Σάββατο 6 Νοέμβρη 2021 - Κυριακή 7 Νοέμβρη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 42
ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Μέσα από την Τέχνη γεννιέται η ανάγκη να μιλήσεις για την Ιστορία

Συζήτηση με συντελεστές της θεατρικής παράστασης «Χορεύετε;»

«Χορεύετε;» μας λέει ο θίασος «Αντάμα» και μας παρασέρνει σε ένα «ταξίδι» στην Ιστορία, καθώς μας αφηγείται το μεγαλείο των πολιτικών κρατούμενων στις Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ. Εκεί, που οι κρατούμενες νίκησαν όχι μόνο τη βία, τον πόνο και τον εγκλεισμό, αλλά γίνηκαν «χείμαρροι για μια νέα ζωή».

Είχαμε τη χαρά, ανάμεσα σε πρόβες, παραστάσεις και τις παράλληλες δουλειές που κάνουν οι νέες καλλιτέχνιδες για να μπορέσουν να ζήσουν, να μιλήσουμε με την Δ. Κατσαμένη, την Κ. Καϊμά, την Γ. Καούκη και την Β. Τάγαρη για το έργο και τη θερμή ανταπόκριση που γνωρίζει και τις γεμίζει δύναμη, για το πώς δούλεψαν και προσέγγισαν αυτήν την πλευρά της Ιστορίας και πολλά ακόμη...

***

-- Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τις Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ; Τι είναι αυτό που θέλετε να μας διηγηθείτε;

Κ. Καϊμά:«Αλλο είναι να τα λες και άλλο να τα γράφεις. Δεν έχω γράψει ποτέ μου. Δεν ξέρω την τέχνη να γράφω.

- Τι θα πει δεν ξέρεις την τέχνη. Ετσι απλά, όπως τα λες θα τα γράφεις. Τέχνη είναι η Αλήθεια...»

Αυτήν την Αλήθεια διαβάσαμε στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Ολυμπίας Παπαδούκα για τις Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ. Οι μαρτυρίες των κρατούμενων μας συντάραξαν και γέννησαν μέσα μας την ανάγκη να τις διηγηθούμε, να τις ζωντανέψουμε στη θεατρική σκηνή, όχι μόνο σαν ιστορικά γεγονότα που πρέπει να σκαλίζονται για να μην καλυφθούν με χώμα αλλά και σαν μια αλήθεια - σπόρο για έμπνευση και αγώνα στο σήμερα.

Ισως να ακούγεται κοινότοπο το «όποιοι ξεχνούν την Ιστορία είναι καταδικασμένοι να την ξαναζήσουν», όμως είναι επιτακτική η ανάγκη η Τέχνη να παίξει ρόλο διαφωτιστικό. Το μοίρασμα είναι χρέος της Τέχνης, γιατί έτσι η αλήθεια γίνεται ουσιαστικά Α-λήθεια, δηλαδή αυτό που δεν διαγράφεται από τη Λήθη, άρα γίνεται διαχρονικό και αθάνατο.

Μπορεί σήμερα να μην έχουμε αντίστοιχες εξόφθαλμες θηριωδίες, όμως η βιαιότητα και η καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι εδώ, στο τώρα και στο κάθε μέρα. Γι' αυτό και ο υπεράνθρωπος αγώνας των γυναικών αυτών για ελευθερία παραμένει επίκαιρος και ικανός να μας δώσει δύναμη για δράση.

-- Πώς δουλέψατε τη μεταφορά του βιβλίου στη θεατρική σκηνή. Ποια είναι τα στοιχεία που ξεχωρίζετε από την προετοιμασία της παράστασης;

Δ. Κατσαμένη: Δουλέψαμε πάρα πολύ με βάση το βιβλίο της Ολ. Παπαδούκα. Και ήταν μια δουλειά συλλογική. Ψάξαμε και διαβάσαμε γύρω από την Ιστορία της περιόδου, γιατί η δεκαετία του 1940, με την οποία και καταπιανόμαστε στο έργο, βρίσκεται στο επίκεντρο της επίθεσης της ιστοριογραφίας σήμερα. Πρόκειται, άλλωστε, για την κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Hταν η στιγμή που η αστική τάξη γνώρισε τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την εξουσία της. Aνατρέξαμε σε μια σειρά από ιστορικά βιβλία, για να κατανοηθεί και σε βάθος η αιτία αυτής της μανίας που επέδειξε το κράτος πάνω σ' αυτούς τους ανθρώπους. Φυσικά, ανάμεσα σε άλλα ψάξαμε και βρήκαμε και βιβλία με ποιήματα που γράφτηκαν από φυλακισμένους αγωνιστές τα οποία και αξιοποιήσαμε για την παράσταση.

