Σελ. /24
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Σεπτέμβρη 2011 - αριθ. φύλλου: 11053

ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "Η αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία στα 1968"
Η αντεπανάσταση
στην
Τσεχοσλοβακία στα 1968

Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας, τον Αύγουστο του 1968, έγιναν, και συνεχίζουν και σήμερα να γίνονται, αντικείμενο της μαύρης αντισοσιαλιστικής προπαγάνδας και μέσο αξιοποίησης για την ενίσχυση του αντικομμουνισμού, που αποτελεί ένα από τα πιο επιθετικά ιδεολογικοπολιτικά όπλα της αστικής ιδεολογίας. Είναι γεγονός ότι η προπαγάνδα των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού έδωσε όλα τα χρόνια μετά το 1968 έως την ανατροπή του σοσιαλισμού στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και την ΕΣΣΔ λυσσασμένη μάχη, προκειμένου να περάσει στις συνειδήσεις των λαϊκών μαζών στον καπιταλιστικό κόσμο την άποψη ότι τα συγκεκριμένα γεγονότα του Αυγούστου συνιστούσαν επέμβαση στο εσωτερικό μιας χώρας και κατά του λαού της από την ΕΣΣΔ.

Η αστική ιστοριογραφία, που μετά την αντεπανάσταση, διά της μεθόδου της ωμής διαστρέβλωσης και παραχάραξης των ιστορικών γεγονότων, διαμορφώνει ουσιαστικά πολιτική και ιδεολογία στήριξης της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας, χρησιμοποιεί όλα εκείνα τα επιχειρήματα σχετικά με τα σοσιαλιστικά κράτη, ώστε να ενσταλάζουν τα ιμπεριαλιστικά προπαγανδιστικά επιτελεία το δηλητήριο της αντισοσιαλιστικής - αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, προκειμένου να παρουσιαστεί πειστική η κάλπικη αλήθεια τους. Και πάνω απ' όλα για την υπεράσπιση του καπιταλισμού, της εκμετάλλευσης, ως «δημοκρατίας», ωφέλιμης για τους λαούς και ας τους ρίχνουν καθημερινά στον Καιάδα της βαρβαρότητάς τους. Την ίδια στόχευση έχει η ταύτιση του «σοσιαλισμού - κομμουνισμού» με τον ολοκληρωτισμό, το φασισμό.

Οσο, δε, για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, όλες γίνονται, σύμφωνα μ' αυτήν την ιστοριογραφία, πάλι στο όνομα της «δημοκρατίας», της απαλλαγής δήθεν των λαών από δικτάτορες, πιθανόν μερικοί απ' αυτούς να έχουν εγκαθιδρυθεί από τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη, συγκαλύπτοντας ότι αυτές οι επεμβάσεις οργανώνονται για τα συμφέροντα των μονοπωλίων στη διεθνή αγορά. Γι' αυτό και πουθενά δεν κάνουν λόγο για τις ωμές επεμβάσεις στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών χωρών από τα ιμπεριαλιστικά κράτη, προκειμένου να υπονομεύσουν και να ανατρέψουν την εργατική εξουσία. Που όπως ήταν φυσικό, στην Τσεχοσλοβακία, υπεράσπισε τότε τον εαυτό της.

Αυτή η ίδια βεβαίως ιστοριογραφία εκθειάζει τη συμβολή των Αγγλων ιμπεριαλιστών και του στρατού τους που είχε αποβιβαστεί στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές, για να βοηθήσει τον αστικό πολιτικό κόσμο και τους παρακρατικούς στρατιωτικούς μηχανισμούς του να εδραιώσουν την εξουσία του κεφαλαίου, χτυπώντας το λαϊκό κίνημα το Δεκέμβρη του 1944. Και υμνεί τις ΗΠΑ, γιατί, αν δε βοηθούσαν αποφασιστικά την αστική τάξη στην πάλη της ενάντια στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας 1946-1949, κινδύνευε να χάσει την εξουσία.

Δε θα αντιπαραθέσουμε εδώ τις εκατοντάδες επεμβάσεις των ΗΠΑ και άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών, είτε με πόλεμο, είτε με την εγκαθίδρυση δικτατορικών καθεστώτων, είτε με άλλες μορφές, ανά τον κόσμο. Θα σταθούμε σ' αυτά καθεαυτά τα γεγονότα, τα οποία επίσης δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία.

