Η Ελβετία συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις για τους αμερικανικούς δασμούς 39%
Μετά τη γαλλική κυβέρνηση που αντέδρασε με έντονη δυσαρέσκεια στη συμφωνία, και ο πρώην επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Ζ. Μπορέλ, έκανε λόγο για «συνθηκολόγηση». «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το παρουσιάζει ως "το μικρότερο κακό". Αλλά νομίζω ότι είναι αποτέλεσμα μιας κακής στρατηγικής - περισσότερο μιας συνθηκολόγησης παρά μιας διαπραγμάτευσης. Πρόκειται για την παλιά στρατηγική των νταήδων. Οι ΗΠΑ απείλησαν με δασμούς 30%, στη συνέχεια προσέφεραν δασμούς 15% και πρέπει να είμαστε ευγνώμονες», δήλωσε στο EUObserver.
Η συμφωνία αποκαλύπτει ότι η ΕΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί «στρατηγικά αυτόνομος παράγοντας», πρόσθεσε ο Μπορέλ. «Από πολιτική άποψη, το αποτέλεσμα είναι πολύ κακό. Δίνει την εντύπωση αδυναμίας και υποταγής στις απαιτήσεις του Τραμπ», τόνισε.
Η συμφωνία προβλέπει την επιβολή από την Ουάσιγκτον δασμών 15% σε σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ (εκτιμάται ότι αφορά στο 70% της συνολικής αξίας τους), περίπου τριπλάσιους από τους δασμούς 4,8% που ισχύουν τώρα. Ωστόσο, την περασμένη εβδομάδα με την ανακοίνωση των δασμών του 39% για την Ελβετία, ο Τραμπ εξέπληξε τους αναλυτές που ανέμεναν μια συμφωνία μεταξύ των δύο κρατών. Η συμφωνία περιόρισε έναν πολύ υψηλότερο -30%- δασμό εισαγωγών που απειλούνταν από την αυτοεπιβαλλόμενη προθεσμία της 1ης Αυγούστου που έθεσε ο Τραμπ.
Μία βασική πτυχή της συμφωνίας αφορά στο άνοιγμα της ευρωπαϊκής αγοράς σε αμερικανικά προϊόντα, κάτι που επιθυμεί διακαώς η Ουάσιγκτον. Αυτό που φαίνεται να έχει ξεκαθαρίσει είναι ότι η ΕΕ θα καταργήσει και τους υπάρχοντες χαμηλούς δασμούς - κατά μέσο όρο 1% - σε βιομηχανικά προϊόντα των ΗΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση, ο συντελεστής 15% θα μειώσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην αμερικανική αγορά, με πιθανές συνέπειες τη μείωση των εξαγωγών τους ή/και τη μείωση της κερδοφορίας τους, στον βαθμό που έχουν τα περιθώρια να επωμισθούν μέρος του αυξημένου κόστους.
Η τελευταία εικόνα από τον δείκτη Sentix έδειξε ότι το επενδυτικό κλίμα επιδεινώθηκε σημαντικά στις αρχές του Αυγούστου. Η εβδομαδιαία έρευνά του σε χιλιάδες επενδυτές σε περισσότερες από 20 χώρες έδειξε ότι η συμφωνία ήταν μια «συμφωνία που χαλάει το επιχειρηματικό κλίμα», με τον Τραμπ και τις ΗΠΑ να θεωρούνται «νικητές». Ιδιαίτερα απότομη είναι η πτώση στην εμπιστοσύνη των επενδυτών στη Γερμανία και την Ελβετία.
Η κυβέρνηση της Ελβετίας θα συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, καθώς οι εισαγωγικοί δασμοί 39% που ανακοίνωσε ο Αμερικανός Πρόεδρος θα μπορούσαν να προκαλέσουν ύφεση σύμφωνα με αναλυτές.
Χθες η ελβετική κυβέρνηση πραγματοποίησε κρίσιμες συνομιλίες, σε μια προσπάθεια να καταλήξει σε μια πρόταση που θα μπορούσε να πείσει την Ουάσιγκτον, μέχρι τις 7 Αυγούστου.
Η Πρόεδρος και υπουργός Οικονομικών Κάριν Κέλερ-Σάτερ συγκάλεσε έκτακτη συνεδρίαση του κυβερνώντος Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, προκειμένου να συζητήσουν πώς θα προχωρήσει η χώρα.
Εν τω μεταξύ, οι διαπραγματευτές της χώρας έχουν επικοινωνήσει με Αμερικανούς αξιωματούχους για να προσπαθήσουν να βρουν έναν τρόπο να προχωρήσουν.
Ομάδες βιομηχανιών και ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τις πιθανές επιπτώσεις στις επιχειρήσεις, τονίζοντας πως «ένας τόσο υψηλός συντελεστής για πολλές εταιρείες θα διακόψει το εμπόριο».
Η Ελβετία κατέγραψε διμερές εμπορικό πλεόνασμα 38 δισ. δολαρίων με τις ΗΠΑ πέρυσι, σύμφωνα με στοιχεία των ΗΠΑ, το οποίο ήταν το 13ο μεγαλύτερο για τις ΗΠΑ. Ενώ οι ελβετικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ κατέρρευσαν μετά την εισαγωγή δασμών τον Απρίλιο, ανέκαμψαν τον Ιούνιο, υποδηλώνοντας ότι το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών παρέμεινε ισχυρό.
Η Ελβετή Πρόεδρος επισήμανε ότι η Ελβετία έχει παραχωρήσει στις ΗΠΑ σχεδόν αφορολόγητη πρόσβαση στην αγορά της και ότι ελβετικές εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει πολύ σημαντικές άμεσες επενδύσεις στις ΗΠΑ.