Κυριακή 11 Μάη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΕΝΑΛΙΕΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ
«Ανήκουν»... στα ψάρια;

Το «θολό» νομικό καθεστώς και οι δύτες... που δεν καταδύονται με ευθύνη της κυβέρνησης απειλούν τον υποβρύχιο πολιτιστικό πλούτο της χώρας

Ευρήματα από ναυάγιο του 5ου π.Χ.αι. στην Αλόννησο
Ευρήματα από ναυάγιο του 5ου π.Χ.αι. στην Αλόννησο
Μοιάζει απίστευτο, αλλά είναι αληθινό: Στην Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, δε γίνονται κρατικές υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες. Ο ελληνικός βυθός, ο οποίος βρίθει αρχαιοτήτων, είναι ουσιαστικά απροστάτευτος. Η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού, με ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας του, έχει «ευνουχιστεί» από την κύρια αρμοδιότητά της: να βουτά στα ελληνικά νερά για να προστατεύσει, συντηρήσει και αναδείξει τις σημαντικές αρχαιότητες που κρύβουν στα βάθη τους και οι οποίες μάς δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή στην αρχαιότητα, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα έφταναν σε μας έμμεσα. Είναι διαφορετικό να βλέπεις ένα αρχαίο πλοίο ζωγραφισμένο σε ένα αγγείο και διαφορετικό να αγγίζεις το φορτίο του και να χαρτογραφείς τον σκελετό του. Ενώ είναι προφανείς οι κίνδυνοι που διατρέχουν αυτές οι αρχαιότητες από την απουσία δημόσιας ερευνητικής διαχείρισής τους.

Οι ενάλιες αρχαιότητες, στη χώρα μας και διεθνώς, κινδυνεύουν και από το «θολό» διεθνές νομικό καθεστώς που τις διέπει, με αποτέλεσμα, μια χώρα, να μην έχει το δικαίωμα παρέμβασης στις υποβρύχιες αρχαιότητες που την αφορούν! Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα από το Ελληνικό Τμήμα του ICOMOS (Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών) ημερίδα με θέμα τους φορείς που ασχολούνται με τις ενάλιους αρχαιότητες στην Ελλάδα, με αφορμή τη Διεθνή Μέρα Μνημείων. Σήμεραμ παρουσιάζουμε ορισμένες πτυχές των προβλημάτων της υποβρύχιας αρχαιολογίαςμ που αναδείχτηκαν στην ημερίδα.

«Σφαγή» για τη δικαιοδοσία

Ναυάγιο ρωμαϊκών χρόνων στη Ζάκυνθο
Ναυάγιο ρωμαϊκών χρόνων στη Ζάκυνθο
Παρουσιάζοντας τη νέα σύμβαση της «ΟΥΝΕΣΚΟ» για την υποβρύχια πολιτιστική κληρονομιά, η νομική σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών, Αναστασία Στρατή, σημείωσε, ότι σε θαλάσσια περιοχή πέραν των 24 ναυτικών μιλίων από την ακτογραμμή μέχρι το τέλος της υφαλοκρηπίδας (200 ναυτικά μίλια ελάχιστο όριο και 350 όπου το επιτρέπουν οι συνθήκες) αφήνονται απροστάτευτα τα αρχαιολογικά και ιστορικά αντικείμενα. Η παραπάνω ζώνη ορίστηκε με τη σύμβαση του ΟΗΕ το 1982 για το «δίκαιο της θάλασσας». Δηλαδή, αν βρεθούν αρχαιότητες σε αυτή τη θαλάσσια ζώνη, τότε το λόγο έχει το κράτος του οποίου τη σημαία φέρει το πλοίο που τις βρήκε και όχι το παράκτιο κράτος.

