Οι παρεμβάσεις των βουλευτών του ΚΚΕ, οι οποίοι μίλησαν κατά την Επερώτηση
Σε συγκεκριμένους τομείς (αγρότες, εργαζόμενοι, Παιδεία, Υγεία και Πρόνοια), όπου φαίνεται ξεκάθαρα η αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης, παρά την κυβερνητική προσπάθεια εξωραϊσμού της κατάστασης αναφέρθηκαν οι βουλευτές του ΚΚΕ, που πήραν το λόγο κατά τη διάρκεια της συζήτησης της Επερώτησης.
Ο Στ. Σκοπελίτης αναφέρθηκε στις εξαγγελίες για τους αγρότες, τονίζοντας ότι τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν δεν πρόκειται να αλλάξουν την κατάσταση των αγροτών. «Τι θα αλλάξει στη ζωή τους με την αύξηση του ενός ευρώ την ημέρα; Τι θα αντιμετωπίσουν; Την ακρίβεια, τις αυξήσεις των ΔΕΚΟ; Την αύξηση των φαρμάκων ή την αύξηση των εισφορών για την Ασφάλειά τους»;
Για τη μείωση της φορολογίας του πετρελαίου, αφού επισήμανε ότι αποτελούσε αίτημα των αγροτών από την προηγούμενη δεκαετία, τόνισε ότι παρά τη μείωση, το αγροτικό πετρέλαιο εξακολουθεί να είναι κατά 62% ακριβότερο από το πετρέλαιο που προμηθεύονται οι εφοπλιστές. Ο βουλευτής, είπε, ότι και η μείωση του ΦΠΑ στα αγροτικά μηχανήματα είναι χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα, αφού η κυβέρνηση παίρνει περισσότερα από όσα δίνει, μην υπολογίζοντας στην επιστροφή του ΦΠΑ την επιδότηση (αντιστοιχεί στο 40% της αξίας της αγροτικής παραγωγής), αλλά μόνο την εμπορική τιμή του προϊόντος. Για δε τις φοροαπαλλαγές στις μεταβιβάσεις τόνισε ότι στην ουσία αποτελούν δώρο για τους μεγαλοκτηματίες, ενώ κριτική άσκησε και στην πρόσφατη αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η οποία θα οδηγήσει σε μείωση των επιδοτήσεων προς τους αγρότες.
Καταλήγοντας τόνισε ότι ο μικρομεσαίος αγρότης έχει καταλάβει πού τον οδηγούν με την πολιτική τους η κυβέρνηση και η ΝΔ και θα δώσει την απάντησή του, η οποία θα καταγραφεί και στο αποτέλεσμα των προσεχών εκλογών.
Ο Α. Τζέκης αναφέρθηκε στους δημόσιους υπάλληλους και κατήγγειλε ότι η κυβέρνηση επιδιώκει μια Δημόσια Διοίκηση φιλική και αποτελεσματική στους επιχειρηματίες και, αντίθετα, εχθρική, αυταρχική και συγκεντρωτική ως προς τον εργαζόμενο λαό και τους ίδιους τους δημόσιους υπάλληλους. Η κυβέρνηση, είπε, επιδιώκει σύνδεση των αποδοχών του νέου μισθολογίου με την απόδοση του κάθε υπαλλήλου, αδιαφορώντας για τις πραγματικές σύγχρονες ανάγκες που έχει να καλύψει η οικογένεια του κάθε υπάλληλου. Οσο δε για τις αυξήσεις που επαγγέλλεται, αυτές θα είναι μικρότερες ακόμα και από την εισοδηματική πολιτική και αυτό γιατί δεν ενσωματώνει όλα τα επιδόματα, όπως ζητάει το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα. Παράλληλα, είπε, καταργεί τον ενιαίο χαρακτήρα του μισθολογίου και δεν εφαρμόζει στο Δημόσιο τα βαρέα και ανθυγιεινά. Εκτός των άλλων δε η κυβέρνηση επιδιώκει και το χτύπημα των συντάξεων, ενώ χρησιμοποιεί τη μερική απασχόληση, για να χτυπήσει τα εργασιακά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων.
