Ημερίδα του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας για το χρόνιο πρόβλημα της Ασφάλισης - Συνταξιοδότησης των εικαστικών
Οι κινητοποιήσεις για το Ασφαλιστικό - Συνταξιοδοτικό των εικαστικών, στη δεκαετία του '60, είχαν ως αποτέλεσμα να υιοθετηθεί από τη χούντα (1971) ένα ιδιόρρυθμο καθεστώς «τιμητικών συντάξεων» δύο επιπέδων, μικρής και μεγάλης σύνταξης. Τα δύο είδη τιμητικών συντάξεων, εκτός του ότι απευθύνονταν σε ορισμένους, που εγκρίνονταν «άξιοι» να τη λάβουν, τους διαχώριζαν επιπλέον σε «μικρούς άξιους» και «μεγάλους άξιους». «Αυτό δημιούργησε», όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΕΕΤΕ, Μ. Παπαδάκης, «εκτός από την οικονομική ανισότητα, και μια κατάσταση προσβλητική για τη συντριπτική πλειοψηφία των καλλιτεχνών, που, ή δεν εγκρίνονταν ικανοί να την πάρουν, ή σε καλύτερη περίπτωση θα εγκρίνονταν ως "μικροί"». Ο κλάδος στο σύνολό του έμεινε παντελώς ακάλυπτος και στην ανασφάλεια.
Το 1998 έγινε από τα υπουργεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομικών προσπάθεια να ενταχθούν οι εικαστικοί δημιουργοί στο ΤΕΒΕ ως αυτοαπασχολούμενοι επιτηδευματίες που εμπορεύονται το προϊόν τους. Η έντονη αντίδραση του κλάδου απέτρεψε αυτήν την προσπάθεια.
Τον Ιούνη του 2000, ο γενικός επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου προσέβαλε δεκάδες αποφάσεις απονομής σύνταξης, με το αιτιολογικό ότι η τεκμηρίωση των αποφάσεων δεν ήταν επαρκής. Το 2002 ψηφίστηκε νέος νόμος για τις τιμητικές, που κατάργησε το νόμο του '96 και έθεσε τις βάσεις για την κατάργηση του θεσμού, μειώνοντας ταυτόχρονα, έως μηδενισμού, τη δυνατότητα διεκδίκησης τιμητικής σύνταξης. «Η αρχική πρόταση του παραπάνω νόμου», ανέφερε ο Μ. Παπαδάκης, «περιείχε μια παράγραφο όπου ο νόμος αυτοκαταργείται με την πάροδο μιας εικοσαετίας. Παρόλο που η παράγραφος έφυγε από το νόμο που τελικά ψηφίστηκε, το πνεύμα διαπερνά τις παραγράφους που παρέμειναν».
«Ολες αυτές τις δεκαετίες, η πολιτεία, στην προσπάθειά της να αποφύγει τις ευθύνες της απέναντι στο πρόβλημα των ανασφάλιστων καλλιτεχνών, χρησιμοποιεί παρελκυστικά ένα σύστημα επιλεκτικής παροχής βοηθημάτων, τις κατ' ευφημισμόν τιμητικές συντάξεις. Η άρνηση των μέχρι τώρα κυβερνήσεων να λύσουν οριστικά το πρόβλημά μας έχει ως βάση την άρνησή τους να δεχτούν αυτό που το Σύνταγμα κάνει σαφές ότι το έργο τέχνης και ο πολιτισμός δεν είναι εμπόρευμα. Και ως εκ τούτου, ο καλλιτέχνης δεν είναι εμπορευματοπαραγωγός. Μέχρι τώρα, όμως, ενώ το έργο τέχνης τιμά την Ελλάδα, ο καλλιτέχνης πεθαίνει ανασφάλιστος».
Η πρόταση του ΕΕΤΕ για το Ασφαλιστικό - Συνταξιοδοτικό στηρίζεται στην τριμερή (καλλιτέχνης - κράτος - χρήστης) χρηματοδότηση της Ασφάλισης των εικαστικών καλλιτεχνών, ώστε να διασφαλίζεται μια κατώτατη σύνταξη και για τον καλλιτέχνη που δεν πουλάει και δεν μπορεί να ανταποκρίνεται συστηματικά στις οικονομικές οφειλές. Το σύστημα αυτό οι εικαστικοί δημιουργοί θεωρούν ότι είναι και ανταποδοτικό και δίκαιο, γιατί αντιστοιχεί στη φύση της καλλιτεχνικής δημιουργίας (που γίνεται πολλές φορές χωρίς πελάτη) και του έργου τέχνης ως θησαυρού.