Τετάρτη 17 Φλεβάρη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΝΕΟΛΑΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
Με αφορμή τη συζήτηση για την αλλαγή ενός προγράμματος σπουδών

Η συγκυρία τα έφερε έτσι, ώστε εν μέσω της συζήτησης στη Βουλή για το νομοσχέδιο Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη για την ένταση της καταστολής και των ταξικών φραγμών, που προϋπαντά και τις επικείμενες και ήδη προαναγγελθείσες νέες νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης στα πανεπιστήμια, στο Τμήμα Φυσικής του ΕΚΠΑ να προχωράει και η συζήτηση για την αλλαγή του προγράμματος προπτυχιακών σπουδών (ΠΠΣ). Πρόκειται για ένα Τμήμα που έχει δει τον αριθμό των μελών ΔΕΠ του να συρρικνώνεται κατά σχεδόν 50% τα τελευταία χρόνια (για να το πούμε διαφορετικά, το ετήσιο κόστος για 60 - 70 από τους αστυνομικούς που θα προσληφθούν για να στελεχώσουν την πανεπιστημιακή αστυνομία, αντιστοιχεί στο ετήσιο κόστος για την πρόσληψη μεγάλου μέρους των μελών ΔΕΠ που χρειάζονται ώστε να καλυφθούν οι θέσεις που έχουν μείνει κενές).

Στις παραγράφους που ακολουθούν δεν θα εξετάσουμε σε βάθος τις προτεινόμενες αλλαγές ούτε το αν κάποιες από αυτές είναι επιβεβλημένες, ούτε το αν απαντάνε σε παθογένειες που εντοπίζονται στον τρόπο με τον οποίο είναι συγκροτημένο το ισχύον μέχρι σήμερα ΠΠΣ και το περιεχόμενό του. Πολύ περισσότερο δεν θα σταθούμε στο αν και κατά πόσο οι προτεινόμενες αλλαγές είναι επιστημονικά δόκιμες και αν το προτεινόμενο ΠΠΣ αντιστοιχεί στο περιεχόμενο των σπουδών που έχει ανάγκη σήμερα ένας φοιτητής.


Θα περιοριστούμε μόνο σε πλευρές που έχουν να κάνουν με τη λογική που διέπει τις προτάσεις της Επιτροπής που συγκρότησε το Τμήμα για το σκοπό αυτό και την επιχειρηματολογία που τις συνοδεύει, επιδιώκοντας να αναδείξουμε τις επιπτώσεις που έχουν στην οργάνωση και το περιεχόμενο των σπουδών των φοιτητών (άρα και στις προοπτικές που μέσω αυτών διανοίγονται για το μέλλον τους) οι κατευθύνσεις που υλοποιούνται στο έδαφος της προσαρμογής όλων των πτυχών της λειτουργίας των ιδρυμάτων στις επιταγές του κεφαλαίου.

Κατευθύνσεις που σε ό,τι αφορά τις σπουδές συγκλίνουν στη διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών μιας χρήσης για τους πολλούς, που ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τις προσωρινές ιεραρχήσεις των επιχειρηματιών - εταίρων του πανεπιστημίου - επιχείρηση, για να έχουν άμεσα διαθέσιμους προς εκμετάλλευση αποφοίτους με το προφίλ δεξιοτήτων που θέλουν. Ετσι, οι σπουδές δεν έχουν στόχο να παρέχουν όλη την απαιτούμενη επιστημονική, θεωρητική και πρακτική - εφαρμοσμένη γνώση για την άσκηση του επαγγέλματος. Αντίθετα, τα πτυχία μετατρέπονται σε κολάζ γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων που θα διαμορφώνεται από τις διαφοροποιημένες διαδρομές μάθησης, πάνω σε ένα υπόστρωμα κάποιων μίνιμουμ επιστημονικών γνώσεων. Ο απόφοιτος με το εξατομικευμένο προφίλ δεξιοτήτων καλείται κάθε φορά να το συμπληρώνει με διάφορα μεταπτυχιακά, πιστοποιητικά, σεμινάρια κ.ά., ευελπιστώντας να διαμορφώσει ένα προφίλ που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις μιας θέσης δουλειάς που θα ανοίξει κάποια στιγμή περισσότερο από έναν συνάδελφό του με τον οποίο μπορεί να ξεκίνησαν μαζί τις σπουδές στο ίδιο ή σε ομόλογα Τμήματα, αλλά μέχρι να πάρουν πτυχίο παρακολούθησαν έως και κατά 50% διαφορετικό πρόγραμμα σπουδών.