Το «ποιος - ποιον» και η επαγρύπνηση

Η αντιπαράθεση σε διεθνές επίπεδο, ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, είχε από τη σκοπιά των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και στόχους συγκεκριμένους και διεξαγόταν με συγκεκριμένα μέσα. Ετσι, από το Φλεβάρη ακόμη του 1948, όταν η εργατική τάξη της Τσεχοσλοβακίας με τους συμμάχους της μετέτρεψαν την κρίση που δημιουργήθηκε σε πάλη για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, η Τσεχοσλοβακία έγινε αντικείμενο ενός εκτεταμένου πολιτικού και ιδεολογικού πολέμου από το διεθνή ιμπεριαλισμό, με στόχο την ανατροπή της εργατικής εξουσίας. Σ' αυτόν τον πόλεμο, σημαντικό ρόλο έπαιζαν και οι πρώην καπιταλιστές που έφυγαν μετά την επανάσταση από τη χώρα και ζούσαν σαν «πρόσφυγες» στην καπιταλιστική Δύση, οι οποίοι συνέχιζαν να διατηρούν σχέσεις με αντιδραστικές δυνάμεις μέσα στην Τσεχοσλοβακία. Ουσιαστικά, μέσα στη χώρα, διεξαγόταν στην πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού ταξική πάλη με την αμέριστη βοήθεια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Πάλη, η οποία το 1968 εκφράστηκε από οργανώσεις που είχαν συγκροτηθεί ενάντια στη σοσιαλιστική εξουσία. Και που όσο το Κομμουνιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας δρούσε πάνω στις αρχές του μαρξισμού - λενινισμού, δεν μπορούσαν να αποκτήσουν τη δυνατότητα ανοιχτής ανατρεπτικής δράσης ικανής να φέρει τη χώρα στα πρόθυρα ανατροπής του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Αλλά στην πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού, εμφανίστηκαν λάθη και αδυναμίες, ενώ αμβλύνθηκαν τόσο η ιδεολογικοπολιτική δουλειά στο κόμμα, όσο και οι δεσμοί του με το λαό. Στο κόμμα διείσδυσαν οπορτουνιστικές και αντισοσιαλιστικές δυνάμεις. Στην απόφαση της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας το Δεκέμβρη του 1970 με θέμα: «Μαθήματα από την Κοινωνική και Κομματική κρίση μετά το 13ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Τσεχοσλοβακίας», γίνεται η εκτίμηση: «Είχε υποτιμηθεί ο κίνδυνος να διεισδύσει στις γραμμές μας ο δεξιός οπορτουνισμός και ο αναθεωρητισμός. Η ιδεολογική δραστηριότητα χαρακτηριζόταν από αμυντικό πνεύμα και επιείκεια... Το κόμμα αφοπλίστηκε σιγά - σιγά στον ιδεολογικό τομέα... Γύρω από το διασπαστικό πυρήνα των δεξιών αναθεωρητικών δυνάμεων μέσα στο κόμμα σχηματίστηκε ένα αντιπολιτευτικό ρεύμα, που σιγά - σιγά εισέδυε όλο και σε μεγαλύτερο αριθμό οργανώσεων. Το ρεύμα αυτό έκανε δική του πολιτική πλατφόρμα και οργανωτική δομή... Οταν οι οπορτουνιστικές και αντισοσιαλιστικές δυνάμεις ανέλαβαν να κάνουν στην Τσεχοσλοβακία ανοιχτό πόλεμο ενάντια στις βασικές αρχές του κόμματος και του σοσιαλισμού και όταν το διαβρωτικό αυτό έργο δε συναντούσε πια αποφασιστική αντίσταση, ο ιμπεριαλισμός, που δρούσε από το εξωτερικό, πέρασε κι αυτός στην επίθεση. Εδώ βρίσκεται και το μυστικό της βιαιότητας της ταξικής πάλης...».

Ετσι εμφανίστηκαν ανοιχτά να δρουν ενάντια στο σοσιαλιστικό κράτος και το ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, με σκοπό την παλινόρθωση του καπιταλισμού, αντικομμουνιστικές οργανώσεις, όπως η Κ-231 και η Λέσχη των λεγόμενων ακομμάτιστων ΚΑΝ, που είχαν διασυνδέσεις με διάφορα ιμπεριαλιστικά επιτελεία. Και που έκαναν δυναμική εμφάνιση την Πρωτομαγιά του 1968 στην Πράγα, με αντισοσιαλιστικά - αντικομμουνιστικά συνθήματα και διακηρύξεις για εγκαθίδρυση αστικού πολιτικού συστήματος. Στην ουσία, η αντεπανάσταση έκανε ανοιχτά την εμφάνισή της. Αλλά τόσο η ηγεσία του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, όσο και η κυβέρνηση δεν αντιμετώπιζαν την αντεπαναστατική πάλη, αφού κυριαρχούσαν οι οπορτουνιστικές δυνάμεις. Στην ίδια κατεύθυνση άρχισαν να δρουν, τόσο το Σοσιαλιστικό Κόμμα Τσεχοσλοβακίας, που καθοδηγούνταν από τη Σοσιαλιστική Διεθνή, όσο και το Λαϊκό Κόμμα, ενώ ανάλογη δραστηριότητα ανέπτυσσε και η εκκλησιαστική οργάνωση «Εργο της Εκκλησιαστικής Αναγέννησης». Ολες αυτές οι οργανώσεις ενοποίησαν τη δράση τους, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές τους, σ' ένα σκοπό: Την ανατροπή της σοσιαλιστικής εξουσίας.

