Από τη συνάντηση του Τούρκου Προέδρου με αντιπροσωπεία του φιλοκουρδικού κόμματος DEM στα μέσα Απρίλη |
Το «κουρδικό ζήτημα», εξάλλου, με τις διάφορες προεκτάσεις του που «αγγίζουν» την Τουρκία, τη Συρία, το Ιράκ και το Ιράν, αξιοποιείται εδώ και δεκαετίες ως μοχλός για διάφορους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και επεμβάσεις ισχυρών καπιταλιστικών κέντρων στην ευρύτερη περιοχή, σε βάρος του κουρδικού και των άλλων λαών, σε ένα σταυροδρόμι που όχι απλά ενώνει την Ανατολή με τη Δύση, αλλά γειτνιάζει με ζώνες όπου «τρέχουν» σημαντικές πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές εξελίξεις: Από τον Νότιο Καύκασο και την Κεντρική Ασία μέχρι την Αραβική Χερσόνησο και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Χαρακτηριστικά τέτοια στοιχεία είναι μεταξύ άλλων οι στρατιωτικές επεμβάσεις και η κατοχή εδαφών άλλων χωρών από την Τουρκία, στο όνομα της καταπολέμησης της «τρομοκρατίας» (όπως χαρακτήριζαν Τουρκία - ΗΠΑ - ΕΕ την ένοπλη δράση του PKK και άλλων κουρδικών οργανώσεων), καθώς και η πολύχρονη στενή «συνεργασία» κουρδικών οργανώσεων της Συρίας με τον στρατό των ΗΠΑ.
Ο Ντουράν Καλκάν, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του ΡΚΚ, ανακοίνωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι το 12ο Συνέδριο του ΡΚΚ (έγινε αρχές Μάη, στη Μέντια του βόρειου Ιράκ) ενέκρινε την αυτοδιάλυσή του και τον τερματισμό της ένοπλης δράσης. Με τις αποφάσεις του, σημείωσε, σηματοδοτεί «μια νέα αρχή» με στόχο «να δημιουργηθεί χώρος για νέες πρωτοβουλίες και ευκαιρίες», προς «μια νέα εποχή (...) για την ανάπτυξη προσπαθειών της δημοκρατικής κοινωνίας που θα διεξαχθούν με νέες στρατηγικές και νέες οργανωτικές δομές».
Η ηγεσία του φιλοκουρδικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος DEM, του τρίτου μεγαλύτερου κόμματος στην τουρκική Βουλή - το οποίο τα προηγούμενα χρόνια αντιμετώπισε αυξομειούμενα κύματα κρατικής καταστολής, με την κατηγορία της «υποστήριξης της τρομοκρατίας» (του ΡΚΚ) - έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στα παζάρια που ξεκίνησαν με πρωτοβουλία της τουρκικής κυβέρνησης και κατέληξαν στο κάλεσμα αυτοδιάλυσης του PKK από τον φυλακισμένο ηγέτη του, Αμπντ. Οτσαλάν.
Σχολιάζοντας τις αποφάσεις που ανακοίνωσε το PKK, το DEM επεσήμανε ότι «χρειάζεται να απομακρύνουμε τα εμπόδια (...) σε αυτήν τη φάση όλοι έχουμε ευθύνες και καθήκοντα». Εστίασε ειδικά στις «μεγάλες ευθύνες» που έχει «η Βουλή από αυτήν την πλευρά», αφού «χρειάζεται να εγκριθούν κάποιοι νόμοι, να τροποποιηθούν άλλοι» και «να αντιμετωπιστούν μεγάλες αδικίες που υπάρχουν στην Τουρκία».
Ο δε Τούρκος Πρόεδρος Ρ. Τ. Ερντογάν έκανε λόγο για «σημαντικό κατώφλι προς την επίτευξη του στόχου της Αγκυρας για μια χώρα χωρίς τρομοκρατία» και έδαφος για οικοδόμηση «της Τουρκίας του 21ου αιώνα, ριζωμένης στη δημοκρατία, στην ανάπτυξη, στην ειρήνη και τη δικαιοσύνη, μαζί», ενώ ανήγγειλε «θετικά νέα, σύντομα».
Δεν παρέλειψε μάλιστα να πει ότι «η Τουρκία βλέπει την κίνηση αυτή ως μια κίνηση που περιλαμβάνει και τους Κούρδους μαχητές στο Ιράκ, στη Συρία και στην Ευρώπη», σε μια τοποθέτηση ενδεικτική για τις ευρύτερες επιδιώξεις της Αγκυρας σε μια περίοδο που αναβαθμίζεται περαιτέρω η γεωστρατηγική της βαρύτητα στην περιοχή.
