Προκλητικές υπουργικές δηλώσεις για τις συνεχείς ανατιμήσεις. Παρωχημένη πρακτική οι έλεγχοι στην αγορά, λέει το δίδυμο Χριστοδουλάκη - Τσοχατζόπουλου
Την πλήρη άρνηση της κυβέρνησης να πάρει οποιοδήποτε μέτρο για την αντιμετώπιση της πολύμορφης ακρίβειας που σαρώνει την αγορά δημοσιοποίησαν, χτες, οι υπουργοί Οικονομίας και Ανάπτυξης. Με δηλώσεις τους, οι οποίες χαρακτηρίζονται ουσιαστικά από περιφρόνηση και αδιαφορία για τις δυσμενείς συνέπειες που έχουν για τους εργαζόμενους οι συνεχείς ανατιμήσεις, οι Ν. Χριστοδουλάκης και Α. Τσοχατζόπουλος επαναβεβαίωσαν την υποταγή της κυβέρνησης στα δεδομένα της «ελεύθερης αγοράς» και κάλεσαν τους καταναλωτές σε... εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης της ακρίβειας. Το πρόβλημα, σε κάθε περίπτωση, της κυβέρνησης, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις των δύο υπουργών, δεν είναι τόσο το γεγονός ότι η εκτεταμένη κερδοσκοπία αφανίζει τα λαϊκά εισοδήματα, όσο ότι της ξεφεύγει ο πληθωρισμός... Κατά τ' άλλα, το στίγμα της κυβερνητικής πολιτικής είναι ότι «η πρακτική των αγορανομικών διατάξεων και των αστυνομεύσεων είναι μια πρακτική παρωχημένη, που δεν μπορεί να εφαρμόζεται σε σύγχρονες αγορές» (Ν. Χριστοδουλάκης) και ότι «μακριά από την κυβέρνηση οποιαδήποτε σκέψη για οριοθέτηση τιμών στην αγορά και στα προϊόντα» (Α. Τσοχατζόπουλος).
Ο Ν. Χριστοδουλάκης αποκάλεσε τον πληθωρισμό «εθνική πληγή» και κάλεσε σε ...συστράτευση όλους, θύτες και θύματα της κερδοσκοπίας, «ώστε να απαλλαγούμε από αυτό το φαινόμενο». Ενώ η καλοκαιρινή περίοδος, όπου και σημειώθηκε εκτεταμένη κερδοσκοπία, ολοκληρώνεται, η κυβέρνηση φαίνεται να ανακαλύπτει μόλις τώρα την ακρίβεια. «Το τελευταίο διάστημα - είπε ο υπουργός Οικονομίας - παρατηρούμε σε μια σειρά προϊόντα και υπηρεσίες μια αδικαιολόγητη υπερτιμολόγηση». Υπερτιμολόγηση την οποία απέδωσε στις στρογγυλοποιήσεις των τιμών σε ευρώ, αλλά και στην προσπάθεια ορισμένων επιχειρήσεων να αντισταθμίσουν τις απώλειες που έχουν σε πελάτες ή σε πωλήσεις. Στη συνέχεια ο υπουργός επιδίδεται σε μια προσπάθεια απόσεισης των κυβερνητικών ευθυνών, διάχυσής τους σε... όλους, αλλά και προστασία των κερδοσκόπων επιχειρηματιών. Σύμφωνα με τον Ν. Χριστοδουλάκη, «τη μάχη εναντίον του πληθωρισμού δεν μπορεί να την κερδίσει μόνη της η πολιτεία, διότι η πρακτική των αγορανομικών διατάξεων και των αστυνομεύσεων είναι μια πρακτική παρωχημένη, που δεν μπορεί να εφαρμόζεται στις σύγχρονες αγορές». Σε πλήρη σύγχυση όμως και με δεδομένο ότι η κυβέρνηση ενδιαφέρεται να μην ξεφύγει ο πληθωρισμός, ο υπουργός επικαλέστηκε την ύπαρξη του ΣΔΟΕ (Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος) και απείλησε με φορολογικούς ελέγχους όσες επιχειρήσεις κάνουν ανατιμήσεις. «Θα χρησιμοποιήσουμε -είπε - με αμείλικτο τρόπο το όπλο των φορολογικών ελέγχων σε εκείνες τις επιχειρήσεις οι οποίες εμφανίζουν υπερτιμολογήσεις», ενώ - πάντα κατά τον υπουργό - «θα δίνεται και κατάλογος επιχειρήσεων οι οποίες υπερτιμολογούν», έτσι ώστε να γνωρίζουν οι καταναλωτές ποιες επιχειρήσεις πρέπει να μποϊκοτάρουν...
Φυσικά, πρόκειται για φθηνό εντυπωσιασμό απ' την πλευρά του υπουργού, ο οποίος στο τέλος των δηλώσεών του αποκάλυψε το φάρμακο για την τιθάσευση του πληθωρισμού: «Θα επιδιώξουμε - δήλωσε ο Ν. Χριστοδουλάκης - και με τον προϋπολογισμό του 2002-2003 να διασφαλίσουμε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής σταθερότητας, το οποίο είναι συμβατό με την επιδίωξη ενός χαμηλού πληθωρισμού». Δηλαδή, η κατάσταση θα αντιμετωπιστεί με την περιστολή της ζήτησης των εργαζομένων μέσω των χαμηλών μισθών...