Στην ίδια απόφαση της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, γίνεται η εξής εκτίμηση: «Τον Αύγουστο του 1968, η αντεπανάσταση πήρε επικίνδυνη έκταση στην Τσεχοσλοβακία και η χώρα βρέθηκε στο χείλος του εμφυλίου πολέμου. Το ερώτημα "ποιος θα επιβληθεί" γινόταν πιεστικό. Θα επικρατούσε η αντεπανάσταση με τη βοήθεια της διεθνούς αντίδρασης και θα ολοκλήρωνε το ολέθριο έργο της ή οι σοσιαλιστικές δυνάμεις θα κατάφερναν να αποκρούσουν την αντεπανάσταση και να σώσουν την υπόθεση του σοσιαλισμού;».

Οι συνεπείς επαναστατικές δυνάμεις του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της ανατροπής, ζήτησαν τη διεθνιστική βοήθεια των σύμμαχων σοσιαλιστικών χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ετσι τσακίστηκε η αντεπανάσταση και η επιδίωξη του διεθνούς ιμπεριαλισμού να ανατραπεί το σοσιαλιστικό σύστημα στην Τσεχοσλοβακία.

Αυτά καθεαυτά τα γεγονότα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Η αντιπαράθεση σε διεθνές επίπεδο, ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, είχε από τη σκοπιά των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και στόχους συγκεκριμένους και διεξαγόταν με συγκεκριμένα μέσα. Ο ιμπεριαλισμός είχε επεξεργασμένη ευέλικτη στρατηγική για την ανατροπή του σοσιαλισμού, ενιαία στρατηγική ενάντια στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα δεν είχε ενιαία στρατηγική ενάντια στον καπιταλισμό, δεν πήρε υπόψιν του τις υποδείξεις των κλασικών του επιστημονικού κομμουνισμού για την αντεπανάσταση, θεώρησε λαθεμένη τη νομοτέλεια ότι η ταξική πάλη συνεχίζεται και μετά τη νίκη της επανάστασης μέχρι την οικοδόμηση της αταξικής κοινωνίας, υποτίμησε τη δύναμη του καπιταλισμού στη διεθνή ταξική πάλη και βεβαίως θεωρούσε ότι δεν μπορεί να υπάρξει ιστορικό πισωγύρισμα από έναν ανώτερο κοινωνικο-οικονομικό σχηματισμό σε έναν κατώτερο, αν και η ιστορία του καπιταλισμού έχει επίσης πολλά τέτοια πισωγυρίσματα.

Είναι γεγονός ότι η νίκη της επανάστασης δεν καταργεί αυτόματα τους κινδύνους ανατροπής της νέας εξουσίας από τους καπιταλιστές. Η πάλη στο εσωτερικό των χωρών που οικοδομούν τη νέα κοινωνία συνεχίζεται, με δεδομένο και το διεθνή ιμπεριαλιστικό περίγυρο, που επίσης δρα ενάντια στην επανάσταση και την εργατική εξουσία. Ετσι οι αντιδραστικές δυνάμεις που υπήρχαν μέσα στην Τσεχοσλοβακία, στην πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού, διεξήγαγαν ταξική πάλη με την αμέριστη βοήθεια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για την ανατροπή του. Στρατηγική του ιμπεριαλισμού ήταν η εσωτερική υπονόμευση. Ετσι στα πλαίσια του «ψυχρού πολέμου», ο τότε εμπειρογνώμονας προγραμματισμού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και αργότερα σύμβουλος του Προέδρου Κάρτερ, Μπρεζίνσκι, έγραφε σχετικά με τα ανατρεπτικά σχέδια: «Η πιο επιθυμητή μορφή αλλαγής θα άρχιζε με μια εσωτερική φιλελευθεροποίηση των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών... Η Ανατολική Ευρώπη με τους ιστορικούς δεσμούς της με τη Δύση και με τις προοδευτικότερες συνθήκες διαβίωσης πριν την κατάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές, θα πραγματοποιήσει την αλλαγή αναμφισβήτητα γρηγορότερα από τη Ρωσία. Αυτό ισχύει κύρια για την Τσεχοσλοβακία και λιγότερο για την Ουγγαρία και την Πολωνία»(Μπρεζίνσκι: «Εναλλακτική λύση της διαίρεσης», Κολωνία, Δυτ. Βερολίνο, 1966, σελ. 179).