Η μεγαλύτερη όμως νομίζω δυσκολία ήταν ότι το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί ένα συγκλονιστικό και απίστευτης αγριότητας ιστορικό ντοκουμέντο. Για να φανταστείτε, πολλές φορές η πρόβα μας σταμάτησε στη μέση γιατί δεν αντέχαμε να διαβάζουμε όσα γράφονταν. Μιλάμε για βασανιστήρια που δεν μπορεί να τα συλλάβει η ανθρώπινη σκέψη. Κι εδώ ήταν και η μεγάλη πρόκληση. Χρειάστηκε ιδιαίτερη φροντίδα ο τρόπος που προσεγγίσαμε το συγκεκριμένο έργο. Γιατί δεν μπορεί και δεν πρέπει να έρθει κάποιος να παρακολουθήσει μόνο βασανιστήρια στο θέατρο. Ετσι αποφασίσαμε και σκύψαμε πάνω από το πιο εκπληκτικό και το πιο μεγάλο ζήτημα, που ήταν το άλμα που έκανε η συνείδηση αυτών των γυναικών. Στο πώς δηλαδή τα ιδανικά τους, το όραμά τους για έναν καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο, παράλληλα με την οργανωμένη δράση μέσα στις φυλακές, τις τροφοδοτούσαν με δύναμη κι αισιοδοξία, ώστε να αντέξουν και να μη λυγίσουν μπροστά στις φρικαλεότητες των βασανιστών τους.

Αυτό το άλμα που έκαναν αυτοί οι άνθρωποι βέβαια, νομίζω πως αναδεικνύει και μια ακόμα πλευρά, που είναι η βαθιά εσωτερική ποιητική υπόσταση που είχαν. Γιατί ένας άνθρωπος που του παραμορφώνουν τα δάχτυλα ή το πρόσωπο και δεν λυγίζει, που υποφέρει για μια ζωή από επιληπτικές κρίσεις από το ξύλο που έφαγε αλλά παρ' όλα αυτά δεν λύγισε, που του σκοτώνουν το παιδί του και δεν λυγίζει ή ένα παιδί που ακούει να του βασανίζουν τη μάνα και δεν λυγίζει και δεν αποκηρύσσει το Κομμουνιστικό Κόμμα σημαίνει ότι έχει κατορθώσει και βλέπει πίσω από τη λάμπα της ανάκρισης το φεγγάρι, βλέπει έξω από τους τοίχους της φυλακής, τον ουρανό, έχει κατορθώσει να κάνει το άλμα στη συνείδησή του γι' αυτά που πιστεύει, για το δίκιο όλου του κόσμου. Γι' αυτό και η προσέγγισή μας έχει έναν αρκετά ποιητικό χαρακτήρα.

***

-- Επιλέγετε και εσείς να μιλήσετε για τη γυναίκα. Βλέπουμε ότι πολλές παραστάσεις έχουν ως θέμα τη γυναίκα. Τι είναι αυτό που επιλέγετε εσείς να προβάλλετε;

Β. Τάγαρη: Πράγματι, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο αρκετές θεατρικές παραστάσεις έχουν ως θέμα τη γυναίκα, κι αυτό είναι κάτι που δεν μας εκπλήσσει, καθώς το ζήτημα απασχολεί την ίδια την κοινωνία. Το ζήτημα είναι πώς προβάλλεται αυτό το θέμα.

Οσον αφορά τη δική μας παράσταση, στο ίδιο το κείμενο της Παπαδούκα στο οποίο βασιστήκαμε θίγεται ιδιαίτερα το ζήτημα της βίας απέναντι στις γυναίκες. Με απόλυτα ζωντανό τρόπο περιγράφονται τα μαρτύρια και τα βασανιστήρια αυτών των γυναικών. Το ίδιο το κείμενο με περίτεχνο τρόπο αναδεικνύει από μόνο του τόσο τη φυλετική όσο και την κοινωνική διάσταση αυτής της βιαιότητας. Μέσα από τις μαρτυρίες και την αφήγηση των ίδιων των γεγονότων της περιόδου 1947 - 1949 στις Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ αναδεικνύεται πως βασικός φορέας της βίας είναι το ίδιο το κράτος, οι εκμεταλλευτικές σχέσεις.