Η Ελλάδα και ακόμη εφτά μεσογειακά κράτη πρότειναν την επέκταση της δικαιοδοσίας του παράκτιου κράτους στην υφαλοκρηπίδα και σε άλλα αντικείμενα πέραν των ορυκτών, αλλά η πρόταση δεν έγινε δεκτή. Αντέδρασαν οι μεγάλες ναυτιλιακές δυνάμεις που είναι «αντίθετες σε οποιαδήποτε δικαιοδοσία του παράκτιου κράτους στην υφαλοκρηπίδα για αντικείμενα, όπως τα πολιτιστικά αγαθά, που δε σχετίζονται με τους φυσικούς πόρους». Δηλαδή, αν στην υφαλοκρηπίδα βρεθούν ορυκτά η παράκτια χώρα έχει δικαίωμα εκμετάλλευσης, ενώ δεν έχει κανένα δικαίωμα αν βρεθεί αρχαίο ναυάγιο.

Στην πράξη, πολλά κράτη (μεταξύ αυτών και η Ελλάδα) «κατά κάποιον τρόπο» προστατεύουν την πολιτιστική τους κληρονομιά και πέρα από αυτό το όριο, κυρίως μέσω συμφωνιών με τις εταιρίες εξόρυξης ορυκτών. Αυτές οφείλουν να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές την ανεύρεση αρχαιοτήτων, παρά το γεγονός ότι «το παράκτιο κράτος δε δικαιούται τυπικά να εφαρμόσει τη νομοθεσία του στην υφαλοκρηπίδα» σε ό,τι αφορά τις αρχαιότητες. Το «μπέρδεμα» συνεχίζεται και στην ελληνική νομοθεσία. Ενώ από το 1976 προβλέπεται ειδική ρύθμιση για το θέμα, το 1995, με τη νέα νομοθεσία «περί υδρογονανθράκων» και «για κάποιο λόγο», δεν προβλέπεται νομοθετική ρύθμιση. Ωστόσο, η αρμόδια διυπουργική επιτροπή χορήγησης αδειών θαλάσσιας έρευνας προβλέπει στην έκδοση αδειών τον όρο, ότι σε περίπτωση ανεύρεσης αρχαιοτήτων οι εταιρίες οφείλουν να ειδοποιήσουν την Εφορεία Εναλίων.

Δύτες στο ναυάγιο της Αλοννήσου
Δύτες στο ναυάγιο της Αλοννήσου
Το 1985, το Συμβούλιο της Ευρώπης παρουσίασε ένα σχέδιο σύμβασης για την προστασία της υποβρύχιας πολιτιστικής κληρονομιάς, το οποίο καθόριζε μια αρχαιολογική ζώνη 24 ναυτικών μιλίων, βασιζόμενο στο «διεθνές δίκαιο της θάλασσας». Η σύμβαση αυτή δεν υπογράφτηκε τελικά, γιατί αντέδρασε η Τουρκία. Η οποία «είναι αντίθετη σε οποιαδήποτε επέκταση της δικαιοδοσίας της Ελλάδας στο Αιγαίο πέραν της αιγιαλίτιδας ζώνης (6 ναυτικά μίλια)».

Η δεύτερη προσπάθεια έγινε από την Ενωση Διεθνούς Δικαίου το 1994, η οποία πρότεινε σχέδιο σύμβασης προστασίας της υποβρύχιας πολιτιστικής κληρονομιάς, μέσω της θέσπισης ζωνών προστασίας από τα 24 μίλια μέχρι το ανώτατο όριο της υφαλοκρηπίδας. Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν στο πλαίσιο της «ΟΥΝΕΣΚΟ» το 1996 και ολοκληρώθηκαν το 2001 με τη νέα σύμβαση. Χωρίς όμως και πάλι να επεκτείνεται η δικαιοδοσία του παράκτιου κράτους επί της υφαλοκρηπίδας.