Από κει και πέρα, τα ΜΜΕ της περιοχής γέμισαν με εκτιμήσεις επιχειρηματικών οργανώσεων για την «ώθηση» η οποία θα δοθεί «σε ένα περιβάλλον ασφαλείας», που «αποτελεί θεμελιώδη βάση για την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις, τον τουρισμό και τις εξαγωγές», όπως είπε ο πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Αγκυρας, Γκ. Μπαράν.
Αλλά και για τον «αισθητό αντίκτυπο» που θα υπάρξει «στην περιφερειακή σταθερότητα βραχυπρόθεσμα, επιταχύνοντας επενδύσεις με τις γειτονικές μας χώρες, ειδικά το Ιράκ, τη Συρία και το Ιράν», πρόσθεσε ο Μπαράν, μιλώντας για «ιστορικό σημείο καμπής»...
Σε ένα τέτοιο φόντο, αναθερμαίνονται μια σειρά σενάρια για διεργασίες στο τουρκικό αστικό πολιτικό σύστημα, ακόμα και για ορισμένες μορφές συνεργασίας του DEM με το κυβερνών AKP του Ερντογάν, ενώ μέχρι τώρα το DEM προωθούσε συνεργασίες κυρίως με το αντιπολιτευόμενο σοσιαλδημοκρατικό - κεμαλικό CHP (π.χ. στις δημοτικές εκλογές, όπου το CHP κέρδισε σε Κωνσταντινούπολη και Αγκυρα).
Οι εξελίξεις με το ΡΚΚ στην Τουρκία καταγράφονται σε μια περίοδο που «τρέχουν» εξελίξεις με τους Κούρδους και στη Συρία, όπου η Αγκυρα έχει ενισχύσει σημαντικά τη θέση της μετά την ανατροπή του Σύρου Προέδρου Μπ. Ασαντ και την κατάληψη της εξουσίας στη Δαμασκό από τους τζιχαντιστές με επικεφαλής τον Αλ Σαράα.
Η Τουρκία διατηρεί την κατοχή συριακών εδαφών, ενισχύει μισθοφορικές δυνάμεις «φιλότουρκων» και εξαπολύει επιθέσεις εναντίον των «Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων», κορμός των οποίων είναι οι κουρδικές πολιτοφυλακές YPG - που χαρακτηρίζονται από την Αγκυρα «παρακλάδι του PKK».
Την ίδια ώρα η «κυβέρνηση» των τζιχαντιστών, αναβαθμισμένη από τη στήριξή της από ιμπεριαλιστικά κέντρα (ενδεικτικές ήταν η άρση των αμερικανικών κυρώσεων και η συνάντηση που είχαν στο Ριάντ Τραμπ και Αλ Σαράα, με τηλεδιάσκεψη και με τον Ερντογάν), παζαρεύει με τους Κούρδους της Συρίας.
Στα μέσα Μάρτη υπογράφηκε συμφωνία μεταξύ τους, κύριο αντικείμενο της οποίας ήταν «η ενσωμάτωση όλων των πολιτικών και στρατιωτικών θεσμών της βορειοανατολικής Συρίας στη συριακή κρατική διοίκηση», κάτι που θα σημάνει και την επιστροφή στον έλεγχο της Δαμασκού συνοριακών διελεύσεων τις οποίες μέχρι τώρα διαχειρίζονταν κουρδικές οργανώσεις, αλλά και αεροδρομίων, κοιτασμάτων πετρελαίου και άλλων ορυκτών πόρων.
Από τότε ωστόσο δεν έχουν καταγραφεί συγκεκριμένα βήματα, καθώς οι δύο πλευρές διαφωνούν στους όρους εφαρμογής της συμφωνίας, με την Αγκυρα και την «κυβέρνηση» των τζιχαντιστών να απορρίπτουν οποιαδήποτε ενισχυμένη αυτονομία για τους Κούρδους της Συρίας.
Τις εξελίξεις μελετούν και οι Κούρδοι στο Ιράν, οι οποίοι αποτελούν το 10% - 12% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.
Οπως δήλωνε προ ημερών στο δίκτυο «The New Region» ο Zagros Andaziary, μέλος της Διπλωματικής Επιτροπής του «Κόμματος για την Ελεύθερη Ζωή στο Κουρδιστάν» (PJAK - ιδρύθηκε το 2004 στο Ιράν, διεκδικώντας αυτονομία), «ίσως διαμορφωθεί μια καλή ευκαιρία για θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο που (και) το Ιράν εξετάζει τους Κούρδους, και περαιτέρω εξελίξεις μεταξύ Τουρκίας και του βόρειου Κουρδιστάν (σ.σ. όπως αποκαλούν πολλοί Κούρδοι ανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές της Τουρκίας) μπορούν να ενισχύσουν αυτήν την ευκαιρία».
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «αν η ειρηνευτική διαδικασία στο βόρειο Κουρδιστάν προχωρήσει κι άλλο, τότε το κίνημα για την ελευθερία στο ανατολικό Κουρδιστάν (σ.σ. στις περιοχές του Ιράν με έντονο το κουρδικό στοιχείο, στη μεθόριο με Ιράκ) θα πολλαπλασιάσει τα βήματα μπροστά και η Ισλαμική Δημοκρατία (σ.σ. του Ιράν) δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και να δεχτεί τη βούληση του κουρδικού λαού».
