Eurokinissi |
Από τη συναυλία στο γήπεδο Καραϊσκάκη το 1974 |
Τις δεκαετίες 1940 - 1960, αφού σπούδασε στα Ωδεία Αθηνών και Παρισιού μουσική σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας, αφιερώθηκε αποκλειστικά στη συμφωνική μουσική. Στη συνέχεια, όπως ο ίδιος αναφέρει, την εικοσαετία από το 1958 - με τη μελοποίηση του «Επιταφίου» - έως και το 1978 αφιερώθηκε στη σύνθεση και διεύθυνση της έντεχνης λαϊκής μουσικής. «Η αλήθεια είναι ότι ανάμεσα σε αυτές τις δύο δραστηριότητες δεν υπάρχουν σύνορα. Και το πιο μεγάλο μου καλλιτεχνικό όνειρο ήταν και είναι το δημιουργικό πάντρεμα ανάμεσα στη συμφωνική και τη λαϊκή μας μουσική. Νομίζω προς την κατεύθυνση αυτή αφιέρωσα ένα μεγάλο κομμάτι του έργου μου», δήλωνε ο συνθέτης στον «Ριζοσπάστη» το 1978. Αυτή η προσπάθεια τον καθιστά μια μοναδική περίπτωση, καθώς κινείται συνεχώς ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους, προσπαθώντας να τους συνενώσει σε έναν και μοναδικό.
Στο χώρο του Πολυτεχνείου με τους Γ. Ρίτσο και Χ. Φλωράκη |
Η δεκαετία του 1960 είναι από τις πιο δημιουργικές στη μουσική διαδρομή του συνθέτη. Με τη Μικρή Ορχήστρα Αθηνών, που ίδρυσε το 1962, επιδίωξε να απλώσει τη μουσική του, αλλά και σπουδαία έργα στην ιστορία της μουσικής μέσα στους βουερούς δρόμους, στα πανεπιστήμια και τις συνοικίες, στην επαρχία. Ποτέ άλλοτε δεν δέθηκε τόσο πολύ το πολιτικό σύνθημα με την Τέχνη. «Κίνημα Μαχόμενης Κουλτούρας» το είχε ονομάσει.
Να πώς το περιγράφει στον «Ριζοσπάστη». «Το χωριό, η συνοικία και η μικρή επαρχιακή πόλη ήταν σκοτεινές νησίδες χωρίς ίχνος πολιτιστικής ζωής. Η ποίηση, το θέατρο, η ζωγραφική, η γλυπτική, η συμφωνική και λυρική μουσική ήταν κτήματα μιας ελάχιστης κοινωνικής μειοψηφίας.
Μπροστά σε αυτόν τον καθολικό σκοταδισμό μας χρειαζόταν ένα κίνημα δυναμικό, μαχητικό, γιατί ο ταξικός αντίπαλος είχε απόλυτη συνείδηση για τον πολιτικό - ιδεολογικό ρόλο που έπαιζε αυτή η καταδίκη ενός ολόκληρου λαού στην αμορφωσιά και την έλλειψη κάθε επαφής με το "Ωραίο και Αληθινό"...
Επρεπε λοιπόν με κάθε θυσία να σπάσει το φράγμα του σκοταδισμού. Και μιας και ο λαός δεν μπορούσε να πάει προς το έργο τέχνης, τότε θα έπρεπε το έργο τέχνης να πάει στο λαό... Κάθε ζωντανός πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης θα έπρεπε να πάει με το έργο του εκεί που ζει και εργάζεται και παλεύει ο λαός. Να μοιραστεί μαζί του τόσο τα όνειρα και τους πόθους του όσο και τους αγώνες, τα βάσανα και τις δοκιμασίες...
Διαλέξαμε σαν αρχή για την προσπάθειά μας τη μουσική της Αναγέννησης, Βιβάλντι, Κορέλλι, Χάιντελ, Μπαχ κ.λπ. Οταν είμαστε έτοιμοι τότε καλέσαμε στο θέατρο "Καλουτά" πολλά εργατικά και φοιτητικά σωματεία και συλλόγους... Το κεντρικό επιχείρημα ήταν το εξής: Ολη η κληρονομιά των μεγάλων δημιουργών ανήκει στο λαό. Μην περιμένετε να σας δώσουν οι άλλοι αυτό που σας ανήκει. Απλώστε το χέρι να το πάρετε. Εμείς θα σας δώσουμε ένα μικρό κομμάτι από τα μουσικά αριστουργήματα που έγραψαν για εσάς ο κύριος Βιβάλντι και ο κύριος Μπαχ...
Νέοι εργάτες, εργαζόμενοι, μαθητές, φοιτητές γέμιζαν ασφυκτικά τις συναυλίες μας κάθε Κυριακή πρωί και Δευτέρα βράδυ. Ισως για πρώτη φορά στην ιστορία της συμφωνικής μουσικής υπήρχε τόσο ενθουσιαστική και πανηγυρική ατμόσφαιρα στη διάρκεια μιας συναυλίας...».