Ο «νόμος»... της άγριας Δύσης

Για την Ελλάδα έμπαινε και πάλι ζήτημα δικαιοδοσίας γι' αυτό και απείχε από την ψηφοφορία. Η ρύθμιση προβλέπει ένα μπερδεμένο σύστημα διαβουλεύσεων και μια διαδικασία αναφοράς και γνωστοποίησης στο παράκτιο κράτος τυχόν ανεύρεσης πολιτιστικών αγαθών, που την καθιστά ανενεργό στην πράξη. Το χειρότερο είναι, ότι δεν κατοχυρώνει την υποχρεωτική ενημέρωση - γνωστοποίηση ανεύρεσης αρχαιοτήτων, στο παράκτιο κράτος. Αν κάποιος βρει αρχαία τότε η σύμβαση δίνει τη δυνατότητα να ενημερωθεί είτε το κράτος της σημαίας του πλοίου ή το παράκτιο κράτος. Δίνει όμως και τη «δυνατότητα» να ειδοποιηθεί μόνο το κράτος σημαίας... που θα ενημερώσει με τη σειρά του όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης. Η μη επέκταση της δικαιοδοσίας του παράκτιου κράτους στην υφαλοκρηπίδα σημαίνει πρακτικά το εξής: Αν εντοπιστεί ναυάγιο στα 7 ναυτικά μίλια από την ακτή και ισχύσει η σύμβαση της «ΟΥΝΕΣΚΟ» στο Αιγαίο, δεν είναι υποχρεωμένο το ξένο πλοίο να ειδοποιήσει την Ελλάδα. Μάλιστα, σύμφωνα με τη σύμβαση, η προστασία του ναυαγίου δε θα γίνει από το παράκτιο κράτος (αν και όποτε το μάθει), αλλά από όσα κράτη «έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον ή έχουν έναν αναγνωρίσιμο πολιτισμικό, αρχαιολογικό ιστορικό δεσμό». Χάος δηλαδή, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πόσα τέτοια κράτη εμπλέκονται στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Προβλήματα δημιουργούνται και με το ζήτημα της ναυαγιαίρεσης. Δηλαδή της διάσωσης ενός ναυαγίου ή του φορτίου του. Τα δικαστήρια των ΗΠΑ εφαρμόζουν το δίκαιο της ναυγιαίρεσης, αναγνωρίζοντας «αποκλειστικά δικαιώματα». Αυτό σημαίνει, ότι είναι δυνατόν ένα δικαστήριο στις ΗΠΑ να διεκδικήσει αποκλειστικά δικαιώματα σε αμερικανικές εταιρίες επί ναυαγίου... στο Αιγαίο! Η σύμβαση της «ΟΥΝΕΣΚΟ» δεν ξεκαθαρίζει και αυτό το θέμα. Τέλος, η σύμβαση εξαιρεί από την υποχρέωση δήλωσης ανεύρεσης αρχαιοτήτων τα πολεμικά πλοία. Ηδη στην Ελλάδα μάθαμε για ανεύρεση υποβρύχιων αρχαιοτήτων μας από το διαδίκτυο, επειδή στις έρευνες συμμετείχε αμερικάνικο πυρηνοκίνητο υποβρύχιο... άρα δεν υποχρεούνταν να ενημερώσει την Ελλάδα!

Αν και τελικά η σύμβαση δεν επικυρώθηκε, ωστόσο προωθούνται περιφερειακές συμβάσεις, όπως αυτή της ιταλικής κυβέρνησης για τη Μεσόγειο, εφαρμόζοντας όμως «από το παράθυρο» τη σύμβαση της «ΟΥΝΕΣΚΟ», ενίοτε και προς το χειρότερο: π.χ. με την πρόβλεψη ζωνών προστασίας με οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας από κοινού με τα παράκτια κράτη.

Θα περίμενε κανείς ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συνόδευε τις αντιδράσεις της στο εξωτερικό, ενισχύοντας παράλληλα την προστασία του υποβρύχιου πολιτιστικού μας πλούτου. Οχι μόνο δεν το έκανε, αλλά «κατάφερε» με την πολιτική της να αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και τη συγγενή Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας.

