«Αγαπημένα μου παιδιά,
Τα γράμματα που πήρα φέτος δεν σας κρύβω ότι με ανησύχησαν αρκετά. Κάποιοι από εσάς ρωτάτε αν το lockdown ισχύει και για μένα. Θα καταφέρω να φτάσω έως τα μέρη σας για να φέρω τα δώρα; Υπάρχει άραγε κωδικός που να επιτρέπει την "κατ' εξαίρεση" κυκλοφορία του Αϊ - Βασίλη ή όχι;», συνοψίζει τις αγωνίες των παιδιών ο Αϊ - Βασίλης στο γράμμα του. Κι ο ίδιος αναρωτιέται αν υπάρχει κίνδυνος να τον σταματήσει η αστυνομία, αν οι τάρανδοι λογίζονται για κατοικίδια και άλλα παρόμοια.
Παρά τη δύσκολη κατάσταση διαβεβαιώνει τα παιδιά πως και φέτος θα βρεθεί τρόπος να βρεθεί κοντά τους, πως «έστω και με καραντίνα, ο δικός σας Αϊ - Βασίλης θα σας επισκεφτεί και πάλι». Εκτός από την υπόσχεση αυτή, τους δίνει και τη συμβουλή του: «Να έχετε εμπιστοσύνη σε αυτούς που έχετε γύρω σας, σε όσους είναι σαν κι εσάς. Ξέρω ότι και πάλι θα με βοηθήσουν να έρθω κοντά σας, όπως το έκαναν πάντα και θα εξακολουθήσουν να το κάνουν. Είναι άνθρωποι της δουλειάς - οικοδόμοι, ναυτεργάτες, τεχνίτες, εμποροϋπάλληλοι, υφαντουργοί, μετανάστες και πρόσφυγες, γιατροί, δάσκαλοι, συνταξιούχοι, νεολαία κι ένα σωρό άλλοι, γυναίκες και άντρες, που δεν το βάζουν κάτω. (...) Παλεύουν για έναν κόσμο όπου όλοι θα δουλεύουν και όλοι θα απολαμβάνουν τους καρπούς των κόπων τους, χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, χωρίς άδικους πολέμους και προσφυγιά. (...) Σ' έναν τέτοιο κόσμο ακόμα και οι αρρώστιες θα μπορούν να γιατρευτούν, χωρίς οι άνθρωποι ν' ανησυχούν πώς θα πληρώσουν. Θα είναι ένας κόσμος όμορφος για όλα τα παιδιά και θα έχει πάντα και μια ξεχωριστή θέση για τον Αϊ - Βασίλη τους».
«Να με περιμένετε, λοιπόν», καταλήγει ο Αϊ - Βασίλης και υπενθυμίζει σε μικρούς και μεγάλους πως «η πραγματική πόρτα για έναν επισκέπτη σαν εμένα δεν είναι η καμινάδα, αλλά η καρδιά». Και από κει «κανένας ιός, καμιά αστυνομία, καμιά επιχείρηση και καμιά κερδοφορία» δεν μπορεί να τον βγάλει.