Associated Press |
Με το δάχτυλο στη σκανδάλη βρίσκονται οι Ινδοί στρατιώτες στο Κασμίρ |
Η επίθεση με 34 νεκρούς από φενταγίν, μαχητές αυτοκτονίας, τη βδομάδα που πέρασε στο ινδικό τμήμα του διαφιλονικούμενου Κασμίρ, υπογράμμισε, για άλλη μια φορά, πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες στην περιοχή. Κατέδειξε επίσης ότι οι φανατικές ισλαμικές οργανώσεις δεν ορρωδούν προ ουδενός προκειμένου να πετύχουν τον σκοπό, την «απελευθέρωση» του Κασμίρ εν προκειμένω.
Η επίθεση είχε σαφώς στόχο να δείξει στην επισκεπτόμενη την Ινδία αναπληρώτρια υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ αρμόδια για τη Νοτιοανατολική Ασία, Κριστίνα Ρόκα, ακριβώς αυτό: Οι φανατικοί σουνίτες δε συμμορφώνονται με τον πειθαναγκασμό του παλιού τους καθοδηγητή, του στρατηγού Περβέζ Μουσάραφ, να ταχθεί στο πλευρό της Ουάσιγκτον και κατά της «τρομοκρατίας» γενικώς.
Ο ίδιος ο Μουσάραφ προσπάθησε να τηρήσει λεπτές ισορροπίες, καταδικάζοντας μεν το θάνατο αμάχων αλλά όχι την ίδια την επίθεση, πράγμα που η αμερικανική ηγεσία «έκανε» πως δεν πρόσεξε. Παρά όμως τον ελιγμό του ο Μουσάραφ γνωρίζει πολύ καλά πως βρίσκεται εν μέσω διασταυρούμενων πυρών, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Μεταφορικά, στο διπλωματικό επίπεδο: Οι επισκέψεις της Ρόκα, του προέδρου της Παγκόσμιας Τράπεζας, Τζέιμς Γούλφενσον, και της Γαλλίδας υπουργού Αμυνας, Αγιό, μέσα σε μια βδομάδα στο Ισλαμαμπάντ είχαν όλες σκοπό να εξαναγκάσουν τον πραξικοπηματία στρατηγό να τηρήσει τις υποσχέσεις του ότι θα «πατάξει την τρομοκρατία» το Γενάρη φέτος. Υποσχέσεις που αποδείχτηκαν απλώς λόγια, όπως έδειξε με τον πιο αιματηρό τρόπο η επίθεση στο Καράτσι πριν δύο βδομάδες με 15 νεκρούς, εκ των οποίων 12 Γάλλοι υπήκοοι. Κυριολεκτικά, στο στρατιωτικό: Στο Πακιστάν επιχειρούν ανοιχτά Αμερικανοί πράκτορες και στρατιώτες, ενώ οι δεκάδες σουνιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις, που είχαν και διατηρούν ακόμη σχέσεις με την ISI (Inter-Services Intelligence, το πακιστανικό αντίστοιχο της βρετανικής MI6 ή της δικής μας ΕΥΠ), συνεχίζουν απερίσπαστες τη δράση τους και απειλούν ακόμη και τον ίδιο αν μπει εμπόδιο στο δρόμο τους.
Στην άλλη πλευρά, στην Ινδία, η κυβέρνηση του Αταλ Μπιχάρι Βάτζπαϊ βρίσκει για άλλη μια φορά στην «τρομοκρατία» που αποδίδει στο Πακιστάν το τέλειο άλλοθι για να συνεχίσει τη μισαλλόδοξη πολιτική που ακολουθεί και να αποφύγει τα ακανθώδη εσωτερικά προβλήματα της χώρας. Το πιο επείγον εκ των οποίων είναι η σφαγή 2.000 και πλέον μουσουλμάνων στο Γκουζαράτ από έξαλλα πλήθη ινδουιστών, που, όπως καταγγέλλουν η αντιπολίτευση και μη κυβερνητικές οργανώσεις, ενορχηστρώθηκε από κυβερνητικά στελέχη και δείχνει, ξεκάθαρα, τι έχει κατά νου η υπό τον Βάτζπαϊ κλίκα για το μέλλον της Ινδίας: Ενα εθνικά και θρησκευτικά «καθαρό» κράτος-έθνος...
