Πώς και γιατί θέλει να καταστρέψει η κυβέρνηση τον αρχαιολογικό χώρο του Μακρυγιάννη
Η απόφαση αυτή έρχεται σε μια στιγμή κατά την οποία η κυβέρνηση έχει ήδη ανακοινώσει (διά στόματος υπουργού Πολιτισμού) τις φάσεις κατασκευής του μουσείου, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι εκκρεμούν προσφυγές μαζικών φορέων στο Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς και άλλα ουσιαστικά και τυπικά ζητήματα, τα οποία η πολιτική ηγεσία του υπουργείου προτιμά να «προσπερνά». Ζητήματα τα οποία έχουν τεθεί και πρόσφατα ακόμη και στη Βουλή με ερωτήσεις βουλευτών του ΚΚΕ, οι απαντήσεις στις οποίες όχι μόνο δεν καθησύχασαν τις ανησυχίες, αλλά δημιούργησαν και νέες ως προς τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης.
Στην εισαγωγή της απόφασης, το ICOMOS υπενθυμίζει για μια ακόμη φορά (για όσους το «ξεχνούν») ότι «σύμφωνα με τις Διεθνείς Αρχές Προστασίας (Χάρτης της Βενετίας 1964, Σύμβαση της Γρανάδας 1985 κλπ.) δεν επιτρέπεται να κατασκευάζονται νέα μεγάλα κτίρια σε αρχαιολογικούς χώρους, παρά μόνο μικρές ελαφρές κατασκευές, που κρίνονται απολύτως απαραίτητες για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών, πολύ δε περισσότερο όταν οι αρχαιολογικοί χώροι έχουν μεγάλη πυκνότητα σημαντικών αρχαίων κατασκευών. Οι αρχαιολογικοί χώροι δεν πρέπει να οικοδομούνται και γενικά να αντιμετωπίζονται από την Πολιτεία σαν απλά αστικά οικόπεδα ενταγμένα στη λογική του ΓΟΚ και στα άμεσα συμφέροντα του κύριου του έργου!».
Τονίζεται επίσης ότι «δεν είναι δυνατόν να χωροθετηθεί το Νέο Μουσείο Ακρόπολης στον αρχαιολογικό χώρο Μακρυγιάννη! Θα καταστρέψει και τον αρχαιολογικό χώρο και την κληρονομιά μας που υπάρχει μέσα σ' αυτόν! Αυτό είναι αντιληπτό και από μη ειδικούς!». Το ICOMOS υπενθυμίζει σε αυτό το σημείο και τα αποτελέσματα των ανασκαφών στο οικόπεδο με τα οποία αποκαλύφθηκε η ιστορική συνέχεια της Αθήνας. Τα ευρήματα αυτά χρονολογούνται μεταξύ του 3ου π.Χ. - 7ου μ.Χ. αιώνων, δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμη, παρά την τυπικά και ουσιαστική αναγκαιότητα για τη δημοσίευσή τους και, βέβαια, «η καταστροφή τους θα είναι αναπόφευκτη».
Το ICOMOS σημειώνει ότι στο συγκεκριμένο θέμα «υπάρχει μια σαφή σύγκρουση αντίληψης» μεταξύ του ίδιου του φορέα, «των καταξιωμένων αρχαιολόγων και άλλων επιστημόνων από τη μια και της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ από την άλλη».
Σε ό,τι αφορά στις παρατηρήσεις του ICOMOS στην πρόσφατη οικοδομική άδεια για τις εκσκαφές και τις αντιστηρίξεις, αλλά και στην οριστική μελέτη θεμελίωσης σε ενιαίο σχέδιο με την αποτύπωση των αρχαίων κατασκευών, προκύπτουν τα εξής: 1) Η εκσκαφή που προβλέπεται στη συγκεκριμένη άδεια «θα εξαφανίσει ολοκληρωτικά τον υπάρχοντα αρχαιολογικό χώρο εντός του περιγράμματος των εκσκαφών». 2) Η καταστροφική αυτή άδεια δόθηκε από την ηγεσία του ΥΠΠΟ με τη θετική γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου «χωρίς τη σχετική εισήγηση από την αρμόδια Διεύθυνση και την αρμόδια Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, δοθέντος ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των αρχαίων χρονολογούνται στην Παλαιοχριστιανική εποχή». Επίσης, η άδεια δόθηκε πριν την αξιολόγηση και δημοσίευση των ευρημάτων «προκειμένου να τοποθετηθεί η επιστημονική κοινότητα». 3) Δεν έχει εκδοθεί ακόμα οικοδομική άδεια ανέγερσης «και δεν υπάρχει εγκεκριμένη στατική μελέτη θεμελίωσης», γεγονός που προκαλεί «σοβαρά προβλήματα αξιοπιστίας για την ίδια την πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ...». 4) Η άδεια για τις εκσκαφές και τις αντιστηρίξεις αφορά την εκτεταμένη και συνεχή πασαλόπηξη μέσα στον αρχαιολογικό χώρο με τη μεγάλη πυκνότητα ευρημάτων, «με συνέπεια εκτεταμένη καταστροφή τους και καταστροφή της συνοχής και αναγνωσιμότητας του χώρου». 5) Οι συστοιχίες φρεατοπασάλων διαμέτρου από 1,20 μ. έως και 3,50 μ. και βάθος έως 20 μ. που προβλέπονται στη μελέτη, δεν καλύπτονται από την άδεια για τις εκσκαφές.
Τέλος, το ICOMOS καλεί την Πολιτεία να αλλάξει τη χωροθέτηση του ΝΜΑ και να «αντιληφθεί τη μεγάλη καταστροφή αρχαίων που θα προκληθεί...».