Αλλά και ο Φραντς Γιόζεφ Στράους, στο προγραμματικό φυλλάδιο «Προσχέδιο για την Ευρώπη», όρισε ως καθήκον της πολιτικής της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας να προωθεί «μια εξέλιξη που βρίσκεται στα πρώτα στάδια» σε μερικές ανατολικοευρωπαϊκές χώρες και «να την οδηγήσει στο σημείο, από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή» (Φραντς Γιόζεφ Στράους: «Προσχέδιο για την Ευρώπη»).

Ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν για την αντεπανάσταση

Ολοι οι μεγάλοι επαναστάτες είχαν συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο της αντεπανάστασης. Στο κέντρο της διαμάχης ανάμεσα στις διάφορες τάσεις των αστών και των μικροαστών (π.χ. Ιακωβίνοι και Γιρονδίνοι), στη διάρκεια της Μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης μετά το 1789, βρισκόταν κύρια αυτό το πρόβλημα. Αλλά όταν το πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό - που δεν έθιγε την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, ούτε την εκμετάλλευση, ούτε το διαχωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, αλλά έφερνε μια άλλη τάξη εκμεταλλευτών στην εξουσία - προκάλεσε την πιο λυσσαλέα επίθεση της αντεπανάστασης, πόσο οξύτερα ήταν φυσικό να τεθεί το πρόβλημα της αντεπανάστασης, όταν με την εργατική τάξη έμπαινε στον παγκόσμιο ιστορικό στίβο εκείνη η δύναμη που είχε σαν στόχο την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και την εξάλειψη κάθε είδους εκμετάλλευσης και καταπίεσης ανθρώπου από άνθρωπο. Η ίδια η εργατική τάξη δεν είχε ακόμα σφυρηλατηθεί με κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες, το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε ακόμα δημιουργηθεί. Κι όμως υπήρχαν κιόλας τόσο πολλές εμπειρίες, ώστε ο Μαρξ και ο Ενγκελς αναγκάστηκαν να γράψουν στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» ότι «όλες οι δυνάμεις της γηραιάς Ευρώπης» ενώθηκαν για να κηρύξουν «έναν ιερό πόλεμο» κατά του κομμουνισμού. Η αντεπαναστατική λύσσα ενάντια στην εργατική τάξη άρχισε δηλαδή πολύ πριν ολοκληρωθεί η διαμόρφωσή της και μάλιστα προτού κατακτήσει κάπου την εξουσία.

Οι κλασικοί του επιστημονικού σοσιαλισμού αφιέρωσαν πολύ χρόνο και κόπο στη μελέτη της πείρας όλων των προηγούμενων επαναστάσεων με σκοπό να αντλήσουν διδάγματα για τους δικούς τους αγώνες ενάντια στην αντεπανάσταση. Πολλές από τις βασικές τους θέσεις για την επανάσταση και την αντεπανάσταση έχουν τέτοια γενική ισχύ για την ταξική πάλη, ώστε εδώ μπορεί πραγματικά να γίνει λόγος για νομοτέλειες. Καθοριστικό ρόλο στην επεξεργασία των διδαγμάτων της επανάστασης και της αντεπανάστασης έπαιξε η πρώτη προλεταριακή επανάσταση στον κόσμο, ο ηρωικός αγώνας των Κομμουνάρων του Παρισιού. Η Παρισινή Κομμούνα του 1871 έδειξε - πράγμα που επιβεβαίωσαν μεταγενέστερες επαναστάσεις - ότι η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της μπορούν να πάρουν την εξουσία γρήγορα, σχετικά αναίμακτα και με ελάχιστα θύματα, μόνο στην περίπτωση που η δράση τους είναι αποφασιστική και ενιαία και η αντίσταση της αστικής τάξης τσακίζεται με συνέπεια.

Απ' αυτήν ακριβώς την άποψη, τα λάθη, ιδιαίτερα της Παρισινής Κομμούνας, είναι διδακτικά. Χρειάστηκε να πληρωθούν ακριβά με τη δολοφονία 30.000 οπαδών της Κομμούνας από την αντεπανάσταση. «Δύο λάθη κατέστρεψαν... τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο έμεινε στα μισά του δρόμου. Αντί να προχωρήσει στην "απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών", βαυκαλίστηκε με το όνειρο ότι η ύψιστη δικαιοσύνη θα γινόταν πραγματικότητα στην ενωμένη με το πανεθνικό καθήκον χώρα. Δεν εθνικοποιήθηκαν τέτοια ιδρύματα όπως, για παράδειγμα, η τράπεζα, ενώ μεταξύ των σοσιαλιστών κυριαρχούσαν ακόμα οι προυντονιστικές θεωρίες της "δίκαιης ανταλλαγής" κ.λπ. Το δεύτερο λάθος ήταν η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: Επρεπε να είχε εξοντώσει τους εχθρούς του, αντί γι' αυτό, όμως, προσπαθούσε να τους επηρεάσει ηθικά. Υποτίμησε τη σημασία της καθαρά στρατιωτικής δράσης στον εμφύλιο πόλεμο και αντί να στέψει τη νίκη του στο Παρίσι με μια αποφασιστική επίθεση στις Βερσαλλίες, αμφιταλαντεύτηκε κι έδωσε έτσι καιρό στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών, να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του σκότους και να τις εξοπλίσει για τη ματωμένη βδομάδα του Μάη» (Β. Ι. Λένιν: «Για την Παρισινή Κομμούνα», έκδοση «Μαρξίστισε Μπλέτερ», Φραγκφούρτη 1971, σελ. 11).