Κρίσιμα «κομμάτια» στο παζλ των πυκνών εξελίξεων είναι φυσικά και μια σειρά επενδυτικά σχέδια που συζητιούνται ακόμα πιο έντονα.
Παραθέτοντας ορισμένες μόνο από τις συναντήσεις που είχε ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας Αρπ. Μπαϊρακτάρ τους τελευταίους μήνες, σταχυολογούμε ενδεικτικά:
Ο Αλ Μπασάρ κάλεσε «τις τουρκικές εταιρείες να επενδύσουν και στην αναβάθμιση των ενεργειακών δικτύων και σταθμών παραγωγής της Συρίας, ανοικοδομώντας διυλιστήρια και συστήματα μεταφοράς Ενέργειας».
Η συνεργασία Τουρκίας - Ιράκ θεωρείται κρίσιμη και για την υλοποίηση του επενδυτικού έργου για τον «Τουρκικό Αναπτυξιακό Δρόμο» («Development Road Project» - DRP, τον οποίο κάποιοι αποκαλούν και «νέο Δρόμο του Μεταξιού»), που εμφανίζεται ως εναλλακτική στον «Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης» (IMEC)...
Το θέμα συζήτησε μάλιστα και ο Ρ. Τ. Ερντογάν σε νέα συνάντηση που είχε πριν μια βδομάδα στην Αγκυρα με τον Ιρακινό πρωθυπουργό Μοχάμεντ Αλ Σουντανί. Ο Τούρκος Πρόεδρος δεν ξέχασε να τονίσει και τη σημασία που έχει «να υπάρξει πρόοδος και στην επανάληψη των παραδόσεων πετρελαίου» (σταμάτησαν το 2023) μέσω του αγωγού Τουρκίας - Ιράκ, εννοώντας τον αγωγό που διασχίζει τις περιοχές του ιρακινού Κουρδιστάν, με την ηγεσία του οποίου η Αγκυρα συνεργάζεται σταθερά.
Ολα δείχνουν ότι εξελίξεις θα «τρέξουν» σε πολλά επίπεδα το επόμενο διάστημα, αλλά το θέμα για τους λαούς της περιοχής είναι ότι πυξίδα δεν είναι τα δικά τους συμφέροντα.
Οι Κούρδοι στην Τουρκία - όπως και στα άλλα αστικά κράτη της περιοχής - που έζησαν για δεκαετίες αντιμέτωποι με διακρίσεις και καταστολή, δεν έχουν να περιμένουν κάτι από αυτές τις διεργασίες ή τις ενδεχόμενες συμφωνίες κορυφής ανάμεσα στην Αγκυρα και στις ηγεσίες του DEM και του PKK. Οι ανάγκες και τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων επιτάσσουν έτσι κι αλλιώς την κλιμάκωση της επίθεσης σε όλους τους εργαζόμενους και στον λαό της Τουρκίας.
Σε τοποθέτησή του για τα τελευταία γεγονότα το ΚΚ Τουρκίας (ΤΚΡ) μίλησε για νέα φάση στην οποία μπαίνουν οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Τουρκία, αναφέροντας ότι στηρίζει «τη διαδικασία που ορίζεται ως "σίγηση των όπλων", ωστόσο διαφωνούμε με το περιεχόμενο της σημερινής δήλωσης (σ.σ. του PKK) που ευθυγραμμίζεται με το πλαίσιο που νωρίτερα έχουν αρθρώσει ο Μπαχτσελί, ο Οτσαλάν και αξιωματούχοι του ΑΚΡ, ως ιστορική μετάβαση για προετοιμασίες που σηματοδοτούν νέα φάση στη συνέχιση και ανάπτυξη της 23χρονης πολιτικής του AKP».
Τόνισε δε πως «κανένα θεμελιώδεις ζήτημα δεν μπορεί να λυθεί χωρίς στόχος να είναι ο σοσιαλισμός και χωρίς ανατροπή του καπιταλισμού. Ο ισχυρισμός ότι το λεγόμενο "κουρδικό ζήτημα" είναι ένα πρόβλημα ανεξάρτητο, που βρίσκεται υπεράνω των θεμελιακών ζητημάτων της Τουρκίας, καταρρέει σήμερα (...) Είναι σαφές ότι η καθεστηκυία τάξη και η κυβέρνηση του ΑΚΡ δεν μπορούν να προσφέρουν στους συμπολίτες μας - Κούρδους, Τούρκους ή άλλης εθνικής καταγωγής - τίποτα άλλο από εκμετάλλευση και μεγαλύτερη αντίδραση, ούτε και επιδιώκουν κάτι διαφορετικό».