέεται άμεσα με το χαρακτήρα που έχει και που πρέπει να αποκτήσει η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Το καίριο ζήτημα δεν είναι οι προεκλογικές υποσχέσεις του ενός ή του άλλου υποψηφίου του ενός ή του άλλου συνδυασμού, αλλά το τι Τοπική Αυτοδιοίκηση χρειάζεται ο τόπος. Και το πρωταρχικό συμπέρασμα είναι πως αστική εξουσία και λαϊκή Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα...
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