Η Παρισινή Κομμούνα έδειξε ολοκάθαρα: Η αστική τάξη δεν ανέχθηκε ποτέ κοντά στη δική της εξουσία και μια εργατική εξουσία. Για την «...αστική τάξη ο αφοπλισμός των εργατών ήταν λοιπόν πρώτη επιταγή» (Β. Ι. Λένιν: Απαντα, γερμ. εκδ. τόμ. 28, σελ. 248). Αυτό είναι ένα δίδαγμα, που ισχύει ανάλογα και για την εργατική τάξη. Δεν μπορεί να επιτρέψει, να δημιουργηθεί μέσα στο σοσιαλισμό ένα δεύτερο και μάλιστα εξοπλισμένο κέντρο εξουσίας. Η αστική τάξη ποτέ δε συμβιβάζεται με τη μοίρα της, όταν έχει διωχτεί από την εξουσία. Ηταν και είναι πάντα έτοιμη, να χρησιμοποιήσει την αντεπανάσταση και την αιματηρή τρομοκρατία. Αν δεν τσακιστεί λοιπόν αποφασιστικά η αντίσταση της αστικής τάξης, τότε αυτή θα χρησιμοποιήσει την αντεπανάσταση, και μ' αυτήν ακριβώς την έννοια μια μισοτελειωμένη επανάσταση προκαλεί κατά κανόνα μια ολοκληρωμένη αντεπανάσταση. Γι' αυτό ο ασυμβίβαστος αγώνας της εργατικής τάξης ενάντια σε κάθε προσπάθεια αντεπαναστατικής δραστηριότητας, είναι προϋπόθεση κάθε επιτυχημένης σοσιαλιστικής επανάστασης.

Αυτό επιβεβαιώνει η συντριβή της Παρισινής Κομμούνας από τη διεθνή αντεπανάσταση, όπως και η νικηφόρα Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία και όλες οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις που ακολούθησαν. Η νικηφόρα εργατική τάξη πρέπει να οικοδομεί την πολιτική εξουσία της σε συμμαχία με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, τόσο για να περάσουν όλα τα βασικά μέσα παραγωγής σε κοινωνική ιδιοκτησία για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, όσο και να υπερασπίσει αποφασιστικά τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού ενάντια στην αστική τάξη. Αυτή, όσο ακόμα υπάρχει, θα προσπαθεί να επανακτήσει τη χαμένη εξουσία της, τα προνόμιά της. Αυτήν την αλήθεια υπογράμμιζαν πάντα ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν.

«Η ιστορική... αλήθεια συνίσταται στο ότι κανόνας κάθε βαθιάς επανάστασης είναι η μακρόχρονη, επίμονη, απεγνωσμένη αντίσταση των εκμεταλλευτών, που διατηρούν για πολλά χρόνια μεγάλα και ουσιαστικά πλεονεκτήματα απέναντι στους εκμεταλλευόμενους. Ποτέ - έξω από τη γλυκανάλατη φαντασία του γλυκανάλατου κουτεντέ Κάουτσκι - οι εκμεταλλευτές δε θα υποταχθούν στην απόφαση της πλειοψηφίας των εκμεταλλευομένων, χωρίς να δοκιμάσουν σε μια σειρά μάχες, σε μια τελευταία, απεγνωσμένη μάχη, τα πλεονεκτήματά τους... Και ύστερα από την πρώτη σοβαρή ήττα, οι εκμεταλλευτές που ανατράπηκαν, μα δεν περίμεναν την ανατροπή τους, δεν πίστευαν σε κάτι τέτοιο και δε δέχονται ούτε σκέψη γι' αυτό, ρίχνονταν στη μάχη με δεκαπλασιασμένη ενεργητικότητα, με έξαλλο πάθος, με εκατονταπλάσιο μίσος, για να πάρουν πίσω το χαμένο "παράδεισο"... Και... πίσω από τους εκμεταλλευτές - καπιταλιστές σέρνεται η μεγάλη μάζα της μικροαστικής τάξης, που, όπως δείχνουν δεκάδες χρόνια ιστορικής πείρας σε όλες τις χώρες, διστάζει και ταλαντεύεται, σήμερα πάει με το προλεταριάτο, αύριο τη φοβίζουν οι δυσκολίες της επανάστασης, πανικοβάλλεται από την πρώτη ήττα ή μισο-ήττα των εργατών, εκνευρίζεται, παραδέρνει, μυξοκλαίει, μεταπηδά από το ένα στρατόπεδο στο άλλο...» (Β. Ι. Λένιν: Απαντα, ελλ. εκδ., «Σύγχρονη Εποχή», τόμ. 37, σελ. 264-265).

Ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν επισήμαναν επανειλημμένα: Τόσο η νίκη πάνω στο κεφάλαιο όσο και η απόκρουση της αντεπανάστασης εξαρτώνται σε βαθμό αποφασιστικό από το επίπεδο της οργάνωσης, την ιδεολογική και πολιτική ωριμότητα της εργατικής τάξης, του κόμματός της, από την ικανότητά του να καθοδηγεί τις μάζες. Η νίκη και η επιτυχία στον αγώνα ενάντια στην αντεπανάσταση εξαρτώνται εξίσου αποφασιστικά από το αν οι επαναστάτες συνειδητοποιούν πάντα ότι «... οι επαναστάσεις γίνονται από την πλειοψηφία. Οι επαναστάσεις δε γίνονται από ένα κόμμα, αλλά από ολόκληρο το έθνος» (Καρλ Μαρξ: Συνέντευξη στην εφημερίδα «Τσικάγκο Τριμπιούν», 5.1.1879, σελ. 7, Αρχείο Κοινωνικής Ιστορίας, τόμ. 5, σελ. 374).

Απ' όλα αυτά προκύπτει ότι από την πάλη για την κατάκτηση των μαζών εξαρτάται τελικά η «τύχη» της επανάστασης ή της αντεπανάστασης. Κι αυτό είναι πάλι εκείνο που κάνει αδιάσπαστη την ενότητα σοσιαλισμού και δημοκρατίας. Αυτή η ενότητα είναι τόσο αναγκαία επειδή οι αντίπαλοι κάνουν τα πάντα ενάντια στον οικοδομούμενο σοσιαλισμό κάτω από το σύνθημα «δημοκρατία». Τα λάθη που γίνονται σ' αυτόν τον τομέα εκδικούνται σκληρά, όπως αποδείχνουν οι εξελίξεις στην Πολωνία. Απ' αυτήν την άποψη τα λάθη προετοιμάζουν αντικειμενικά το έδαφος στην αντεπανάσταση. Η αντεπανάσταση αρχίζει αναντίρρητα με το γενικό σύνθημα: «πολιτική ελευθερία», «λαϊκά συμφέροντα». Ο Ενγκελς έγραφε σχετικά το 1884 στον Μπέμπελ: «Σε κάθε περίπτωση ο μοναδικός μας αντίπαλος τη μέρα της κρίσης και την επόμενη, είναι η συνολική αντίδραση που συσπειρώνεται γύρω από την καθαρή δημοκρατία» (Μαρξ - Ενγκελς: Εργα, γερμ. Εκδ., τόμ. 36, σελ. 253).

Αυτό το πρόβλημα είναι συνδεδεμένο με τη λύση πολλών δύσκολων προβλημάτων. Γιατί η οικοδόμηση του σοσιαλισμού απαιτεί αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, «γιατί η νέα οργάνωση της παραγωγής είναι μια δύσκολη υπόθεση ακόμα και γιατί οι ριζικές αλλαγές σ' όλα τα επίπεδα της ζωής χρειάζονται χρόνο και τελικά γιατί η πανίσχυρη δύναμη της συνήθειας στη μικροαστική και αστική οικονομία μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με μακρόχρονο επίμονο αγώνα... Σ' ολόκληρο αυτό το διάστημα θα προβάλλουν αντίσταση τόσο οι καπιταλιστές και ταυτόχρονα οι πολυάριθμοι υπηρέτες τους από την αστική διανόηση που είναι συνειδητά αντίθετοι, όσο και η τεράστια μάζα των εργαζομένων που είναι βραχυκυκλωμένοι σε μικροαστικές συνήθειες και παραδόσεις, συμπεριλαμβανομένων και των αγροτών, και που γενικά αντιτίθενται όχι συνειδητά. Οι αμφιταλαντεύσεις είναι αναπόφευκτες σ' αυτά τα στρώματα» (Β. Ι. Λένιν: Απαντα, γερμ. εκδ., τόμ. 29, σελ. 377, κ.ε.).