Οι διαπιστώσεις...

Σύμφωνα με την παρουσίαση του προτεινόμενου Νέου Προγράμματος Σπουδών που έγινε πριν από λίγες μέρες στους φοιτητές του Τμήματος από την Επιτροπή που εκπόνησε την πρόταση, ως προβλήματα του ισχύοντος ΠΠΣ εντοπίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

  • «Οι γνώσεις των νεοεισερχόμενων φοιτητών το 2019 - 2020 είναι διαφορετικές από τις προηγούμενες δεκαετίες. Η ύλη που καλύπτεται στα Λύκεια της χώρας δεν συμπεριλαμβάνει καίριες, σημαντικές γνώσεις που χρειάζονται οι φοιτητές ενός Τμήματος Φυσικής»: Δύσκολα θα μπορούσε να εντοπίσει κανείς πιο ρητά διατυπωμένη - από τη σκοπιά των διαπιστώσεων ενός πανεπιστημιακού Τμήματος - διαπίστωση του προβλήματος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της σχολικής γνώσης. Οπως επίσης δύσκολα θα μπορούσε κανείς να μην αποδώσει - έστω και μερική - εξηγητική ισχύ στη διαπίστωση αυτή για το γεγονός ότι «ο μέσος χρόνος σπουδών ανέρχεται στα 7,5 - 8,0 (οκτώ) έτη», όπως επισημαίνει η Επιτροπή. Παρεμπιπτόντως, αυτός ο μέσος όρος, που προφανώς προκύπτει από τα στοιχεία του Τμήματος, ήδη υπερβαίνει το ανώτατο όριο φοίτησης που προβλέπει το νομοσχέδιο Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη. Παρενθετικά σημειώνουμε, επίσης, ότι ο αριθμός των φοιτητών που ξεπερνούν αυτό το όριο αυξήθηκε κατά πολύ από την προηγούμενη καπιταλιστική οικονομική κρίση... Σημειωτέον, δε, ότι με μικρότερο καταγεγραμμένο αριθμό φοιτητών, βελτιώνεται η αναλογία διδασκόντων/φοιτητών, άρα δικαιολογούνται και οι λιγότερες προσλήψεις μελών ΔΕΠ - τουλάχιστον αυτό θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος... κακεντρεχής!
  • «Το ισχύον πρόγραμμα έχει στοιχεία που ήταν απαραίτητα πριν από δύο δεκαετίες, όταν το Τμήμα Φυσικής δεν παρείχε μεταπτυχιακές σπουδές»: Ομολογείται δηλαδή ρητά ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές λειτουργούν πλέον ως απαραίτητο συμπλήρωμα ώστε ο φοιτητής να αποκομίσει από τις σπουδές του τα απαιτούμενα γνωστικά εφόδια ενός αποφοίτου - ή, για να το πούμε διαφορετικά, ότι αυτά δεν παρέχονται στο πτυχίο.
  • «Πρέπει να αποτυπωθεί ο βαθμός δυσκολίας/ευκολίας και το εύρος της ύλης των μαθημάτων μέσα από τις μονάδες ECTS»: Αυτή η φαινομενικά αθώα λεξούλα στην αρχή («πρέπει») κρύβει όλη την ουσία της ευρωενωσιακής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση, που προωθείται μέσα από την υλοποίηση της διαδικασίας της Μπολόνια. Εξάλλου, σε αυτό το πλαίσιο ακριβώς θεσπίστηκε και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Μεταφοράς Διδακτικών Μονάδων (ECTS), για την προώθηση της κινητικότητας των φοιτητών και τη συγκρισιμότητα των πτυχίων. Στο σύστημα ECTS, τα διάφορα μαθήματα αποτιμώνται με συγκεκριμένο αριθμό μονάδων, οι οποίες θεωρητικά αποτυπώνουν την εργασία που απαιτείται ώστε ο φοιτητής να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του μαθήματος. Πρακτικά, πρόκειται για ένα εγχείρημα ποσοτικοποίησης