RIZOSPASTIS |
Από τη χτεσινή κινητοποίηση |
Οπως καταγγέλθηκε, το επικίνδυνο και ακατάλληλο κτίριο της οδού Γούναρη 31-33 έχει καεί δύο φορές, έχει κριθεί από το 1987 ακατάλληλο, δεν υπάρχει σύστημα πυρανίχνευσης ή πυρόσβεσης, δεν έχει έξοδο κινδύνου, συστεγάζεται, δε, με μαγαζιά χρωμάτων, ζωοτροφών και άλλων εύφλεκτων ουσιών, ενώ δεν έχει πιστοποιητικό πυρασφάλειας. Εάν ήταν εργάσιμη μέρα, θα εγκλωβίζονταν μέσα στο κτίριο 150 άνθρωποι, που δεν θα μπορούσαν να αναπνεύσουν, ούτε να βγουν από αυτό.
Μιλώντας στους συγκεντρωμένους ο Μανώλης Φραδέλος από το Σωματείο Μισθωτών Δικηγόρων υπογράμμισε πως «υπάρχουν διαχρονικές ευθύνες γι' αυτήν την κατάσταση, που δεν είναι άλλες από αυτές που γεννώνται από όλες τις κυβερνήσεις, και τη σημερινή, που έχουν επιλέξει την πολιτική της κερδοφορίας του κεφαλαίου, της υποβάθμισης, της υποχρηματοδότησης των δικαστηρίων του Πειραιά και όλης της χώρας, την ίδια ώρα που με το πάτημα ενός κουμπιού διενεργούνται ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, την ώρα που για την εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών συμφερόντων το επιτελικό κράτος, όπως το ονομάζουν, είναι παντού φανερό. (...) Καλούμε όλους τους φορείς να παλέψουμε σε κοινό συντονισμό για το αίτημα της μόνιμης και οριστικής μετεγκατάστασης σε σύγχρονα κτίρια».
Στην ίδια κατεύθυνση ο Παναγιώτης Σαπουτζάκης, μέλος του ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά, πρόσθεσε ότι η φωτιά «είναι η αφορμή για να συνειδητοποιήσουμε ότι τα δικαστικά μέγαρα της χώρας θα πρέπει να στεγάζονται σε κτίρια, ώστε να μην κινδυνεύει η ζωή κανενός». Ο Στρατής Δουνιάς, από τον Σύλλογο Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας, σημείωσε ότι «όσα συνέβησαν εδώ είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής που δεν λογαριάζει τίποτα μπροστά στο κέρδος, που θεωρεί τη ζωή μας κόστος».
Στην κινητοποίηση καταγγέλθηκε, ακόμα, ότι στον Πειραιά υπάρχει απουσία μέτρων πυροπροστασίας σε όλα τα δικαστήρια (Πρωτοδικείο, Ειρηνοδικείο, Διοικητικά Δικαστήρια), παλιά κτίρια ακατάλληλα για χρήση, χωρίς εξόδους κινδύνου, χωρίς κανέναν αντισεισμικό έλεγχο.
Μίλησαν ακόμα ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, Γιώργος Διαμάντης, η Πάρη Ζαγούρα από τον Σύλλογο Επιμελητών Δικαστηρίων Ανηλίκων Ελλάδας, ο Φώτης Πέρρος από την Πανελλήνια Ενωση Υπαλλήλων Γραμματείας Διοικητικών Δικαστηρίων, ο Α. Στασινόπουλος, πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Πειραιά, η Φιλιππία Θωμοπούλου, πρόεδρος του Συλλόγου Υπαλλήλων Διοικητικών Δικαστηρίων Αθήνας.
Εξάλλου, σε έγγραφο που είχε απευθύνει το 2012 η τότε διευθύνουσα το Δικαστήριο προς το υπουργείο Δικαιοσύνης αναφερόταν, μεταξύ άλλων, πως το 1987 καταστράφηκε από πυρκαγιά, που είχε προκληθεί στο ισόγειο κατάστημα χρωμάτων (όπως συνέβη και την περασμένη Κυριακή) και υπήρξαν εργασίες αποκατάστασης, ενώ επισημαινόταν ότι «στο κτίριο αφενός δεν υπάρχουν έξοδοι κινδύνου και αφετέρου οποιοσδήποτε μπορεί να εισέλθει ελεύθερα χωρίς κανέναν έλεγχο, καθόσον η φύλαξή του είναι ανέφικτη, καθίσταται αδύνατη η άμεση εκκένωση αυτού με προφανή και άμεσο κίνδυνο για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των δικαστών και υπαλλήλων του, των δικηγόρων και του συναλλασσόμενου κοινού».
Την άμεση παρέμβαση της Πολιτείας έχει ζητήσει η Ενωση Διοικητικών Δικαστών, εκφράζοντας την αγανάκτησή της για τη μη επίλυση του στεγαστικού προβλήματος εδώ και πολλά χρόνια με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων .
Από το Σωματείο Δικαστικών Διερμηνέων Αττικής, που ενώνει τη φωνή του με τους άλλους εργαζόμενους για το ζήτημα της απαράδεκτης κατάστασης στα δικαστήρια, η Δανάη Χέλμη σημειώνει επιπλέον ότι «στο όριο της εξαθλίωσης έχει οδηγήσει τους δικαστικούς διερμηνείς της Αθήνας, του Πειραιά και άλλων περιοχών της χώρας ο παραλογισμός που θεωρεί επαρκή την αμοιβή 17,61 ευρώ /ημέρα (και 11 ευρώ/άτομο στην ανάκριση) ή 35,22 ευρώ σε περίπτωση υπέρβασης του δικαστικού ωραρίου, την πληρωμή ενός μικρού ποσοστού μόνο των δεδουλευμένων όχι κάθε μήνα, αλλά κάθε 4, 6 ή 12 μήνες». Αναφέρει ακόμα ότι οι δικαστικοί διερμηνείς με το σωματείο τους βρίσκονται στον δεύτερο μήνα απεργίας, διεκδικώντας δεδουλευμένα αλλά και αύξηση αμοιβής και πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.