Δύτες... της στεριάς

Δημιουργημένη το 1976, η εν λόγω Εφορεία ήρθε να καλύψει ένα τεράστιο κενό που χρονολογούνταν από την πρώτη συστηματική υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα, που έγινε στην Ελλάδα το 1884 από την Αρχαιολογική Εταιρεία, υπό την εποπτεία του Χρήστου Τσούντα και στόχο την ανεύρεση καταλοίπων από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Οι Καλύμνιοι δύτες όμως αντιμετώπισαν αντίξοες συνθήκες στο βυθό και δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν το έργο τους, το οποίο όμως καταγράφτηκε ως η πρώτη προσπάθεια του είδους. Ο τότε γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας είχε κλείσει την έκθεση πεπραγμένων εκείνης της χρονιάς με την ευχή: «... ίσως έλθωσι καιροί ευθετότεροι προς τοιαύτας δυσκόλους επιχειρήσεις». Αυτοί οι καιροί όμως δεν έχουν έρθει ακόμη. Οπως είπε ο πρόεδρος του Συλλόγου Αυτοδυτών του ΥΠΠΟ, Πέτρος Τσαμπουράκης στην ημερίδα (θυμίζοντας και την παραπάνω απόπειρα) «η κρατική υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στην Ελλάδα στηρίζεται σε πήλινα πόδια».

Το πρόβλημα «γεννήθηκε» μαζί με τη σύσταση της Εφορείας, η οποία ήταν πράγματι η αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη ουσιαστικής επιστημονικής έρευνας, η οποία παράλληλα θα κατοχύρωνε το δημόσιο χαρακτήρα της. Οπως το έθεσε ο ομιλητής, «η Πολιτεία παράλειψε να θωρακίσει τις υπηρεσίες αυτές με το απαραίτητο νομικό πλαίσιο για μια τόσο ιδιαίτερη δραστηριότητα όπως είναι οι καταδύσεις και να θεσμοθετήσει, πρώτα απ' όλα, θέσεις εργασίας και ειδικότητες για το καταδυόμενο προσωπικό και παράλληλα έναν κανονισμό ασφαλείας, ειδικά συνταξιοδοτικά όρια, προληπτικές ιατρικές εξετάσεις, θέματα εκπαίδευσης κ.ά.». Παρά τις σοβαρές αυτές ελλείψεις, το προσωπικό της Εφορείας έδωσε τον καλύτερο εαυτό του στην υπόθεση της προστασίας των ενάλιων αρχαιοτήτων. Μέχρι την αναστολή της δραστηριότητάς τους, οι δύτες του υπουργείου (αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες, γεωλόγοι, συντηρητές, τεχνικό προσωπικό κ.ά.) «υπερβαίνοντας κάθε δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία», όπως σημείωσε ο ομιλητής, μετρούν 25.000 καταδύσεων σε βάθη που φτάνουν μέχρι και τα 80 μέτρα. Μεταξύ των επιτευγμάτων τους περιλαμβάνεται η ανασκαφή των ναυαγίων του 5ου π.Χ. αι. στην Αλόννησο και την Κυρά Παναγιά, το προϊστορικό ναυάγιο της Κεφαλονιάς, το μεσαιωνικό της Ζακύνθου, η ανασκαφή του προϊστορικού οικισμού της Μεθώνης, των αρχαίων λιμανιών του Πυθαγορείου και της Τορώνης, η εξερεύνηση και χαρτογράφηση των σπηλαίων της λίμνης Βουλιαγμένης και Διρού. Επίσης, έλεγξαν τεράστιες υποβρύχιες εκτάσεις για να διασφαλιστούν τυχόν αρχαιότητες πριν την εκτέλεση έργων στη θάλασσα.

