Δηλώνει έτοιμη να προστατεύσει «τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά της»
Το επίκεντρο γύρω από το οποίο περιστρέφονται όλες οι εξελίξεις στο παγκόσμιο εμπόριο και στη γεωστρατηγική - τον σφοδρό ανταγωνισμό ΗΠΑ και Κίνας - ήρθαν να φωτίσουν οι υψηλοί τόνοι με τους οποίους αντέδρασε η κινεζική κυβέρνηση όταν η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε ότι έκλεισε εμπορική συμφωνία με το Βιετνάμ.
«Χαιρόμαστε να βλέπουμε όλα τα μέρη να επιλύουν τις εμπορικές διαμάχες με τις ΗΠΑ μέσω ισότιμων διαπραγματεύσεων, αλλά είμαστε σθεναρά αντίθετοι σε οποιοδήποτε μέρος συνάπτει συμφωνία σε βάρος των συμφερόντων της Κίνας», δήλωσε εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου, μετά την ανακοίνωση για τη συμφωνία Ουάσιγκτον - Ανόι, και πρόσθεσε: «Αν προκύψει κάτι τέτοιο, η Κίνα θα αντεπιτεθεί αποφασιστικά για να προστατεύσει τα δικά της νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα».
Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, η συμφωνία προβλέπει ότι το Βιετνάμ θα πληρώσει δασμό 20% για όλα τα προϊόντα που εξάγει στις ΗΠΑ, αλλά και δασμό 40% για τα προϊόντα που μεταφορτώνονται.
Σήμερα πολλές χώρες αξιοποιούν το Βιετνάμ ως ενδιάμεσο σταθμό για να εξάγουν προϊόντα που παράγουν εργοστάσια με έδρα στο δικό τους έδαφος.
Την ίδια στιγμή, σημαντικά διαφορετικά δεδομένα για τις εμπορικές ισορροπίες ίσως προκύψουν και από την πορεία των συνομιλιών μεταξύ των ΗΠΑ και - τουλάχιστον επί χρόνια - στενών τους εταίρων.
Εκτός από τις δυσκολίες που φαίνεται ότι παραμένουν στις διαπραγματεύσεις της Ουάσιγκτον με το Τόκιο, καθυστέρηση εντοπίζεται και σε αυτές με τη Σεούλ.
Οπως είπε ο νέος ηγέτης της Νότιας Κορέας Λι Τζε Μιούνγκ, «εμείς κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε» αλλά «δεν είναι ακόμα σαφές σε κάθε πλευρά τι θέλει η άλλη πλευρά», αναγνωρίζοντας ότι «οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν εύκολες μέχρι στιγμής». Οι δηλώσεις έγιναν κατά την πρώτη εφ' όλης της ύλης συνέντευξη Τύπου που έδωσε ως Πρόεδρος της χώρας, όπου είπε ότι η κυβέρνησή του θα πορευτεί «βασισμένη στην ισχυρή συμμαχία Νότιας Κορέας - ΗΠΑ, στη στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, βελτιώνοντας την ίδια στιγμή "απαλά" τις σχέσεις με την Κίνα και τη Ρωσία» και έτσι «θα προστατεύσουμε την ειρήνη και τις ζωές των ανθρώπων μας, μέσω πραγματιστικής διπλωματίας που θα επικεντρώνεται στα εθνικά συμφέροντα».
Οπως εκτιμάται στη Σεούλ, χωρίς συμφωνία με τις ΗΠΑ ή παράταση των συνομιλιών οι αμοιβαίοι δασμοί στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ θα αυξηθούν στο 25%, από 10% που είναι σήμερα. Η δε Κεντρική Τράπεζα της χώρας υποβάθμισε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη του ΑΕΠ το τρέχον έτος σε 0,8%, από 1,5%, αποδίδοντας την ευθύνη στην αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς.