Σάββατο 16 Φλεβάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ ΚΛΑΔΟΥ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Ζητούν και τα ρέστα για τις ανατιμήσεις

Μνημείο θράσους αποτελεί η ανακοίνωση που έσπευσε να εκδώσει χτες η ηγεσία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων, για να πει ότι είναι... «αδικαιολόγητη η φασαρία για τις τιμές»! Οι βιομήχανοι, επιχειρώντας να κάνουν το άσπρο - μαύρο, δε διστάζουν να διαψεύσουν ακόμα και τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία ο τιμάριθμος στα είδη διατροφής και μη αλκοολούχα ποτά έτρεχε το Γενάρη με ρυθμό 12,9%! Στην ανακοίνωσή τους, περιφρονώντας προκλητικά τις επιπτώσεις της ακρίβειας και το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι καταναλωτές καλούνται να πληρώνουν τα κέρδη των μονοπωλίων, επιχειρούν να πετάξουν το «μπαλάκι» για τις ανατιμήσεις στο λιανεμπόριο, υποστηρίζοντας ότι «οι παραγωγοί καθορίζουν μόνο τη χονδρική τιμή πώλησης, ενώ οι τελικές τιμές προς τον καταναλωτή καθορίζονται από το λιανικό εμπόριο».

Οι μεγαλοβιομήχανοι πάντως ξεγυμνώνουν για άλλη μια φορά την κυβερνητική προπαγάνδα περί ελέγχων στην αγορά, «ανεμίζοντας» τη σημαία της «ελεύθερης αγοράς»: «Η αντιμετώπιση των όποιων πληθωριστικών φαινομένων - υποστηρίζουν - δεν είναι θέμα ελέγχων - αφού έτσι κι αλλιώς η κείμενη νομοθεσία δεν παρέχει στο κράτος το δικαίωμα να παρεμβαίνει στο θέμα των τιμών». Αλλωστε, «ας μην ξεχνάμε πως η ευρωπαϊκή ελληνική οικονομία διέπεται από το καθεστώς της ελεύθερης αγοράς», εγκαλούν την κυβέρνηση, επισημαίνοντας ότι δε σηκώνουν... «αστεία» με την ασυδοσία που τους παρέχουν οι κανόνες που, άλλωστε, νομοθετεί η ίδια η κυβέρνηση.

Την ώρα που τα έχουν μονά - ζυγά δικά τους, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, φορολογία, υπερκέρδη, ξεπερνούν κάθε όριο πρόκλησης απέναντι στους εργαζόμενους καταναλωτές. Οπως αναφέρουν απροκάλυπτα: «Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι αδύνατο από τις επιχειρήσεις να ανταποκρίνονται ταυτόχρονα σε όλες τις απαιτήσεις που τους τίθενται, δηλαδή: να επενδύουν, να γίνονται ευρωπαϊκά ανταγωνιστικότερες, να αυξάνουν την απασχόληση, να πληρώνουν τους νέους φόρους, να μην απολύουν, να αυξάνουν την κερδοφορία, το μέρισμα και την τιμή της μετοχής τους προς όφελος των μετόχων και παράλληλα να διατηρούν πάντοτε σταθερές τις τιμές»!

Προειδοποιούν, επίσης, ότι δεν είναι διατεθειμένοι σε καθεστώς «ελεύθερης αγοράς» να δικαιολογήσουν γιατί αυξάνουν τις τιμές τους, εμπαίζοντας τους καταναλωτές ότι διαθέτουν «πολλές επιλογές» και μπορούν να «τιμωρούν» στο πλαίσιο του «ανταγωνισμού». Ως προς αυτό, να σημειωθεί ότι όπως αποκαλύπτεται από έρευνα της ICAP που επεξεργάστηκε ο «Ρ» το 1998 - και σήμερα η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη για τους καταναλωτές και καλύτερη για την ολιγαρχία των μονοπωλίων - από τις 733 βιομηχανίες τροφίμων μόλις οι πέντε πρώτες, δηλαδή ποσοστό 0,68% στο σύνολο, συγκέντρωναν το 38,8% των μεικτών κερδών που πραγματοποίησε το σύνολο του κλάδου, ενώ την ίδια χρονιά οι πέντε πρώτες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, ποσοστό 1,73% σε σύνολο 288 αλυσίδων, συγκέντρωσε το 41,57% του συνόλου των καθαρών κερδών. Επομένως, ούτε ανταγωνισμός, ούτε επιλογές για τους καταναλωτές υπάρχει, μόνο συγκέντρωση κερδών και μονοπώληση της αγοράς.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