Στο ίδιο μήκος κύματος ο Α. Τσοχατζόπουλος όχι μόνο ξεκαθάρισε ότι η κυβερνητική πολιτική είναι και θα παραμείνει προσηλωμένη στις επιταγές της «ελεύθερης οικονομίας της αγοράς», αποποιήθηκε οποιασδήποτε ευθύνης της κυβέρνησης να προστατεύσει τα λαϊκά εισοδήματα από την αδηφαγία των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, αλλά, επιπλέον, έκανε λόγο για «συνυπευθυνότητα» των καταναλωτών στη διαμόρφωση της λειτουργίας της αγοράς.
Ο Α. Τσοχατζόπουλος επιχείρησε προκλητικά να υποβαθμίσει τη σφοδρή επίθεση που δέχονται τα λαϊκά εισοδήματα από την ασυδοσία των κερδοσκόπων, που ευλογεί η κυβερνητική πολιτική. «Η εικόνα που παρουσιάζεται είναι και αυξήσεις και μειώσεις ώστε γενικά νομίζω η εικόνα να είναι, βεβαίως και αυξήσεις και υπερτιμολογήσεις, οι οποίες δεν είναι δικαιολογημένες σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά παράλληλα και μειώσεις τιμών», είπε ο ίδιος. Στη συνέχεια, αποσιωπώντας το γεγονός ότι οι ανατιμήσεις έχουν πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας σε μια σειρά ειδών πλατιάς κατανάλωσης, ο υπουργός προσπάθησε να περιορίσει το όλο θέμα στις τιμές των οπωροκηπευτικών, στις οποίες «είδε» μόνον τις ανατιμήσεις του πρώτου τριμήνου του χρόνου, που η κυβέρνηση αποδίδει στις «καιρικές συνθήκες». «Από εκεί και πέρα, όμως, κινηθήκαμε σε σταθερές λογικές τιμές», συμπλήρωσε. Μάλιστα, επιχειρώντας να θολώσει τα νερά, έδωσε στη δημοσιότητα συγκρίσεις τιμών οπωροκηπευτικών δύο συνεχόμενων ημερών - της 17ης και της 18ης του Αυγούστου 2001 - καθώς και σύγκριση των τιμών της 16ης και της 18ης του Αυγούστου 2002 - που συνέλεξε το επιτελείο, για να υποστηρίξει σώνει και καλά την κυβερνητική προπαγάνδα.
Οσον αφορά στα καύσιμα, όπου η κερδοσκοπία οργιάζει όλο το χρόνο, αλλά ακόμη περισσότερο σε περιόδους όπως τον Αύγουστο, με την αυξημένη τουριστική κίνηση σε απομακρυσμένες και νησιωτικές περιοχές, αποκτά χαρακτηριστικά λαίλαπας, ο Α. Τσοχατζόπουλος προτίμησε να πει ότι «η Ελλάδα έχει τα πιο φθηνά καύσιμα στην Ευρώπη», συντασσόμενος με τα μεγάλα πετρελαϊκά συμφέροντα, ενώ κάλεσε τους καταναλωτές να αναζητούν τη φτηνότερη τιμή. Από εκεί και πέρα μόνο ως έπεα πτερόεντα ακούγονται τα όσα για να εντυπωσιάσει είπε ο υπουργός περί διερεύνησης καρτέλ που οδηγούν σε υπερτιμολογήσεις των καυσίμων και παραπομπή τους στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Εξάλλου, να σημειωθεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ακούγεται κάτι τέτοιο από στόμα υπουργού Ανάπτυξης, ουδέποτε, όμως, υπήρξαν αποτελέσματα, και δε θα μπορούσαν άλλωστε στο πλαίσιο της ασκούμενης πολιτικής, είτε «εντοπισμού» αυτών των «καρτέλ» είτε ελέγχου της κερδοσκοπίας. Στο ίδιο πλαίσιο, ευλόγησε τα γένια της κυβέρνησης αναφερόμενος στο τελευταίο νομοσχέδιο, που ρυθμίζει θέματα λειτουργίας της αγοράς των καυσίμων, με κύριο χαρακτηριστικό ότι ανοίγει ακόμα περισσότερο το δρόμο για την επέκταση των δραστηριοτήτων των εταιριών και των διυλιστηρίων στο όλο κύκλωμα εμπορίας και διακίνησης. Ο υπουργός, όμως, έκανε ανέξοδα λόγο για νομοσχέδιο «συνυπευθυνότητας» όλων των εμπλεκομένων στο κύκλωμα, «εξασφάλισης της αγοράς από τα φαινόμενα της λαθρεμπορίας και της αισχροκέρδειας» και άλλα παρόμοια.