Γ.Κ. Ποια είναι η κυρίαρχη εντύπωση που αποκόμισες από το φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης;
Μ.Μ. Οτι κάποιοι άνθρωποι κάθονται πολύν καιρό στις ίδιες καρέκλες, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται τα γνωστά, σε τέτοιες περιπτώσεις, φαινόμενα: νεποτισμός, υπεροψία, αρτηριοσκλήρωση, ιδιοποίηση του θεσμού. Οποιος αισθάνεται στο απυρόβλητο της οποιασδήποτε κριτικής, ανέγγιχτος, ακλόνητος και παντοδύναμος, μοιραία θα πέσει σε σφάλματα (αφού κανείς δεν τολμά να του τα επισημάνει, μιας και όσοι το κάνουν εξοστρακίζονται και ούτε λογοδοτεί τελικώς γι' αυτά), θα έχει παραλείψεις και θα καταλήξει ανεπαρκής, ενταγμένος σε μια λανθασμένη οργανωτικά δομή που διαρκώς αυτοανακυκλώνεται. Τα πρόσωπα σε θεσμικές θέσεις πρέπει κατά διαστήματα να εναλλάσσονται ανεξαρτήτως της επιτυχημένης ή μη πορείας τους. Απλώς, οι αποτυχημένοι πρέπει να φεύγουν όσο γίνεται νωρίτερα.
Γ.Κ. Ποιο, κατά τη γνώμη σου, είναι το στίγμα και η φυσιογνωμία του Φεστιβάλ;
Μ.Μ. Παρότι το Φ.Θ. μετρά αρκετά χρόνια παρουσίας και παρ' όλες τις επιμέρους επιτυχημένες και ενδιαφέρουσες επιλογές του -όπως το Τμήμα των Νέων Οριζόντων, με ταινίες που πιθανόν δε θα μπορέσει να δει κανείς σε ευρεία διανομή, κάποια σημαντικά αφιερώματα και ρετροσπεκτίβες στα Παράλληλα Τ.-, καθώς και την καθιέρωσή του ως χώρου προβολής ελπιδοφόρων νέων ξένων σκηνοθετών, που κάνουν συνήθως την πρώτη ή τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία τους, δεν έχει, ωστόσο, καταφέρει να βρει ένα σαφές στίγμα: ασυνέπεια στις επιλογές και παλινδρόμηση ανάμεσα στο κιτς και την πρωτοποριακή δημιουργία στο γκλάμουρ και το «νεανικό» του προφίλ. Δε χρειάζονται, ωστόσο, γκρίνιες, γιατί είναι ένας σημαντικός θεσμός που πρέπει να συνεχιστεί και να βελτιωθεί, ξεκαθαρίζοντας τη φυσιογνωμία του και διευρύνοντας τις προοπτικές του.
Γ.Κ. Ποιες απορίες σού δημιουργήθηκαν στο Φεστιβάλ;
Μ.Μ. Πρώτον, γιατί τέτοια αγένεια και ασχετοσύνη από το προσωπικό του Φεστιβάλ; Δεύτερον, μπορεί να βελτιωθεί το σύστημα σχετικά με τη διάθεση των μηδενικών εισιτηρίων στους προσκεκλημένους; Τρίτον, σε τι ακριβώς αποσκοπεί αυτός ο περίεργος αναγκαστικός συσχετισμός του Φ.Θ. με τα κρατικά Βραβεία Ποιότητας του ΥΠΠΟ, που υποχρεώνει όλες τις ταινίες που θέλουν να εξοικονομήσουν κάποια χρήματα από αυτά (και όλοι γνωρίζουν πόσο απαραίτητα είναι αυτά στην ελληνική κινηματογραφία, που ουσιαστικά στερείται ιδιωτών παραγωγών) να προβάλλονται για πρώτη φορά αυστηρά στο Φεστιβάλ, εξοβελίζοντας έτσι κάθε έννοια ανεξάρτητης παραγωγής από εκείνες τις λίγες που τα κατάφεραν χωρίς καμία χρηματοδότηση από κάποιον κρατικό φορέα; Τέταρτον, γιατί κάθε φορά με καταλαμβάνει ένα αίσθημα θλίψης και ζήλιας όταν συγκρίνω την ελληνική με τη διεθνή κινηματογραφική παραγωγή διαπιστώνοντας κάθε φορά πόσο πίσω είμαστε;
Γ.Κ. Ποια ταινία ξεχώρισες;
Μ.Μ. Από όσες ταινίες είδα -γιατί, φυσικά, δεν μπόρεσα να τις παρακολουθήσω όλες- με εντυπωσίασε η ταινία «Japon» του Μεξικάνου σκηνοθέτη Reyadas, ο οποίος και δικαίως, νομίζω, πήρε το βραβείο σκηνοθεσίας του Διεθνούς Διαγωνιστικού Τμήματος του Φεστιβάλ. Ταινία με χαμηλό κόστος, ιδιαίτερη ματιά και πολύ δύσκολες σκηνές, με τέτοιο υψηλό επίπεδο ερμηνείας που ακόμα αναρωτιέμαι αν πράγματι οι άνθρωποι αυτοί ήταν ηθοποιοί ή απλώς εμπιστεύτηκαν τον εαυτό τους στα χέρια του σκηνοθέτη.