Στον Πολιτισμό και την Παιδεία αναφέρθηκε ο Γ. Χουρμουζιάδης, τονίζοντας ότι και στα θέματα αυτά η σύγκλιση με τη βοήθεια των μέτρων και της «Χάρτας» φαίνεται και είναι στην ουσία μια τραγική ειρωνεία. Η φροντίδα, είπε, για τον Πολιτισμό έχει παγιδευτεί αμετάκλητα στο ψευδοόραμα των Ολυμπιακών Αγώνων, στα μεγάλα έργα του Λεκανοπεδίου και κάτω από τα αφύσικα πέλματα του Φοίβου και της Αθηνάς. Οσο δε για την Παιδεία δεν υπάρχει καμία παροχή, έστω και προεκλογική, για την έρευνα, για την εκπαιδευτική στέγη, για την προστασία του μαθητή και του φοιτητή, για την περίφημη δωρεάν Παιδεία.
«Πώς να συγκλίνει, είπε, η εκπαίδευσή μας με εκείνη της Ευρώπης, Ανατολικής και Δυτικής, με ετοιμόρροπα σπίτια και σχολεία, με διπλοβάρδιες, με δασκάλους και καθηγητές που διεκδικούν την αξιοπρεπή διαβίωσή τους και την οικονομική υποστήριξη της δουλιάς τους; Θα δοθούν δάνεια, λέει η κυβέρνηση. Σε πόσους, όμως, και σε τι ύψος; Οι σπουδές δε γίνονται με μπουρπουάρ, αλλά με γερές και τολμηρές χρηματοδοτήσεις. Δε γίνονται με αυτοσχέδιες και συγκυριακές παροχές, αλλά με την άσκηση μιας συγκεκριμένης και αποτελεσματικής πολιτικής και είναι βέβαιο ότι ούτε τα μέτρα ούτε η "Χάρτα" προμηνύουν μια άλλη πολιτική».
Ο Π. Κοσιώνης αναφέρθηκε στους τομείς της Υγείας και της Πρόνοιας, όπου από την κυβέρνηση έγιναν βαρύγδουπες εξαγγελίες και ανακοινώθηκαν μεγάλα και τρανταχτά νούμερα. Ενα από τα νούμερα, είπε ο βουλευτής, ήταν ότι θα διατεθούν από την πλευρά του κοινωνικού κράτους για την κοινωνική πολιτική 29,5 δισ. ευρώ. Αποκρύπτεται όμως, τόνισε, και αυτό αγγίζει τα όρια και της πολιτικής εξαπάτησης ότι το 76,87% αυτών, είναι δαπάνες στον Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης, δηλαδή λεφτά των ασφαλισμένων και μόνο το 23,1% είναι λεφτά του κράτους. Επίσης, οι κοινωνικές δαπάνες ελαττώνονται συνεχώς, αφού το 1997 η συμμετοχή του κράτους ήταν 27% και το 2002 έπεσε στο 23%.
Οσο δε για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, θα πάρουν σε πέντε χρόνια 17 ευρώ το μήνα που αντιστοιχεί μισό ευρώ στον καθένα, όταν το κόστος ζωής έχει ακριβύνει 30% και 40% το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Ο βουλευτής είπε ότι η κατάσταση στο δημόσιο τομέα της Υγείας είναι πασίγνωστη και το 46% των ποσών που δίνονται για τις υπηρεσίες Υγείας πληρώνεται από την τσέπη αυτού που ζητάει αυτές τις υπηρεσίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα απογευματινά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων, όπου μέσα στο 2000 τα επισκέφθηκαν 200.000 ενδιαφερόμενοι χρήστες των υπηρεσιών Υγείας και πλήρωσαν από την τσέπη τους 4.7 δισ. δρχ.