Παρέμβαση στην Κομισιόν έκανε τις προηγούμενες μέρες μια ομάδα επιχειρηματικών ομίλων που έχουν ρίξει κεφάλαια ύψους 6,6 τρισ. ευρώ στην «πράσινη» οικονομία, ζητώντας από την ΕΕ να διατηρήσει στο ακέραιο τους κανόνες της «Πράσινης Συμφωνίας», από τους οποίους διακυβεύονται οι επενδύσεις τους. Ο λόγος που ανησυχούν είναι ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, η Γερμανία και η Γαλλία, κλιμακώνουν τις πιέσεις για χαλάρωση ή και πάγωμα των «πράσινων» κανόνων για τη «βιωσιμότητα», λόγω των προσκομμάτων που δημιουργεί στον ανταγωνισμό με Κίνα και ΗΠΑ. Για παράδειγμα, η Γερμανία έχει ζητήσει να αναβληθεί για δύο χρόνια η εφαρμογή Οδηγίας της ΕΕ για την «εταιρική βιωσιμότητα» - προβλέπει αυστηρούς περιβαλλοντικούς κανόνες στη λειτουργία των επιχειρήσεων - και παράλληλα ζητά την επανεξέταση ορισμένων λεπτομερειών. Από την πλευρά της, η γαλλική κυβέρνηση ζήτησε γενικευμένο πάγωμα των ρυθμίσεων και κάλεσε τους αξιωματούχους της ΕΕ να διασφαλίσουν πως οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις δεν θα επιβαρυνθούν από τους κανόνες βιωσιμότητας της ΕΕ. Οσο πυκνώνουν τα σύννεφα μιας νέας οικονομικής κρίσης, τόσο δυναμώνουν και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου για το ποιος θα γλιτώσει τη μεγαλύτερη ζημιά. Αποκαλύπτεται ταυτόχρονα ότι το κριτήριο με το οποίο τέθηκαν οι διάφοροι «πράσινοι» κανόνες, καμιά σχέση δεν έχει με την προστασία του περιβάλλοντος. Αντίθετα, είναι ίδιο με το κριτήριο που τροφοδοτεί τώρα τη συζήτηση για τη χρησιμότητά τους: Η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία των ομίλων της ΕΕ.