Ο Λένιν λέει παρακάτω ότι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού «είναι το έργο μιας μακρόχρονης, δύσκολης, σκληρής, ταξικής πάλης, που δε σταματά μετά την πτώση της εξουσίας του κεφαλαίου, μετά την καταστροφή του αστικού κράτους και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου (όπως το φαντάζονται μερικοί χοντροκέφαλοι από τον παλιό σοσιαλισμό και την παλιά σοσιαλδημοκρατία), αλλά αλλάζει μορφές και μάλιστα από πολλές απόψεις γίνεται σκληρότερη. Στον ταξικό αγώνα ενάντια στην αντίσταση της αστικής τάξης, ενάντια στην αδράνεια, τον κομφορμισμό, την αναποφασιστικότητα και τις αμφιταλαντεύσεις των μικροαστών, το προλεταριάτο πρέπει να υπερασπίζει την εξουσία του, να εντείνει την οργανωτική του επιρροή, να πετυχαίνει την "ουδετερότητα" εκείνων των στρωμάτων, που φοβούνται να εγκαταλείψουν την αστική τάξη και ακολουθούν το προλεταριάτο πολύ διστακτικά» (Β. Ι. Λένιν, Απαντα, γερμ. Εκδ., τόμ. 29, σελ. 378).

«Εδώ όμως προσπαθεί να στηριχτεί η αντεπανάσταση. Για να πετύχει τους στόχους της, εκμεταλλεύεται τη μια ή την άλλη κρίση στην εργατική εξουσία, τα πολιτικά λάθη που γίνονται και που αφήνουν να δημιουργηθεί μια ρωγμή, από την οποία θα μπορούσε να περάσει η δυσαρέσκεια των μαζών. Αυτό σημαίνει ότι για μια πραγματική αντεπανάσταση δεν αρκεί μόνο η επιθυμία της αστικής τάξης, αλλά και να κάνουν λάθη οι επαναστάτες. Και όχι μόνο αυτό: Για να πετύχει η αντεπανάσταση το σκοπό της, συμμαχεί στην ανάγκη, χωρίς να διστάσει ούτε μια στιγμή, με τον εχθρό ολόκληρου του έθνους» (Β. Ι. Λένιν: Εργα, γερμ. Εκδ., τόμ. 15, σελ. 28).

Αυτό αποδείχτηκε με κλασικό τρόπο στη συμπεριφορά της γαλλικής αστικής τάξης το 1871, όταν για να μπορέσει να χτυπήσει την Παρισινή Κομμούνα συνθηκολόγησε με την Πρωσική Γερμανία του Μπίσμπαρκ, του οποίου οι στρατιές πολιορκούσαν την πρωτεύουσα. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει, όταν οι σημερινοί ηγέτες της ΟΔ Γερμανίας, χωρίς να παίρνουν υπόψη τα ζωτικά συμφέροντα του λαού μας, ξεπουλιούνται ψυχή και σώματι στην αμερικανική αστική τάξη, με μοναδικό σκοπό να μπορέσουν να εξαλείψουν το σοσιαλισμό, αν μπορέσουν, από το πρόσωπο της γης, και είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν ανενδοίαστα τη ζωή του λαού μας στα παρανοϊκά αμερικανικά σχέδια για έναν ατομικό επιθετικό πόλεμο ενάντια στη Σοβιετική Ενωση.

Αν η Παρισινή Κομμούνα ήταν ένα ηρωικό παράδειγμα, που άφησε βαθιά ίχνη στη σκέψη και τη δράση της διεθνούς εργατικής τάξης κι έδωσε επανειλημμένα στους κλασικούς του μαρξισμού αφορμή για αναλύσεις, αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη Μεγάλη Σοσιαλιστική Οχτωβριανή Επανάσταση. Εδώ έσπασε για πρώτη φορά η αλυσίδα του καπιταλισμού στο ένα έκτο της Γης. Και αν η Παρισινή Κομμούνα στάθηκε αιτία για τη σύμπραξη της αστικής τάξης των «εθνικών εχθρών» Γαλλίας και Γερμανίας κατά της εργατικής τάξης του Παρισιού, ενώ από την άλλη μεριά οι επαναστατικές δυνάμεις ολόκληρου του κόσμου συμπαραστέκονταν στην Παρισινή Κομμούνα, η Οχτωβριανή Επανάσταση οδήγησε σε μια διεθνή συμμαχία ιμπεριαλιστικών δυνάμεων κατά της νεαρής σοβιετικής εξουσίας, που έγινε ιδιαίτερα εμφανής στον επεμβατικό πόλεμο 14 ιμπεριαλιστικών κρατών, που άρχισε το καλοκαίρι του 1918.