γνώσεων και δεξιοτήτων, με όρους κοστολογημένων εμπορεύσιμων πακέτων. Σε μια τέτοια αποτίμηση, όμως, αυτό που δεν μπορεί να αποτυπωθεί είναι αφενός οι ποιοτικές διαφοροποιήσεις και αφετέρου η λογική συναρμογή των διαφόρων μαθημάτων ενός ΠΠΣ και των επιμέρους ενοτήτων τους. Πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να διασφαλιστεί ότι η δομή και το περιεχόμενο των σπουδών είναι ικανά να καλύψουν το σύνολο των απαιτούμενων γνώσεων για την ολοκληρωμένη εκπαίδευση στο εκάστοτε επιστημονικό πεδίο. Εξ ου και σε διάφορες εκθέσεις πιστοποίησης υποδεικνύεται στα Τμήματα να «εκτιμηθεί η εφαρμογή του συστήματος ECTS και να γίνει αυτή με μεγαλύτερη συνέπεια στα μαθήματα του προγράμματος σπουδών». Υπόδειξη την οποία υπηρετεί και η πρόταση για το ΠΠΣ του Φυσικού, μέσα από την ανακατανομή των μονάδων ECTS μεταξύ μαθημάτων κορμού και κατεύθυνσης, υποχρεωτικών και επιλεγομένων.
  • «Αποτελεί πάγιο σκοπό κάθε προγράμματος σπουδών να προσφέρει στους φοιτητές βαθμούς ελευθερίας στην επιλογή των θεματικών περιοχών και των αντίστοιχων μαθημάτων που θέλουν να παρακολουθήσουν», την ώρα που «το ισχύον πρόγραμμα είναι πολύ "βαρύ"»: Αν μη τι άλλο, δεν θα μπορούσε κανείς να περιμένει διαφορετική συνέχεια, με δεδομένη την προηγούμενη διαπίστωση. Τώρα, πώς ακριβώς εννοεί κανείς το «βαρύ» (και μάλιστα εντός εισαγωγικών, ώστε να είναι ανοιχτό σε ερμηνείες κατά το δοκούν) και κυρίως από πού προκύπτει ότι είναι απαραίτητο οι απόφοιτοι ενός Τμήματος (αλλά και διαφορετικών Τμημάτων που θεραπεύουν το ίδιο επιστημονικό αντικείμενο) να έχουν παρακολουθήσει σε σημαντικό αριθμό διαφοροποιημένο σύνολο μαθημάτων ο ένας από τον άλλον - λες και αλλάζει ανάλογα με... το ύψος ή το χρώμα των ματιών το τι είναι απαραίτητο να γνωρίζει κάποιος που σπουδάζει ένα επιστημονικό αντικείμενο - είναι κάτι για το οποίο η Επιτροπή μάς αφήνει με την απορία, θεωρώντας το όχι μόνο σχεδόν αυτονόητο αλλά και «σκοπό», και μάλιστα «πάγιο» ενός προγράμματος σπουδών.

Μήπως όμως οι διαπιστώσεις αυτές έχουν μόνο τοπική ισχύ, δηλαδή αφορούν μόνο τα ιδιαίτερα γνωρίσματα και προβλήματα που εντοπίζονται ως προς το ισχύον ΠΠΣ του συγκεκριμένου Τμήματος; Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε δεν θα βλέπαμε τα ίδια στη συντριπτική πλειοψηφία των αλλαγών σε ΠΠΣ τα τελευταία χρόνια, ακόμα και σε επιστημονικά πεδία που μόνο ομοειδή δεν μπορεί να χαρακτηριστούν. Για την ακρίβεια, πρόκειται για την κατεύθυνση που υποδεικνύεται στα διάφορα Τμήματα μέσα από τη διαδικασία πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών. Για παράδειγμα, στο διπλανό κτίριο από το Τμήμα Φυσικής βρίσκεται το Τμήμα Βιολογίας, στην έκθεση πιστοποίησης του ΠΠΣ του οποίου υποδεικνύεται ότι αυτό πρέπει να περιορίζεται μόνο «στην εισαγωγή προχωρημένων εννοιών» και «όχι στο να παρέχει λεπτομερή γνώση, η οποία θα μπορούσε να αποκτηθεί κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών προγραμμάτων».

Ας σημειωθεί, βέβαια, ότι η αναμόρφωση του πλαισίου των μεταπτυχιακών σπουδών αποτελεί προσφιλές πεδίο για όλες τις κυβερνήσεις - αλλά και τις διοικήσεις των ιδρυμάτων - με χαρακτηριστική την αύξηση των ΠΜΣ με δίδακτρα επί ΣΥΡΙΖΑ - ρεκόρ που η ΝΔ θέλει τώρα να ξεπεράσει.

...και οι προτάσεις

Επίσης, στις εκθέσεις πιστοποίησης των ΠΠΣ πολλών Τμημάτων υποδεικνύεται «να αυξηθεί ο αριθμός των μαθημάτων επιλογής στο πρόγραμμα σπουδών». Αυτήν την υπόδειξη υπηρετούν και οι προτάσεις για το νέο ΠΠΣ στο Τμήμα Φυσικής. Μεταξύ άλλων, στην ενότητα της παρουσίασης υπό τον τίτλο «Σχεδιαστικοί Στόχοι του Νέου Προγράμματος Σπουδών», καταγράφεται ο εξής στόχος: «Αύξηση επιλογών των φοιτητών με αντίστοιχη μείωση των υποχρεωτικών μαθημάτων, χωρίς μείωση της συνολικής γνώσης που αποκτούν». Αν προσπεράσουμε την προσέγγιση του στιλ «είτε 5 κιλά πατάτες, είτε 5 κιλά μπριζόλες, το ίδιο μου κάνει», βλέπουμε την επιλογή της έντασης της διαφοροποίησης να αποτελεί τη βασική στόχευση των προτεινόμενων αλλαγών, γι' αυτό και ο συγκεκριμένος «σχεδιαστικός στόχος» προτάσσεται των υπολοίπων στην παρουσίαση.

Εχει ενδιαφέρον η προσπάθεια της Επιτροπής να απαντήσει στο ερώτημα που επιτακτικά τίθεται από πολλούς, το οποίο και η ίδια επισημαίνει στην παρουσίαση: «Τι πρέπει να ξέρουν ΟΛΟΙ οι φοιτητές που παίρνουν πτυχίο Φυσικής;». Η Επιτροπή θέτει το ερώτημα στο σημείο που επισημαίνει ότι στο ισχύον ΠΠΣ είναι υποχρεωτικά για όλους τους φοιτητές τα μαθήματα Μηχανική Ι, Ηλεκτρομαγνητισμός Ι, Κβαντομηχανική Ι, Στατιστική Μηχανική Ι, Μηχανική ΙΙ, Κβαντομηχανική ΙΙ, ενώ τα μαθήματα Ηλεκτρομαγνητισμός ΙΙ και Στατιστική Μηχανική ΙΙ προσφέρονται ως μαθήματα επιλογής (παρεμπιπτόντως, στον οδηγό σπουδών το μάθημα αναφέρεται ως «Στατιστική Φυσική» κι όχι «Στατιστική Μηχανική», όπως αναφέρεται στην παρουσίαση, με το λάθος να προκύπτει προφανώς εκ παραδρομής, αλλά επιστημολογικά δεν είναι ασήμαντο, μιας και συνιστά ουσιώδη διαφοροποίηση του περιεχομένου του μαθήματος). Η Επιτροπή σημειώνει ότι «σε θεμελιώδες επίπεδο δεν υπάρχει λόγος για την ασυμμετρία ανάμεσα στα 4 μαθήματα του δεύτερου κύκλου (τα "ΙΙ")». Κι αφού έτσι έχουν τα πράγματα, τότε εύλογα, σύμφωνα με το σκεπτικό της Επιτροπής, θα πρέπει όλα τα «Ι» να έχουν το ίδιο στάτους μεταξύ τους, όπως κι όλα τα «ΙΙ». Ακόμα κι αν προσπεράσουμε την ομοιότητα με τη γνωστή λαϊκή ρήση περί αστυνομικών και μπουζουκιών ως οργάνων, δεν είναι διόλου εύλογο γιατί αυτό το κοινό στάτους των «ΙΙ» θα πρέπει να είναι αυτό των μαθημάτων επιλογής και - πολύ περισσότερο - γιατί αντί να επιλεχθεί η λύση «πονάει παλάμη, κόβω χέρι» δεν επιλέγεται η λύση της ουσιαστικής αναμόρφωσης και αναπροσαρμογής του περιεχομένου των μαθημάτων, ώστε, ανεξάρτητα από την ονομασία τους, να εξασφαλίζεται η παροχή των απαιτούμενων γνώσεων στα συγκεκριμένα γνωστικά πεδία σε όλους τους μελλοντικούς αποφοίτους του Τμήματος, ιδιαίτερα, μάλιστα, από τη στιγμή που, αναλύοντας την ύλη που διδάσκεται σε αυτά, η Επιτροπή διαπιστώνει επικαλύψεις.

Μήπως, όμως, το ζήτημα αφορά συγκεκριμένα προβλήματα που εντοπίζονται ως προς τα συγκεκριμένα μαθήματα και δεν πρόκειται για λογική που διέπει συνολικά την πρόταση; Η ίδια η παρουσίαση, μας στερεί αυτό το δικαίωμα στην αμφιβολία. Οπως αναφέρεται, «δεν θα είναι υποχρεωτικό να παίρνονται ΚΑΙ οι 5» εισαγωγές στις επιμέρους θεματικές (ενν. τα βασικά μαθήματα που θεωρούνται εισαγωγικά για το πεδίο της καθεμιάς από τις 5 κατευθύνσεις που αντιστοιχούν στην οργανωτική - διοικητική διάρθρωση του Τμήματος Φυσικής του ΕΚΠΑ σε 5 Τομείς), αλλά θα ισχύει ως «ελάχιστη υποχρέωση: 3 από 5». Τα... ακαταμάχητης λογικής επιχειρήματα που προβάλλονται είναι τα εξής:

  • «Είναι χρήσιμο; Ναι - πίσω στην ερώτηση του "τι πρέπει να γνωρίζει ο πτυχιούχος": 3 από τα 5 δίνουν ευρύτητα. Και αφήνουν χώρο για επιλογές»: Τώρα πώς ακριβώς αυτό απαντά στο αν είναι εξίσου χρήσιμα και τα 5 ή όχι, ίσως να φταίμε εμείς που δεν το καταλαβαίνουμε. Αντ' αυτού, αυτό που καταλαβαίνουμε είναι πως εξαρχής ζητούμενο της πρότασης για το νέο ΠΠΣ είναι η περαιτέρω αποδιάρθρωση των φοιτητών, με μεγαλύτερο αριθμό μαθημάτων να μη συμπεριλαμβάνονται στο βασικό κορμό όσων θα διδάσκονται όλοι τους
  • «Είναι απαραίτητο; Ναι, επειδή δεν μπορεί ένας να έχει και τα 5 υποχρεωτικά αν Μηχανική ΙΙ και Κβαντο ΙΙ ΔΕΝ είναι υποχρεωτικά»: Κάπου εδώ μάλλον υποχρεωνόμαστε να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά, αδυνατώντας να παρακολουθήσουμε τη λογική της επιχειρηματολογίας...
  • «Και τέλος: Οι 5 υποχρεωτικές εισαγωγές είναι παγκόσμια πρωτοτυπία του Φυσικού Αθήνας»: Πέραν του ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αφού εισαγωγικά μαθήματα στις διάφορες μείζονες επιμέρους θεματικές διδάσκονται σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου - είτε πρόκειται για Τμήματα Φυσικής είτε για Τμήματα Κοινωνιολογίας -, είναι εντυπωσιακό ότι η οργανωτική-διοικητική δομή του Τμήματος αξιοποιείται ως επιχείρημα για την οργάνωση του προγράμματος σπουδών και την αποτύπωση σε μαθήματα των γνωστικών προϋποθέσεων που πρέπει να πληροί κάθε απόφοιτος του Τμήματος! Ας θυμίσουμε, επίσης, ότι ούτε η υπάρχουσα σήμερα διάκριση μεταξύ των Τομέων του Τμήματος στη βάση επιστημονικών πεδίων ήταν πάντα η ίδια, ούτε είναι δεδομένο πως αποτελεί τη μόνη επιστημονικά δόκιμη διάκριση, αλλά ούτε και είναι η ίδια με αυτή που ισχύει σε άλλα Τμήματα Φυσικής στην Ελλάδα και το εξωτερικό (για διάφορους λόγους που δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν με λεπτομέρεια, μεταξύ των οποίων είναι και η στελέχωση του κάθε Τμήματος και η «μικροπολιτική» μεταξύ των μελών του). Επίσης, από πουθενά δεν προκύπτει ότι θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία