Eurokinissi |
Αυτά τα ...προοδευτικά ακούστηκαν στη χτεσινή πολυσυζητημένη εκδήλωση που διοργάνωσε η «Εφημερίδα των Συντακτών» με τίτλο «Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;», επιβεβαιώνοντας ότι αντίπαλος της αντιλαϊκής πολιτικής δεν πρόκειται να είναι ούτε στον αιώνα τον άπαντα η σάπια σοσιαλδημοκρατία και οι 50 αποχρώσεις της.
Ομιλητές στην εκδήλωση ήταν η Εφη Αχτσιόγλου, βουλευτής της Νέας Αριστεράς, ο Δ. Τεμπονέρας, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ, και ο Μ. Χριστοδουλάκης, στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, ενώ αιφνιδιαστικά εμφανίστηκε και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στ. Κασσελάκης, σε μια κίνηση που ερμηνεύτηκε ως επιθυμία του να μην αφήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας στα χέρια του Δ. Τεμπονέρα.
Για πρόβα πολιτικού διαλόγου για την επόμενη μέρα έκανε λόγο ο παρουσιαστής της εκδήλωσης, δημοσιογράφος Δ. Τερζής, εξαίροντας το παράδειγμα άλλων χωρών, όπου η σοσιαλδημοκρατία τα βρήκε μπροστά στο μείζον επίδικο της χειραγώγησης λαϊκών δυνάμεων και ενσωμάτωσής τους στα προτάγματα του κεφαλαίου.
Η Ε. Αχτσιόγλου αναφέρθηκε σε κενό πολιτικής εκπροσώπησης των δυνάμεων που πλήττονται «από την πολιτική της δεξιάς» - κενό που δεν έχει να κάνει με την έλευση ενός λαμπερού προσώπου, όπως είπε. Μίλησε για την ανάγκη συγκρότησης «ενός κοινωνικού μπλοκ δυνάμεων» που θα αντιπαρατεθεί στο «μπλοκ των δυνάμεων που εκπροσωπεί η ΝΔ», στην ουσία δηλαδή θα λειτουργήσει ως το όχημα για τη μεταφορά όσων ορέγονται τη διαχείριση μέχρι τον κυβερνητικό θώκο. Υπό το πρίσμα αυτής της επιδίωξης, ξιφούλκησε κατά της «νεοφιλελεύθερης συναίνεσης» - αν και υπουργός η ίδια μιας κυβέρνησης που στο όνομα της αριστεράς εφάρμοσε ολόκληρη τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα, ενώ από τις θέσεις της αντιπολίτευσης ψήφισε ...τα μισά νομοσχέδια της ΝΔ, κατηγορώντας το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ (την «ιστορία του οποίου τιμώ»...) ότι συχνά οδηγούνται σε τέτοιες συναινέσεις προκειμένου να ικανοποιήσουν τον μεσαίο χώρο.
Ο Μ. Χριστοδουλάκης υποστήριξε την ανάγκη «του προοδευτικού κόσμου να απαντήσει στο κενό που υπάρχει στο πολιτικό σύστημα ως αντιπρόταση» στην ασκούμενη πολιτική και υπερασπίστηκε τον διάλογο των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας, σκιαγραφώντας τη «μεγάλη εικόνα» των προταγμάτων για το κεφάλαιο, ενώ έβγαλε και το σκιάχτρο της ακροδεξιάς, λέγοντας ότι χρειάζεται σε όλα αυτά η σοσιαλδημοκρατία να απαντήσει και να μην επιτρέψει απέναντι στη δεξιά να σταθεί η ακροδεξιά. Υπενθύμισε εξάλλου ότι η σοσιαλδημοκρατία είναι υπέρ της ανοιχτής οικονομίας, δεν «δαιμονοποιεί» την ιδιωτική πρωτοβουλία, είναι προσηλωμένη στη θεσμική θωράκιση της πολιτείας και σε ένα πλαίσιο αποκέντρωσης πόρων και αρμοδιοτήτων, προσηλωμένη στην ΕΕ κ.λπ. - είναι, με λίγα λόγια, υπέρ της εξουσίας του κεφαλαίου και στην παρούσα φάση αναζητεί τρόπο για την επάνοδό της στην αντιλαϊκή διαχείρισή της.
Τέλος, ο Δ. Τεμπονέρας υπερασπίστηκε κι αυτός τη σύγκλιση των «προοδευτικών δυνάμεων», λέγοντας πως αυτή απαιτεί ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ, ώστε το κόμμα του να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων σε οποιαδήποτε τέτοια προοπτική, αν και σε άλλο σημείο τόνισε πως «δεν ενδιαφέρει ποιος θα είναι δεύτερος και ποιος τρίτος» στις επερχόμενες ευρωεκλογές. Μίλησε για καχεκτική ισορροπία του πολιτικού συστήματος, που πρέπει να αποκατασταθεί, με ανάκτηση της ικανότητας χειραγώγησης από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη σοσιαλδημοκρατία. Εθεσε ως κυρίαρχο ερώτημα - παραφράζοντας τον τίτλο της εκδήλωσης - το «Απέναντι στον Μητσοτάκη, πώς;»: Κάλεσε σε «δημοκρατικά και κοινωνικά μέτωπα» υπεράσπισης του σάπιου συστήματος και των «θεσμών», που θα αποτελέσουν όχημα για την κυβερνητική εναλλαγή. Οπως άλλωστε ομολόγησε, «για να ενεργοποιηθεί ο λαϊκός παράγοντας χρειάζεται ρεαλιστική προοπτική κυβερνητικής διεξόδου» - μουχλιασμένο τυράκι στη γνωστή φάκα που κι άλλη φορά έστησαν στον λαό, για «προοδευτική διακυβέρνηση» εντός των τειχών του συστήματος.