Ετοιμάζονται να πουν: «Σήμερα είναι μια θλιβερή μέρα. Αποχαιρετούμε την Αλήθεια».
Και είναι πολλοί αυτοί που με θλίψη έχουν μαζευτεί να την ξεπροβοδίσουν: Υπουργοί, αστυνομικοί, πολιτικοί, καναλάρχες, μεγαλοδημοσιογράφοι, πράκτορες και ΚΥΠίτες. Κυβερνήτες νυν και πρώην ως τεθλιμμένες χήρες πενθούν ακούγοντας τις επί πληρωμή μοιρολογίστρες. Ολοι με ύφος περιωπής έχουν έναν καλό λόγο να πουν για αυτή, όλοι ορκίζονται ότι προσπάθησαν να τη σώσουν. Μέχρι και εξεταστική επιτροπή έστησαν για να βρουν τον φταίχτη.
Η επιτροπή αυτή ήταν μια πολύ σοβαρή διαδικασία. Βέβαια. Ορίστηκαν τα ραντεβού όπως πρέπει, έβαλαν όλοι τα καλά τους, φόρεσαν τα παράσημά τους, φώναξαν τα κανάλια και έτρεξαν με σπουδή και σοβαρότητα στον τόπο της «εξέτασης». Βρήκαν όμως ότι δεν είχαν τίποτα να πουν, τίποτα να ρωτήσουν, κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για το ζήτημα. Γιατί είχαν ήδη εδώ και καιρό φτιάξει τη δική τους «αλήθεια», την είχαν «χτίσει» καταπώς τους συμφέρει όλοι μαζί. Τώρα έπρεπε να τη διαφυλάξουν από άβολες και επικίνδυνες ερωτήσεις που μπορεί να τους εξέθεταν.
Γιατί υπήρχαν και κάποιοι «ταραξίες» που δεν βολεύονταν, δεν είχαν τίποτα να κερδίσουν από όλο αυτό, συνεχώς ρωτούσαν, φώναζαν, έψαχναν. Δεν έπρεπε να δώσουν σε αυτούς βήμα να ακουστούν. Οπότε προχώρησαν γρήγορα τις διαδικασίες «εξέτασης», να μη φανεί κι ότι δεν έκαναν αυτά που πρέπει.
Τι να κάνει και η Αλήθεια; Είδε και αυτή πολλά:
Παρακολουθήσεις σε βάρος του λαού, σκοτεινοί μηχανισμοί κρατικών μυστικών υπηρεσιών, εταιρείες που εμπορεύονται τα πάντα (νόμιμα αλλά και παράνομα, ό,τι ορίζει κάθε φορά το κέρδος), όλα για το συμφέρον μονάχα λίγων, μιας ισχνής μειοψηφίας που ξεζουμίζει αδιάκοπα τους πολλούς. Ηθελε να πεθάνει κι αυτή από αηδία. Μαζεύτηκαν λοιπόν όλοι μαζί γύρω της για να την κλάψουν δημόσια.
«Σήμερα αποχαιρετούμε την Αλήθεια», είπαν μεταξύ τους.
Η πραγματική αλήθεια όμως θα λάμψει. Οι λαοί θα ξεσηκωθούν. Θα τους στείλουν στον αγύριστο με την εργατική εξουσία.