κατευθύνσεων στο ΠΠΣ με τη διάρθρωση του Τμήματος σε Τομείς (πριν από λίγα χρόνια, εξάλλου, στο ίδιο Τμήμα υπήρχε κατεύθυνση που δεν αντιστοιχούσε σε Τομέα). Στο μεταξύ, αξίζει να αναρωτηθεί κανείς πώς άραγε θα διαλέξει κάποιος φοιτητής την κατεύθυνση που πράγματι τον ενδιαφέρει, αν δεν έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τα εισαγωγικά μαθήματα όλων των κατευθύνσεων.

Κι αφού αυτός είναι ο πυρήνας και ο προσανατολισμός των προτεινόμενων αλλαγών, τότε άλλες επιμέρους αλλαγές που περιλαμβάνονται στην πρόταση έρχονται μάλλον ως λογική (λέμε τώρα...) συνέχεια. Οπως π.χ. τα στοιχεία Στατιστικής που διδάσκονται σήμερα σε ένα θεωρητικό μάθημα να περνάνε στην ύλη εργαστηριακών ασκήσεων ή ένας φοιτητής να μπορεί να πάρει μάθημα μεταπτυχιακού προγράμματος ως μέρος του ΠΠΣ (αφήνοντάς μας με την απορία αν τελικά αυτό το μάθημα κρίνεται απαραίτητο ως μέρος του ΠΠΣ ή όχι) ή - ακόμα περισσότερο - να μη θεωρείται υποχρεωτική η εκπόνηση πτυχιακής εργασίας, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, αλλά να μπορεί ο φοιτητής να επιλέξει αντ' αυτής δύο εισαγωγικά μαθήματα (αφήνοντάς μας αφενός με την απορία για το επιστημονικό σκεπτικό που μπορεί να υποστηρίξει τη θέσπιση μιας τέτοιας ισοδυναμίας κι αφετέρου - κι ακόμα περισσότερο - για το επιστημονικό σκεπτικό με το οποίο μπορεί να υποστηριχθεί ότι η εκπαίδευση στην ερευνητική εργασία δεν πρέπει να αποτελεί υποχρεωτικά μέρος ενός ΠΠΣ). Προφανώς, όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να μην έχουν αντίκτυπο και στην εργαστηριακή άσκηση - εκπαίδευση των φοιτητών, η οποία αναδομείται στην κατεύθυνση του περιορισμού και της υποβάθμισής της. Ε, όταν γίνονται όλα αυτά, μόνο εντύπωση δεν προκαλεί ότι η πρόταση αφήνει στον «αέρα» το αν οι απόφοιτοι θα παίρνουν ή όχι παιδαγωγική επάρκεια, δεδομένων των σχετικών ρυθμίσεων που νομοθέτησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Από τα παραπάνω, ένα συμπέρασμα προκύπτει με μαθηματική ακρίβεια: Αν δεν αναζητήσεις τα πραγματικά αίτια πίσω από τα προβλήματα που προκύπτουν κατά την υλοποίηση ενός ΠΠΣ, ώστε τα περί αναβάθμισης να έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο και αντίκρισμα - κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί σε σύγκρουση με το ισχύον πλαίσιο - τότε όλα τα αντίστοιχα εγχειρήματα σκοντάφτουν σε αδιέξοδα και αντιφάσεις, έχοντας εκ των πραγμάτων χαρακτήρα προσαρμογής στις στοχεύσεις που υπηρετούν το σύγχρονο αστικό πανεπιστήμιο και οι πολιτικές που υποτάσσουν την επιστήμη, την έρευνα, τις σπουδές και τις προοπτικές των αποφοίτων στις ιεραρχήσεις του κεφαλαίου, σε αντιδιαστολή με τις ανάγκες των φοιτητών και της κοινωνίας.

