Λιτότητα δεκαετιών (και μετά το... 2032) θέλει η ΤτΕ η οποία με την ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική 2003, συνιστά στους εργαζόμενους «αυτοσυγκράτηση» στις διεκδικήσεις και επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών
«Είτε το θέλουμε είτε όχι οι διαρθρωτικές αλλαγές θα προχωρήσουν. Ας το πάρουμε απόφαση»... Το μήνυμα αυτό έστειλε χτες για λογαριασμό της κυβέρνησης και των κάθε είδους υποστηρικτών της πολιτικής της, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Ν. Γκαργκάνας, κατά την παρουσίαση της «ενδιάμεσης έκθεσης για τη νομισματική πολιτική 2003». Η διοίκηση της ΤτΕ κάνει πως αγνοεί τα «προβλήματα» της οικονομίας (δημόσιο χρέος, πληθωρισμός, ελλείμματα ισοζυγίου κ.ά.) που είναι αποτέλεσμα της εφαρμοζόμενης πολιτικής και ισχυρίζεται τάχα ότι τα προβλήματα αυτά αποτελούν ...«αντανακλάσεις αδυναμιών». Σύμφωνα με τους ίδιους, οι «αδυναμίες» αυτές, αντιμετωπίζονται μόνο με τη «συνέχιση της προσπάθειας για δημοσιονομική εξυγίανση, περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και τη συμβολή των... κοινωνικών εταίρων».
Το πώς εννοούν τη... συμβολή των «κοινωνικών εταίρων» προκύπτει από τις δικές τους επισημάνσεις:
Η έκθεση εκτιμά τον πληθωρισμό για το 2003 σε περίπου 3,5% (και στην ευρωζώνη γύρω στο 2%). Την αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ σε 4% (0,5% στην ευρωζώνη). Τέλος, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών υπερβαίνει το 6% του ΑΕΠ για τέταρτο κατά σειρά έτος.
Σύμφωνα με την ΤτΕ είναι «επείγουσα ανάγκη να συνεχιστούν εντατικά οι προσπάθειες» για τις λεγόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Στόχος αυτή της πολιτικής είναι η «περαιτέρω ενίσχυση της ευκαμψίας των αγορών προϊόντων, εργασίας και κεφαλαίων, την τόνωση του ανταγωνισμού και τη μείωση των διοικητικών εμποδίων». Και λέγοντας τα πράγματα με τ' όνομά τους, η διοίκηση της ΤτΕ, που έχει αναλάβει το ρόλο θεματοφύλακα των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, υποστηρίζει πως πρέπει πάση θυσία «να διαφυλαχτούν οι υψηλές αναπτυξιακές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και η αξιοπιστία που κατακτήθηκε με τόσες προσπάθειες τα τελευταία έτη».
Στρώνοντας το χαλί για την παραπέρα αύξηση της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων, υποστηρίζει ότι για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, τη μείωση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου και του δημόσιου χρέους, «είναι επιτακτική ανάγκη»: 1. Να γίνει «πιο περιοριστική η δημοσιονομική πολιτική». 2. Να συνεχιστούν «εντατικά οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». 3. Να υπάρξει «αυτοσυγκράτηση στις διεκδικήσεις των εργαζομένων και οι πραγματικές αυξήσεις να μην υπερβαίνουν την άνοδο της παραγωγικότητας». 4. Η τιμολογιακή πολιτική των επιχειρήσεων «να αποκτήσει περισσότερο μακροπρόθεσμη στόχευση»...