Η συνεχής αδιαφορία του ΥΠΠΟ για τη σύσταση θεσμικού πλαισίου γι' αυτούς τους ανθρώπους, αλλά και ο πνιγμός εν ώρα υπηρεσίας στη Λήμνο του δύτη της Εφορείας Εναλίων, Παναγιώτη Αμπαζόπουλου, ανάγκασαν τον σύλλογο να καταφύγει στα δικαστήρια. Είχε προηγηθεί το 1997 διάταξη σε νόμο (την οποία συμπεριέλαβε ο νυν υπουργός Πολιτισμού), με την οποία έθετε τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού ενός υπαλλήλου ως καταδυόμενου και εξουσιοδοτούσε τους υπουργούς Πολιτισμού και Οικονομικών να ρυθμίσουν με Κοινή Υπουργική Απόφαση μια σειρά θέματα του καταδυόμενου προσωπικού με την έκδοση κανονισμού εργασίας. «Ομως, ούτε ο κανονισμός εκδόθηκε ποτέ ούτε κάποιο άλλο θέμα ρυθμίστηκε με κάποιον άλλο τρόπο».

Η απόφαση του διοικητικού εφετείου εκδόθηκε το καλοκαίρι του 2001 και «απλά διαπίστωνε το αυτονόητο» όπως είπε ο ομιλητής. Δηλαδή, «λόγω έλλειψης θεσμικού πλαισίου το ΥΠΠΟ δε νομιμοποιείται να χρησιμοποιεί το καταδυόμενο προσωπικό». Αντί, έστω και τότε, το ΥΠΠΟ να ρυθμίσει την εκκρεμότητα, αντίθετα, ανέστειλε τις καταδύσεις... επιρρίπτοντας την ευθύνη στο σύλλογο. «Προφανώς» σημειώνει ο Π. Τσαμπουράκης, «η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ ποτέ δε συνειδητοποίησε το μέγεθος της ευθύνης της για όσο διάστημα συνέχιζε να στέλνει υπαλλήλους της να καταδύονται χωρίς το απαραίτητο θεσμικό πλαίσιο. Ποτέ δεν κατάλαβε ότι πρώτη υπεύθυνη είναι η ίδια. Το θέμα υποβαθμίζεται ως απλό συνδικαλιστικό αίτημα και η χρησιμότητα της εργασίας του καταδυόμενου προσωπικού γίνεται προσπάθεια να απαξιωθεί». Χαρακτηριστικά, η διοίκηση απέσπασε καταδυόμενους υπαλλήλους με πολυετή προσφορά... σε χερσαίες υπηρεσίες. Με τη λογική ότι αφού δεν καταδύονται... δεν είναι δύτες, άρα είναι αναλώσιμο προσωπικό!

Πρακτικά, αναστολή των καταδύσεων σημαίνει απουσία προληπτικών αυτοψιών σε θαλάσσια έργα, διακοπή των υποβρύχιων ερευνών που ήταν σε εξέλιξη, δυσκολία ελέγχου των υποβρύχιων αρχαιολογικών χώρων και βέβαια, διακοπή ερευνών τρίτων επιστημονικών φορέων, αφού δεν υπάρχει κρατικός έλεγχος. Η «εναλλακτική» λύση του ΥΠΠΟ ήταν η συνεργασία του με το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών. Ο ομιλητής σημείωσε ότι ναι μεν «ο επιστημονικός αυτός φορέας αδιαμφισβήτητα αποτελεί κεφάλαιο για την πατρίδα μας και στελεχώνεται από έμπειρο και άξιο προσωπικό (...) έχει όμως συγκεκριμένο πεδίο εφαρμογής και δεν μπορεί να υποκαταστήσει σε καμία περίπτωση το πολύπλευρο υποβρύχιο ερευνητικό έργο της υπηρεσίας». Επιπλέον, ο μέσος όρος ηλικίας των δυτών του ΥΠΠΟ είναι 50 χρόνια. «Αν δεν υπάρξει μέριμνα για την ανανέωσή του, το μέλλον της υποβρύχιας επιστημονικής έρευνας του υπουργείου φαντάζει δυσοίωνο», κατέληξε ο ομιλητής.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