Διεκδικώντας τις σπουδές που έχουν ανάγκη οι φοιτητές, απορρίπτουμε τις προτάσεις και τη λογική που τις εχθρεύονται

Στη διαπάλη για το περιεχόμενο και την οργάνωση των σπουδών εκφράζεται συμπυκνωμένα η βασική διαπάλη στα πανεπιστήμια: Από τη μια, είναι οι σύγχρονες ανάγκες των φοιτητών και η αγωνιστική διεκδίκησή τους, η οργάνωση του αγώνα για τη διαμόρφωση όρων για την ικανοποίησή τους. Από την άλλη, είναι η υποταγή των σπουδών και της προοπτικής των αποφοίτων στις εφήμερες ανάγκες του κεφαλαίου.

Το παράδειγμα της υπό συζήτηση πρότασης για αλλαγή του ΠΠΣ είναι μόλις ένα από τα πολλά για τα οποία θα μπορούσαμε να μιλήσουμε με αντίστοιχους όρους. Κι αυτό είναι που έχει τη μεγαλύτερη σημασία, γιατί δείχνει τις συνέπειες και τις επιπτώσεις που έχει στο περιεχόμενο και την οργάνωση των σπουδών η προώθηση της στρατηγικής του κεφαλαίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, με κάθε νομοσχέδιο της εκάστοτε κυβέρνησης να προσθέτει κρίκους στην αλυσίδα των μέτρων που την υλοποιούν, έτσι όπως συγκεκριμενοποιείται στις εκάστοτε συνθήκες.

Ακόμα και αν σε επιμέρους στοιχεία μιας πρότασης για αλλαγή ΠΠΣ θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει ακόμα και θετικό και γόνιμο προβληματισμό, τίποτε δεν μπορεί να αναιρέσει τη γενική κατεύθυνση που εκ των πραγμάτων δίνει κάθε φορά το στίγμα σε μια τέτοια συζήτηση. Κι αυτή είναι η υποταγή των σπουδών (όπως και του προσανατολισμού της έρευνας, των όρων δουλειάς διδασκόντων, ερευνητών και άλλων εργαζομένων, των οικονομικών των πανεπιστημίων κ.ο.κ.) σε ό,τι υπηρετεί την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Το πόσο βαθιά αυτή η επιχειρηματική λογική της ανταγωνιστικότητας έχει διεισδύσει σε όλες τις πτυχές της λειτουργίας των ιδρυμάτων αντανακλάται και στη σύγκριση που επιχειρείται στην υπό συζήτηση πρόταση μεταξύ του ισχύοντος και του προτεινόμενου ΠΠΣ με τα ΠΠΣ των άλλων Τμημάτων Φυσικής σε ελληνικά πανεπιστήμια, ως προς την οργάνωση των σπουδών. Μόνο που αποκρύπτεται η διαδρομή μέσα από την οποία τα διάφορα ΠΠΣ έφτασαν στη σημερινή τους μορφή, που είναι ακριβώς η ίδια και στις άλλες περιπτώσεις, όπου οι αναμορφώσεις των ΠΠΣ προωθήθηκαν με αντίστοιχη λογική.

