«Αισθάνομαι Ζωντανός» |
Ιταλία, 1600 μ.Χ. Ο Μικελάντζελο Μερίζι, γνωστότερος ως Καραβάτζιο, είναι ένας ιδιοφυής καλλιτέχνης που επαναστατεί ενάντια στους αυστηρούς κανόνες της Συνόδου του Τρέντο σχετικά με την απεικόνιση θρησκευτικών εικόνων, χρησιμοποιώντας πόρνες, κλέφτες και άστεγους ως μοντέλα για τους θρησκευτικούς του πίνακες. Οταν ο Καραβάτζιο καταδικαστεί σε θάνατο έπειτα από μια μονομαχία ερωτικής αντιζηλίας, ο Πάπας Παύλος Ε' αναθέτει σε έναν μυστικό πράκτορα του Βατικανού να διεξαγάγει πλήρη έρευνα γύρω από τον εκκεντρικό καλλιτέχνη, έτσι ώστε να αποφασίσει αν θα του δώσει χάρη. Ο Ανθρωπος - Σκιά ξεκινά τη μυστική του έρευνα για έναν ζωγράφο ο οποίος συναρπάζει, ταράζει και ανατρέπει τα πάντα στη ζωή του, όπως και στην Τέχνη του... Μια Σκιά που θα έχει απόλυτη δύναμη ζωής και θανάτου για τη μοίρα μιας ιδιοφυΐας.
Κοινωνικό θρίλερ εποχής θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς την υπέροχη αυτή ταινία, η οποία μέσα από την ιστορία καταδίωξης του σπουδαίου ζωγράφου μάς αποκαλύπτει όλες τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την προσθήκη του μοναδικού φανταστικού χαρακτήρα, του Ανθρώπου - Σκιά, που πάνω στη δράση του στήνεται όλη η ραχοκοκαλιά της εξιστόρησης της ζωής του Καραβάτζιο. Μέσα από τη βιογραφία του ζωγράφου αντιλαμβανόμαστε τον καταλυτικό ρόλο της παπικής Εκκλησίας τόσο στη διαμόρφωση των ηθικών αξιών όσο και στην Τέχνη. Το πώς οι ευγενείς ήταν «μαικήνες» - εκμεταλλευτές των καλλιτεχνών - συνδιαμορφωτές του περιεχομένου της Τέχνης της περιόδου. Αντιλαμβανόμαστε ότι η έννοια της καλλιτεχνικής ελευθέριας δεν υπήρχε στο λεξικό της εποχής, και όποιος την ασπαζόταν γινόταν αντιφρονούντας και το πλήρωνε ακριβά.
«Στη Σκιά του Καραβάτζιο» |
Στο Λονδίνο το 1952 ο Γουίλιαμς, ένας βετεράνος δημόσιος υπάλληλος, αποτελεί ένα μικρό γρανάζι στη γραφειοκρατία της αναδόμησης της Αγγλίας μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Καθώς άπειρα χαρτιά κατακλύζουν το γραφείο του, μαθαίνει ότι έχει μία θανάσιμη ασθένεια. Ετσι, ξεκινάει να ψάχνει κάποιο νόημα στη ζωή του όσο του μένει ακόμα χρόνος.
Ο Ολιβερ Ερμάνους με τη βοήθεια του Καζούο Ισιγκούρο αναλαμβάνουν να μεταφέρουν τη σπουδαία ταινία «Ο Καταδικασμένος» (Ikiru, 1952) του Ακίρα Κουροσάβα στη μεταπολεμική Αγγλία που ανοικοδομείται. Χωρίς να μπορεί να συγκριθεί η μεταφορά σε κανένα επίπεδο - και κυρίως σημασιολογικό - με το αριστούργημα του Κουροσάβα, αποτελεί συμπαθέστατη μεταφορά της βασικής ιστορίας, τουλάχιστον σε τεχνικό επίπεδο. Προσεγμένη, λιτή σκηνοθεσία, προσεγμένη φωτογραφία, υπέροχα κοστούμια και σκηνικά αναπαριστούν το Λονδίνο της εποχής. Οι δε πρωταγωνιστές, Μπιλ Νάι και Εϊμι Λου Γουντ, δίνουν ρεσιτάλ, ενδεχομένως τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας τους.
Πέρα από το αμιγώς τεχνικό κομμάτι της μεταφοράς, δεν γίνεται να αποδοθούν τα εύσημα του ευρηματικού σεναρίου της αρχικής ταινίας στον Ισιγκούρο, αυτό θα ήταν άδικο. Ομως, χωρίς κανείς να έχει δει την ταινία του Ακίρα Κουροσάβα, μπορεί να αντιληφθεί το μεγαλείο τού να φεύγει κανείς από τον μικρόκοσμό του, έστω και την τελευταία στιγμή της ζωής του, και να γίνεται μέρος της συλλογικότητας. Να αξιοποιεί τη θλίψη του επερχόμενου θανάτου ώστε να δώσει ζωή στις μέλλουσες γενιές. Να αντιλαμβάνεται, έστω και στο τέλος, πώς αληθινά θα έπρεπε να έχει ξοδέψει τη ζωή του και να ζει κάθε στιγμή της, αντί να ζει σαν νεκροζώντανος, κλεισμένος στην τυπικότητα, προσπαθώντας να δώσει το παράδειγμα ευθυγράμμισης με το σύστημα. Ο Γουίλιαμς επαναστατεί, σπάει το ατσάλινο περίβλημα της λογικής και βλέπει την κοινωνία με τα μάτια της καρδιάς. Γι' αυτό και μόνο, αξίζει και να παρακολουθήσει κανείς αυτήν την ταινία αλλά και να μυηθεί στον υπέροχο κινηματογράφο του Ακίρα Κουροσάβα. Μόνο να κερδίσει μπορεί από αυτήν τη συνάντηση.
Σημείωση: Η αυθεντική ταινία παίχτηκε σε επανέκδοση φέτος στον κινηματογράφο «Αστυ».