Δίκη σε δεύτερο βαθμό διεξάγεται στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο στο Μίνστερ της Γερμανίας, μετά από την έφεση που άσκησε το εθνικιστικό - ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κατά της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος.
Το κόμμα χαρακτηρίστηκε το 2021 ύποπτο για ακροδεξιά δράση από την Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος, χαρακτηρισμός που αποτέλεσε νομιμοποιητική βάση για την παρακολούθηση μελών του από τις μυστικές υπηρεσίες.
Το δικαστήριο του Μίνστερ εξετάζει επίσης και τις επιμέρους υποθέσεις της Νεολαίας της AfD, η οποία επίσης έχει χαρακτηριστεί «πιθανώς ακροδεξιά», αλλά και της εθνικιστικής «Πτέρυγας» του κόμματος, η οποία έχει κατηγοριοποιηθεί από την ίδια Υπηρεσία ως «μετά βεβαιότητος ακροδεξιού χαρακτήρα».
Εκδικάζεται η έφεση κατά της Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος, ενώ προκύπτουν νέες αποκαλύψεις για ακροδεξιούς κοινοβουλευτικούς συνεργάτες.
Η AfD κάνει λόγο για μια δίκη με πολιτικά κίνητρα, την ώρα που στην τελευταία δημοσκόπηση της Deutschlandtrend το κόμμα βρίσκεται στο 18% και παραμένει σταθερά στη δεύτερη θέση. Συνταγματολόγοι εκτιμούν ότι είναι δύσκολο να ανατραπεί η πρωτόδικη απόφαση που έδινε πράσινο φως στην Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος να συνεχίσει τους ελέγχους.
Στο μεταξύ, νέες αποκαλύψεις από μεγάλη δημοσιογραφική έρευνα της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας (BR) φέρνουν στο φως επιπλέον επιβαρυντικά στοιχεία. Περίπου 100 κοινοβουλευτικοί συνεργάτες των 78 βουλευτών της AfD φέρεται να είχαν ή να έχουν ακόμη ακροδεξιά δράση ή ύποπτες διασυνδέσεις. Ορισμένοι μάλιστα φέρεται να σχετίζονται με νεοναζιστικές ομάδες, να είναι φίλα προσκείμενοι ή να είχαν διασυνδέσεις με τους «Πολίτες του Ράιχ», οργάνωση που θεωρείται τρομοκρατική, δεδομένου ότι σχεδίαζε την κατάλυση της συνταγματικής τάξης διά της βίας.