Την Πέμπτη που πέρασε οι Ινδοί στρατηγοί και ο υπουργός Αμυνας, Τζορτζ Φερνάντες, ένας πολιτικός επικίνδυνα ακραίων τοποθετήσεων, μελετούσαν τον τρόπο επιβολής «αντιποίνων» στο Πακιστάν για την επίθεση. Το πρόβλημα είναι πως η ινδική εθνικιστική κυβέρνηση αισθάνεται «ταπεινωμένη» από τη συνέχιση των επιθέσεων και αυτήν τη φορά μπορεί να κάνει περισσότερα από το να εκτοξεύσει απειλές και να μην τις κάνει πράξη -- πράγμα το οποίο θέτει, ξανά, τον κίνδυνο πυρηνικής σύγκρουσης στο τραπέζι. «Ξανά» διότι, όπως αποκάλυψε τη βδομάδα που πέρασε ένας σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον, το 1999 ο τοτινός επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων του Πακιστάν (ο Περβέζ Μουσάραφ) είχε θέσει εν αγνοία του πρωθυπουργού, Ναουάζ Σαρίφ (που αργότερα ανέτρεψε), σε ετοιμότητα πυρηνικά όπλα για να πλήξει την Ινδία σε περίπτωση που αυτή εισέβαλλε με συμβατικές δυνάμεις. Ο σύμβουλος Μπρους Ρίντελ έκανε την αποκάλυψη σε μια παρουσίασή του για την αμερικανική εξωτερική πολιτική στην περιοχή, που, όπως σχολίασε η εφημερίδα Times of India, «έμοιαζε σαν σενάριο ταινίας θρίλερ, όχι επίσημο κείμενο». Η Washington Post τόνισε από μιαν άλλη οπτική πως τον Ιούνη του 1999 ο κόσμος ήρθε πιο κοντά σε πυρηνικό πόλεμο «από κάθε άλλη φορά», μετά την κρίση του Κόλπου των Χοίρων, «ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κούβα, το 1962».
Από το 1998 ο κίνδυνος πυρηνικού πολέμου έρχεται και επανέρχεται ως γεωπολιτικός εφιάλτης που ξεπερνά κάθε προηγούμενο, ακόμη και εκείνους του «ψυχρού πολέμου». Διότι η ΕΣΣΔ είχε ξεκαθαρίσει την πρόθεσή της να μη χτυπήσει πρώτη, και είχε αποκαταστήσει με τις ΗΠΑ μηχανισμούς αποτροπής ενός πυρηνικού ολέθρου. Ομως στην περίπτωση της Ινδίας και του Πακιστάν δεν υφίστανται τέτοιοι μηχανισμοί. Χειρότερα, τον Απρίλη ο Μουσάραφ προειδοποίησε ότι εάν οι Ινδοί, βασιζόμενοι στη συμβατική υπεροπλία τους, εισβάλουν και κάνουν πράξη το παλιό τους σχέδιο να «κόψουν στα δύο» το Πακιστάν, θα απαντήσει με πυρηνικό πλήγμα. Οι αποστάσεις είναι τέτοιες που δε θα μπορούσαν να λειτουργήσουν μηχανισμοί αποτροπής (αν υπήρχαν αυτοί, διότι με δεδομένο πως ούτε τη συνθήκη ABM ούτε καμιάν άλλη συνθήκη δε λαμβάνουν υπόψη τους τα δύο επιτελεία, γίνεται σαφές πως δεν υπάρχουν).
Πόσο απέχουν το Πακιστάν και η Ινδία από έναν πυρηνικό Αρμαγεδδώνα; Τρία λεπτά. Η εφημερίδα Dawn δημοσίευσε τη βδομάδα που πέρασε «εκτιμήσεις» Πακιστανών στρατηγών και επιστημόνων, που υπολογίζουν, με ψυχρή επιστημονική παράνοια, ότι ένα πυρηνικό πλήγμα στη Βομβάη θα απέφερε από 850.000 μέχρι 1,2 εκατομμύριο νεκρούς Ινδούς μέσα σε μερικά λεπτά.
Η κρίση Ινδίας-Πακιστάν βρίσκεται σε μια πολύ επικίνδυνη καμπή, και το ότι οι ΗΠΑ έχουν εμπλακεί παίζοντας δικά τους παιγνίδια καθόλου δε βελτιώνει τα πράγματα. Την ίδια ώρα που οι Αμερικανοί παίζουν το «διαιτητή», πουλάνε οπλικά συστήματα και στις δύο χώρες και επιτρέπουν σε συμμάχους τους να κάνουν το ίδιο -- το Ισραήλ πουλάει βομβαρδιστικά με πυρηνικές δυνατότητες στην Ινδία. Την ίδια ώρα που μιλάνε για «αποκατάσταση της δημοκρατίας» στο Πακιστάν, στηρίζουν με κάθε μέσο τον δικτάτορα Μουσάραφ. Την ίδια ώρα που οι έξαλλοι ινδουιστές κάνουν πογκρόμ κατά μουσουλμάνων υπηκόων της Ινδίας στο Γκουζαράτ, οι Αμερικανοί προωθούν την αλά Σαρόν ρητορεία του Αταλ Μπιχάρι Βάτζπαϊ.
Το 1999 γράφαμε ότι «η πληγή του Κασμίρ δεν κλείνει», και ένα από τα λίγα πράγματα που θα μπορούσαν να την επουλώσουν είναι η δράση των φιλειρηνικών κινημάτων, της Αριστεράς και των λαϊκών κινημάτων ένθεν κακείθεν των συνόρων. Η φωνή των δύο λαών υψώθηκε, αλλά δεν εισακούστηκε. Οι κυβερνήσεις επέλεξαν να συνεχίσουν μια πολιτική εθνικισμού, μιλιταρισμού και μίσους, που απειλεί να οδηγήσει την περιοχή στη μεγαλύτερη καταστροφή της Ιστορίας.