Αποκαλυπτικό απόρρητο έγγραφο της Υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας, που αφορά την περσινή κινητοποίηση πυροσβεστών, αστυνομικών και λιμενικών, η οποία χτυπήθηκε άγρια από τα ΜΑΤ
Οι πρόεδροι των Ομοσπονδιών των εργαζομένων στα Σώματα Ασφαλείας παρουσίασαν χθες έγγραφο της Υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας, που στάλθηκε πριν από τη διεξαγωγή της περσινής κινητοποίησής τους, στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής. Το ενημερωτικό δελτίο είχε ως θέμα τις «Δραστηριότητες Συνδικαλιστών Αστυνομικών». Σ' αυτό, που έχει ημερομηνία 6/10/2003, αναφέρονται, σε συνέχεια προηγούμενου, οι κινήσεις των συνδικαλιστών, ενόψει της κινητοποίησής τους. Μάλιστα, γίνονται εκτιμήσεις για τον τόπο μετάβασής τους από τα Προπύλαια, όπου ήταν και η συγκέντρωση. «Σύμφωνα με πληροφορίες μας, θα είναι η Βουλή, ή το υπ. Οικονομικών ή το Μέγαρο Μαξίμου. Εκτίμησή μας είναι ότι μπορεί να επιλεγεί και ως χώρος διαμαρτυρίας η οικία του κ. πρωθυπουργού (οδός Αναγνωστοπούλου)». Παράλληλα, τονίζεται και το πρόγραμμα, ως προς τις Ενώσεις των συνδικαλιστών που θα συμμετέχουν και ποιες ώρες.
Για να είναι ολοκληρωμένη η «εργασία», οι ασφαλίτες υποβάλλουν «συνημμένα φέιγ - βολάν που πρόκειται να διανεμηθούν στους χώρους των αεροδρομίων». Ο συνδικαλιστές, στις 6 και 7 Οκτώβρη, είχαν διανείμει έντυπο υλικό για τα αιτήματά τους, στα αεροδρόμια.
Χαρακτηριστικό είναι ότι το ενημερωτικό δελτίο κλείνει με τη φράση «Θέμα παρακολουθείται».
Να σημειώσουμε ότι το απόγευμα της 8ης Οκτώβρη 2003, ένστολοι αστυνομικοί, πυροσβέστες και λιμενικοί πραγματοποίησαν κινητοποίηση από τα Προπύλαια προς το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, όπου και προσπάθησαν να παραμείνουν στη στοά. Σύμφωνα με απόφαση του τότε γενικού αστυνομικού διευθυντή Αττικής και νυν αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, Γ. Αγγελάκου, που εκδόθηκε αργά το βράδυ της ίδιας μέρας, απαγόρευε «κάθε δημόσια συνάθροιση μπροστά από υπουργεία και κάθε δημόσια υπηρεσία», επειδή «συνέτρεχαν λόγοι δημόσιας ασφάλειας και διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής». Αυτή την απόφαση, εκτέλεσε, με τη βοήθεια 12 διμοιριών των ΜΑΤ, ο αστυνομικός διευθυντής Αθήνας, Ιω. Τσιρώνης, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό τεσσάρων αστυνομικών από την εκτεταμένη χρήση χημικών.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, στο σημείο είχε βρεθεί και ο βουλευτής του ΚΚΕ Αντώνης Σκυλλάκος, ο οποίος δοκίμασε προπηλακισμούς και χημικά από τα ΜΑΤ.
Οπως αναφέρεται στην απόφαση του τότε αττικάρχη, υπήρχαν «βάσιμες και θετικές πληροφορίες ότι ο αποκλεισμός του υπουργείου θα συνεχιστεί», δείχνοντας έτσι πως μέρος των πληροφοριών προέρχονταν από το έγγραφο της Κρατικής Ασφάλειας. Παράλληλα, σε αρκετά σημεία, η έκθεση του Τμήματος Γενικής Αστυνόμευσης, που φέρει την υπογραφή του Γ. Αγγελάκου και στάλθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας σχετικά με την αίτηση ακύρωσης της παραπάνω απόφασης από πλευράς της Ενωσης Αξιωματικών της Πυροσβεστικής, έρχεται σε αντίθεση με την Εκθεση Ενορκης Διοικητικής Εξέτασης που διεξήχθη στην Πυροσβεστική για «τυχόν έκνομη συμπεριφορά υπαλλήλων του Σώματος στα επεισόδια του Συντάγματος». Στην τελευταία, τονίζεται ότι με βάση το Νομοθετικό Διάταγμα 794/1971 «Περί δημοσίων συναθροίσεων» που είναι σε ισχύ, πρέπει να κοινοποιηθεί στους συγκεντρωμένους η απαγόρευση, οκτώ ώρες νωρίτερα, από τη συγκέντρωση, κάτι που δεν έγινε και ως εκ τούτου «η δημόσια εν υπαίθρω συνάθροισις λογίζεται ως μη απαγορευθείσα».
Οσο για το «αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής, όπως ο νόμος ορίζει», που αναφέρεται στην απόφαση διάλυσης της συγκέντρωσης των εργαζομένων στα Σώματα Ασφαλείας το συγκεκριμένο βράδυ, ο πύραρχος Ανδριανός Γκουρμπάτσης, που διενέργησε τη διοικητική εξέταση, το χαρακτηρίζει ως αόριστο. Μάλιστα, δεν μπορεί να βγαίνει μία τέτοια απόφαση με βάση αόριστες επικλήσεις κινδύνου, βάσιμες πληροφορίες κτλ., αλλά οφείλει «να έχει κάνει προηγουμένως ειδική "έρευνα", ώστε να διατάξει τελικά την απαγόρευση...». Επίσης, υπογραμμίζει ότι η απόφαση αυτή στηρίχτηκε από τον Γ. Αγγελάκο σε αναληθή γεγονότα.