Πρόκειται για μια ακόμα απόδειξη των συνεπειών που επιφέρει η πρόσδεση των πανεπιστημίων στο άρμα των προτεραιοτήτων του κεφαλαίου και της επιχειρηματικής τους λειτουργίας, πολιτική που υπηρετείται απαρέγκλιτα από όλα τα κόμματα και τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου. Μια πολιτική που αντιστρατεύεται τις πραγματικές ανάγκες και τα συμφέροντα των φοιτητών και αυριανών εργαζομένων, ακριβώς επειδή είναι εξαρχής σχεδιασμένη έτσι ώστε να υπηρετεί τις ιεραρχήσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών του κάθε κλάδου και των υπηρεσιών που στηρίζουν την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους. Και όπως είναι γνωστό, το χάσμα μεταξύ των αναγκών της αυριανής βάρδιας της εργατικής τάξης και των συμφερόντων του κεφαλαίου είναι αγεφύρωτο.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, για παράδειγμα, βλέπει κανείς άμεσα την αντανάκλαση των αναδιαρθρώσεων στην Εκπαίδευση και την καπιταλιστική οικονομία. Π.χ., σε ό,τι αφορά την Εκπαίδευση, πλέον η προοπτική του μόνιμου διορισμού σε σχολείο μοιάζει μακρινή για την πλειοψηφία, καθώς η όποια απορρόφηση αφορά κυρίως αναπληρωτές, σε συνθήκες πολλαπλών αναθέσεων - άρα διδασκαλίας των μαθημάτων από καθηγητές άλλων ειδικοτήτων - και μεγαλύτερου αριθμού μαθητών ανά τάξη - άρα περιορισμού των διαθέσιμων θέσεων - και αύξησης του μέσου όρου ηλικίας των εκπαιδευτικών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αντίστοιχα ισχύει π.χ. και σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της λεγόμενης «ενεργειακής μετάβασης», της «ψηφιοποίησης» της οικονομίας και του ενδιαφέροντος για ανάπτυξη των «νέων υλικών», που προφανώς δεν ακουμπάνε εξίσου όλα τα επιμέρους πεδία της Φυσικής, χωρίς αυτό να μειώνει τη σημασία τους για την ολοκληρωμένη εκπαίδευση στο αντικείμενο των σπουδών ενός φοιτητή του Τμήματος, ο οποίος θα κληθεί να αναζητήσει επαγγελματική διέξοδο στη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς εργασίας, πιθανότατα αναγκαζόμενος να αλλάξει αρκετές φορές εργοδότη και αντικείμενο εργασίας μέχρις ότου (κάποια στιγμή, στα βαθιά γεράματα, όπως προκύπτει από τις αλλεπάλληλες αλλαγές στο Ασφαλιστικό που έχουν προωθήσει οι κυβερνήσεις ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) καταφέρει να βγει στη σύνταξη.

Οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος επιβεβαιώνουν την ανάγκη ολομέτωπης σύγκρουσης με την πολιτική που καταδικάζει τη συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών και των νέων επιστημόνων που αποφοιτούν από τα πανεπιστήμια στη διαρκή εργασιακή ανασφάλεια, στη δουλειά σε αντικείμενο άσχετο από αυτό των σπουδών τους, στο χαμήλωμα του πήχη των απαιτήσεων μπροστά στο φόβο της ανεργίας, με το μαστίγιο της καταστολής να παραμονεύει για όποιον πάει να σηκώσει κεφάλι. Η πείρα από τις ελπιδοφόρες διεργασίες και κινητοποιήσεις με αφορμή το νομοσχέδιο Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη και τον αγώνα για να μπορέσουν επιτέλους οι φοιτητές να γυρίσουν στις σχολές τους, η δυναμική των πρωτοβουλιών και των παρεμβάσεων των δυνάμεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια δείχνουν το δρόμο για την ανασύνταξη του φοιτητικού κινήματος, για να βάλουν οι φοιτητές σε lockdown την πολιτική που θυσιάζει τις σπουδές και τις ζωές τους.


Δ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