Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος με το οποίο η ελληνική νομοθεσία προσαρμόζεται στις διατάξεις της Οδηγίας 98/50, που αφορά τα δικαιώματα των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης ή συγχώνευσης επιχειρήσεων προωθεί η κυβέρνηση. Με το άρθρο 5 του Διατάγματος, επιβεβαιώνεται ότι και μετά τη μεταβίβαση της επιχείρησης δεν εμποδίζονται «απολύσεις που είναι δυνατόν να επέλθουν για λόγους οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανώσεως που συνεπάγονται μεταβολές του εργατικού δυναμικού», τηρουμένων των σχετικών περί απολύσεων διατάξεων. Με το Διάταγμα ρυθμίζονται επίσης θέματα προστασίας των εκπροσώπων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης ή εγκατάστασης επιχειρήσεων και τμημάτων, καθώς και τα δικαιώματα από υφιστάμενα συστήματα επαγγελματικής και διεπαγγελματικής ασφάλισης.
Η συνέχιση της ασφαλιστικής σύμβασης τίθεται στη διακριτική ευχέρεια του νέου ιδιοκτήτη της επιχείρησης, ενώ σε περίπτωση άρνησής του, τα αποθεματικά κεφάλαια εκκαθαρίζονται και μεταβιβάζονται στους εργαζόμενους.
Να «χωρέσει σε μια μασχάλη δύο καρπούζια» επιχειρεί με ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ και σχολιάζοντας το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος, αφού τάσσεται υπέρ της εξασφάλισης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων μέσα από συγχωνεύσεις, την ίδια στιγμή ζητάει και τη «θωράκιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων». Αλλά είναι φανερό ότι «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρήσεων σημαίνει πριν απ' όλα μείωση του εργατικού κόστους και περικοπή των όποιων κατακτήσεων. Ως εκ τούτου, το «αίτημα» της ΓΣΕΕ, για παράταση των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων στην πενταετία, ή ότι δε θα γίνουν απολύσεις κλπ., μάλλον ως επικοινωνιακό πρόσχημα λειτουργεί, παρά σαν ένας σταθερός στόχος πάλης των εργαζομένων.