Στοίχημα για εμάς, λοιπόν, ήταν πώς σκηνοθετικά, υποκριτικά αλλά και μέσω της μουσικής, της οποίας η σύνθεση είναι πρωτότυπη για την παράσταση, θα εξυπηρετηθεί και θα προβληθεί αυτό. Κι έτσι να μπορέσει κανείς πίσω από τα βασανιστήρια να δει το μεγαλείο του ανθρώπου, να καταλάβει, να δει όλη την υπερηφάνεια, την ταπεινότητα και τη γενναιοδωρία αυτών των γυναικών που φώναζαν «δεν υπογράφω»...

-- Είστε ένας νέος θίασος, που θέλει και είναι φυσικό να επικοινωνήσει την τέχνη του με το κοινό. Ποιες είναι οι δυσκολίες που συναντάτε σε αυτήν την προσπάθεια;

Β. Τ.: Δυσκολίες φυσικά και υπάρχουν για έναν νέο θίασο. Νομίζω είναι γενικώς γνωστό πως είναι ιδιαίτερα δύσκολες οι συνθήκες με τις οποίες δουλεύει ένας ηθοποιός.

Εκτός όμως από την οικονομική πλευρά των δυσκολιών αυτών υπάρχει και ο βασικός προβληματισμός του πώς θα κάνουμε την Τέχνη που θέλουμε αλλά και την Τέχνη που - κοινωνικά - χρειάζεται. Ζητούμενο για να μπορέσει ένας θίασος να ανεβάσει το έργο του σε ένα θέατρο, να επιχορηγηθεί από έναν φορέα κ.ο.κ. δεν είναι πώς θα εξυψώσει το αισθητικό κριτήριο του κοινού, πώς θα διαπαιδαγωγήσει αλλά πώς θα είναι εμπορικό, πώς θα μεγεθύνει το κοινό, πώς θα μεγιστοποιηθεί το κέρδος. Αυτό δεν αφήνει ανεπηρέαστο το περιεχόμενο που εκτός από το ότι πρέπει να «πουλάει» πρέπει να προβάλλει και αστικές αξίες.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει μια συγκινητική ανταπόκριση από το κοινό τόσο στη δική μας παράσταση όσο και σε άλλες παραστάσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο, που μας δείχνει πως πράγματι υπάρχει ανάγκη από τέτοια Τέχνη. Αυτό σε συνδυασμό με το ίδιο το κείμενο με το οποίο καταπιαστήκαμε μπορούν να μας δώσουν όλη την έμπνευση και τη δύναμη που χρειάζεται για να παλέψουμε τις δυσκολίες.

***

-- Ποια είναι η ανταπόκριση των θεατών; Τι ανακαλείτε πιο δυνατά στη μνήμη σας;

Δ. Κ.: Αυτά τα κείμενα, οι ιστορίες που μας αφηγούνται αυτές οι γυναίκες δεν γίνεται να μην αγγίξουν βαθιά τον άνθρωπο. Πέρα από τη συγκίνηση, οι θεατές βγαίνουν προβληματισμένοι, έχουν την ανάγκη να συζητήσουν μετά την παράσταση κι αυτό είναι νομίζω το πιο σημαντικό. Το πώς μέσα από την Τέχνη γεννιέται η ανάγκη να μιλήσεις για την Ιστορία.

Γ. Καούκη: Η πιο συγκινητική στιγμή βέβαια, ήταν όταν παρακολούθησε την παράστασή μας η Μαρία Σιδέρη, φυλακισμένη η ίδια στις Φυλακές Αβέρωφ. Ανέβηκε στη σκηνή, με το παραμορφωμένο της σώμα και το γενναίο της χαμόγελο κι έφερε μπροστά στα μάτια μας γεγονότα που εμείς αναπαριστούμε ή που διαβάσαμε μελετώντας για την παράσταση. Σε αυτό νομίζω δεν χωράνε λόγια. Είναι το σημείο όπου διαπιστώνει κανείς ότι τελικά το θέατρο ωχριά μπροστά στην ίδια την πραγματικότητα. «Κάθισα στη φυλακή 14 χρόνια. Με συλλάβανε 20 χρονώ. Με δικάσανε πεντάκις σε θάνατο παμψηφεί. Εμένα. Γιατί ήμουν ΕΠΟΝίτισσα, γιατί αγαπούσα τους κομμουνιστές, γιατί δεν υπέγραφα δήλωση μετανοίας. Πώς να δηλώσω ότι ήταν οι "κακοί"; Αφού τους έβλεπα, τους ζούσα, παλεύανε για τον κόσμο...», μας είπε.


Α. Π.


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