INTIME NEWS |
Στην 96χρονη ζωή του ευτύχησε να δει τα έργα του να ριζώνουν στην καρδιά και το μυαλό ενός ολόκληρου λαού, γιατί σε αυτά τα έργα είναι χαραγμένα οι αγωνίες, οι καημοί, τα βάσανα και τα όνειρά του. Τα όνειρα «όλων των πεινασμένων και των αδικημένων», μέχρι «να λάβουν εκδίκηση», όπως μας έμαθε ο ίδιος να τραγουδάμε.
«Φράγμα μεγαλόπρεπο στη λήθη, ένα δοξαστικό στην εποποιία του λαού μας τον 20ό αιώνα, είναι το έργο σου. Αποστόμωσε όσους προσπαθούν να μαυρίσουν τη μνήμη της, διόρθωσε τα ψέματα, έκανε έναν ολόκληρο λαό να νιώθει περηφάνια για την κληρονομιά του και θαυμασμό για εκείνους που με τον αγώνα τους την τιμούν και προσπαθούν να τη μεγαλώσουν. Ορμητική, επαναστατική, φλογισμένη από το πάθος, μια κατάφαση είναι η μουσική σου, ότι ο κόσμος μας χρειάζεται και μπορεί να αλλάξει», είχε σημειώσει ο Δ. Κουτσούμπας στον αποχαιρετισμό του.
Εκδήλωση Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στην Οστράβα για την απελευθέρωση του Μίκη και των κρατούμενων αγωνιστών (από το Αρχείο του ΚΚΕ) |
Είναι χαρακτηριστικό το μήνυμα που έστειλε τον Αύγουστο του 1968, ενώ ήταν εξόριστος στη Ζάτουνα και μεταδόθηκε από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας, το οποίο φυλάσσεται στο Αρχείο του ΚΚΕ.
«Σαν πνευματικός δημιουργός, επιτελώντας το λαϊκό λειτούργημά μου, συνέθεσα και εδώ στη Ζάτουνα έξι κύκλους τραγουδιών, που τους ονομάζω "Αρκαδίες". Αυτά τα τραγούδια που γράφω τώρα, όπως εκείνα που θα γράψω και αύριο, είναι αφιερωμένα σε σας, δηλαδή σε όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν στον άνθρωπο, που πιστεύουν στη ζωή, στο δίκιο, στη δημοκρατία και την ελευθερία και που έχουν τάξει σκοπό της ζωής τους τον αγώνα για την υπεράσπισή τους. Αφιερώνονται ιδιαίτερα στους Ελληνες αγωνιστές της ελευθερίας και τους ξένους φίλους του λαού μας που μας συμπαραστέκονται στο δύσκολο αγώνα μας». Και ολοκληρώνει τον χαιρετισμό του λέγοντας: «Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον ανελέητο αγώνα έως την τελική νίκη. Κι ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι η λευτεριά δε χαρίζεται, η λευτεριά κερδίζεται. Γεια χαρά».
Με την επιβολή της δικτατορίας ο Μίκης Θεοδωράκης πέρασε στην παρανομία. Η μουσική του απαγορεύτηκε με ειδικό διάταγμα, το διάταγμα 13/1-6-1067 του Οδυσσέα Αγγελή. Συμμετείχε στο Πατριωτικό Μέτωπο και ορίστηκε πρόεδρός του. Συνελήφθη και φυλακίστηκε, αρχικά στη Γενική Ασφάλεια στην Μπουμπουλίνας και στη συνέχεια στις φυλακές Αβέρωφ. Το 1968, χάρη σε διεθνείς πιέσεις, ο Μίκης αποφυλακίστηκε και τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό στο Βραχάτι.
Το καθεστώς, φοβούμενο πιθανή απόδραση του Θεοδωράκη στο εξωτερικό, αποφάσισε τον Αύγουστο του 1968 να τον εξορίσει σε ένα μικρό χωριό της ορεινής Αρκαδίας, τη Ζάτουνα, όπου κατοικούσαν 20 οικογένειες. Τη φύλαξή του είχε αναλάβει ολόκληρη διμοιρία χωροφυλάκων. Του επιτρέπουν να βγει μόνο για 4 ώρες τη μέρα, πάντα βέβαια με τη συνοδεία της αστυνομίας. Δεν επιτρέπεται να επικοινωνεί με τον κόσμο, να διατηρεί αλληλογραφία, να διαβάζει βιβλία και περιοδικά.
Στιγμιότυπο από πλάνα που τράβηξε στη Ζάτουνα γερμανικό συνεργείο, με τους αστυνομικούς να αντιδρούν στην παρουσία της κάμερας |
Οι αστυνομικοί έγιναν το... κοινό που ακούει για πρώτη φορά αυτές τις μελωδίες του Μίκη. Και βέβαια, παρά τις απαγορεύσεις, κατάφερε με διάφορους τρόπους να στέλνει μαγνητοταινίες με τα καινούργια έργα στο εξωτερικό, τα οποία μεταδίδονταν από ξένους σταθμούς και ακούγονταν στην Ελλάδα μεταφέροντας το εξεγερτικό τους μήνυμα.