Πέμπτη 23 Οχτώβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Παράταση της παραμονής στο Δημόσιο

Με το άρθρο 13 παρ. 13 η κυβέρνηση ανοίγει το δρόμο για παραμονή στο δημόσιο και πέραν των 35 χρόνων πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, μέχρι τα 40 χρόνια. Η παράταση της υπαλληλικής σχέσης γίνεται με απόφαση του οικείου υπουργού ή του μονομελούς οργάνου διοίκησης των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Εμμεσα η κυβέρνηση αυξάνει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στο δημόσιο, αφού οι μειώσεις που έχουν επέλθει στις συντάξεις τους, αλλά και αυτές που σχεδιάζονται, θα καταστήσουν την 40ετία αναγκαία προϋπόθεση για την εξασφάλιση καλύτερων όρων συνταξιοδότησης.

Με τα άρθρα 14, 15 και 16 ρυθμίζονται θέματα για τα ταμεία των αυτοαπασχολούμενων. Εδώ η κυβέρνηση επιχειρεί να εξαπατήσει τους μικρούς επαγγελματίες, βιοτέχνες και εμπόρους, παίζοντας το χαρτί της 37ετίας χωρίς όριο ηλικίας. Η συνταξιοδότηση στα 37 χρόνια εργασίας χωρίς όριο ηλικίας είναι επιταγή χωρίς αντίκρισμα. Και όχι μόνο γιατί δεν αναγνωρίζεται η διαδοχική ασφάλιση για την κατοχύρωση του δικαιώματος. Αλλά πολύ περισσότερο γιατί η γενικότερη κυβερνητική πολιτική σε βάρος των μικρομεσαίων, η ενίσχυση των μεγάλων επιχειρήσεων, οι χιλιάδες χρεοκοπίες κάθε χρόνο των μικρών επαγγελματοβιοτεχνών, καθιστούν την 37ετία χωρίς όριο ηλικίας όνειρο θερινής νύχτας.

Με το άρθρο 18 η κυβέρνηση επιβάλλει πρόσθετο χαράτσι στους δημόσιους υπαλλήλους για λογαριασμό της επικουρικής τους ασφάλισης. Συγκεκριμένα για το ΤΕΑΔΥ επιβάλλεται κράτηση 2% στις πάσης φύσεως αμοιβές των ασφαλισμένων στο Ταμείο, περιλαμβανομένων και των εξόδων κίνησης και οδοιπορικών. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή και στους συνταξιούχους του ΤΕΑΔΥ.

Επιπλέον επιβάλλονται νέες κρατήσεις στους δικαιούχους ΔΙΒΕΕΤ ύψους 6% επί της καταβαλλόμενης μηνιαίας αποζημίωσης σε κάθε δικαιούχο ΔΙΒΕΕΤ και κράτηση 20% για τους δικαιούχους ΔΕΤΕ.

Με το άρθρο 21 ρυθμίζονται θέματα επικουρικής ασφάλισης. Η σημαντικότερη ανατροπή που συντελείται στο συγκεκριμένο άρθρο είναι η αύξηση των αναγκαίων ενσήμων για τη θεμελίωση επικουρικής σύνταξης από τα 4.050 στις 4.500 ημέρες ασφάλισης. Η κυβέρνηση χειροτερεύει δηλαδή τους όρους εξασφάλισης επικουρικής σύνταξης. Μάλιστα η χειροτέρευση αυτή γίνεται ακόμα πιο απάνθρωπη για τους εργαζόμενους που θεμελιώνουν δικαίωμα στην επικουρική σύνταξη λόγω αναπηρίας. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, πέραν των ημερών ασφάλισης απαιτούνταν 300 τουλάχιστον ημέρες ασφάλισης στο επικουρικό για τα πέντε ημερολογιακά έτη που προηγούνται του έτους κατά το οποίο ο εργαζόμενος έμεινε ανάπηρος. Αυτά τα 300 ένσημα, με τον νέο νόμο σταδιακά αυξάνονται στα 600. Ετσι ο ανάπηρος θα πρέπει από 1/1/2004 να έχει 400 ένσημα την προηγούμενη πενταετία για να πάρει επικουρική σύνταξη και ακολούθως 500 το 2005 και 600 την 1/1/2006.

Στο ίδιο άρθρο καθορίζεται ο διαχωρισμός των φορέων επικουρικής ασφάλισης σε αυτοτελείς κλάδους με λογιστική αυτοτέλεια και κατανέμεται η κινητή και ακίνητη περιουσία τους. Αντίστοιχα, με απόφαση του υπουργού Εργασίας θα επιμερίζεται η συνολική ασφαλιστική εισφορά προς τους φορείς επικουρικής ασφάλισης, για κάθε κλάδο χωριστά (εφάπαξ, σύνταξη, υγεία). Ο διαχωρισμός αυτός αποτελεί το πρώτο αναγκαίο βήμα για τη μετατροπή των επικουρικών ταμείων σε επαγγελματικά και λύνει οργανωτικά προβλήματα στην πορεία ιδιωτικοποίησής τους. Κάτι που είναι δεδηλωμένη απόφαση της κυβέρνησης.

Για τους γιατρούς του ΙΚΑ

Το άρθρο 27 αναφέρεται στα ασφαλιστικά θέματα των 5.500 συμβασιούχων γιατρών του ΙΚΑ και, μεταξύ των άλλων, προβλέπει:

  • Οι ιατροί και οδοντίατροι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που έχουν προσληφθεί μέχρι την 31.12.1992, μπορούν να υπαχθούν για τον κλάδο σύνταξης και στο κοινό ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς του ΙΚΑ -ΕΤΑΜ, παραλλήλως στο ΤΣΑΥ, καταβάλλοντος οι ίδιοι το σύνολο των εισφορών κλάδου σύνταξης.
  • Η προϋπηρεσία των γιατρών της παραπάνω παραγράφου και μέχρι δέκα χρόνια κατ' ανώτερο όριο αναγνωρίζεται κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης ως συντάξιμη, με καταβολή από τους ίδιους του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου κλάδου κύριας σύνταξης.

Πρόκειται για άγριο χαράτσι σε βάρος των γιατρών. Σύμφωνα με πρώτους υπολογισμούς, οι γιατροί θα πρέπει να καταβάλλουν το μήνα 500 ευρώ για την ασφάλισή τους. Δηλαδή 250 ευρώ περίπου για την εξαγορά της μέχρι τώρα υπηρεσίας τους και 250 ευρώ για την από δω και πέρα ασφάλισή τους.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