Και η αστική τάξη δεν κουράστηκε από τότε, να οργανώνει συνεχώς νέα στρατιωτικά σύμφωνα, νέες συμμαχίες, νέες μηχανορραφίες κατά του νικηφόρου σοσιαλισμού μέχρι και τη μεγάλη γενοκτονία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τη συμμαχία του ΝΑΤΟ σήμερα, και τους πολέμους κατά των σοσιαλιστικών κρατών, όπως π.χ. κατά του Βιετνάμ, του Λάος και της Καμπότζης, για ν' αναφέρουμε μόνο αυτά τα παραδείγματα. Προσπάθησε επανειλημμένα, να οργανώσει κι άλλες μορφές αντεπανάστασης, όπως η απόπειρα να ανατρέψει το σοσιαλισμό στη ΓΛΔ τον Ιούνη του 1953, να κάνει το ίδιο πράγμα το φθινόπωρο του 1956 στην Ουγγαρία και μετά πάλι το 1968 στην Τσεχοσλοβακία.

(Το κείμενο από το βιβλίο «Η ιμπεριαλιστική αντεπανάσταση» που εκδόθηκε από το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το 1981, στο Ντίσελντορφ και κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» το 1982).

Ο σοσιαλισμός είναι αναγκαίος και επίκαιρος όσο ποτέ

Σήμερα, μετά απ' αυτά τα γεγονότα και το τσάκισμα της αντεπανάστασης, που κατάφερε αργότερα, στα 1989-1991, προσωρινά βεβαίως, να νικήσει, αφού στις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων, τα οποία βρίσκονταν στην εξουσία των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ευρώπης, επικράτησαν αντισοσιαλιστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, όλα τα κέντρα παραγωγής και αναπαραγωγής της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας συνεχίζουν να ρίχνουν λάσπη και δηλητήριο στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και που, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες του, είχε τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην εξέλιξη της ανθρωπότητας σε όφελος των λαών του κόσμου. Γιατί, καταργώντας την εκμετάλλευση, άνοιξε το δρόμο της λύσης των προβλημάτων της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων στις χώρες που οικοδομούνταν, συνέβαλε στη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης, ενώ ασκούσε σημαντική επίδραση στην ταξική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της στις καπιταλιστικές χώρες. Οπου επίσης καταχτήθηκαν με τους ταξικούς αγώνες μια σειρά δικαιώματα που παραχώρησε το κεφάλαιο και που βελτίωναν τη θέση τους. Αποτελούσε, δε, οδηγό στην πάλη αυτών των λαών και στη χάραξη της προοπτικής να οικοδομήσουν τη δική τους κοινωνία. Αυτό γίνεται σήμερα ακόμη πιο φανερό, αφού το κεφάλαιο διεξάγει καθολική επίθεση ενάντια στους λαούς, στα δικαιώματά τους, αλλά και με την υποδούλωσή τους ακόμη και με πολέμους. Σήμερα ο σοσιαλισμός είναι αναγκαίος και επίκαιρος όσο ποτέ.

Η όξυνση της βασικής αντίθεσης του καπιταλισμού ανάμεσα στην κοινωνικοποίηση της παραγωγής και στην καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, είναι που κάνει να ξεπροβάλλει η αντικειμενική αναγκαιότητα να γίνει και η ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της παραγωγής κοινωνική. Γεγονός που απαιτεί να κοινωνικοποιηθούν τα μέσα παραγωγής, δηλαδή να αντικατασταθεί η καπιταλιστική ιδιοκτησία από την κοινωνική. Και αυτό μόνο η εξουσία της εργατικής τάξης μπορεί να το κάνει. Από τη στιγμή που ο υποκειμενικός παράγοντας, δηλαδή η εργατική τάξη με την επαναστατική πολιτική της πρωτοπορία, το Κομμουνιστικό Κόμμα, διεξάγει πάλη σε τέτοια κατεύθυνση με επαναστατική στρατηγική, ο ταξικός αντίπαλος, το κεφάλαιο και τα κόμματά του, οι οπορτουνιστές, χρησιμοποιούν ιστορικά γεγονότα σαν την αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία. Από τη σκοπιά των δικών τους ταξικών σκοπών, δηλαδή της διατήρησης του συστήματός τους της εξουσίας τους.

Αυτό γίνεται σήμερα ακόμη πιο φανερό, αφού το κεφάλαιο διεξάγει καθολική επίθεση ενάντια στους λαούς, στα δικαιώματά τους, αλλά και με την υποδούλωσή τους ακόμη και με πολέμους. Η κρίση του καπιταλισμού, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, τα δεινά που φέρνουν στα λαϊκά στρώματα, μεγαλώνουν τις κοινωνικές ανισότητες, οξύνουν τις ταξικές αντιθέσεις, δημιουργούν και τις προϋποθέσεις για τη γενικευμένη όξυνση της κρίσης, που μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση αντικειμενικών συνθηκών για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.

Αυτήν την προοπτική θέλουν να αποτρέψουν από τη συνείδηση της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών δυνάμεων οι δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου, σ' αυτήν την κατεύθυνση χρησιμοποιούν και γεγονότα σαν αυτά της αντεπανάστασης στην Τσεχοσλοβακία το 1968. Αντεπανάσταση, που καθοδήγησε ο διεθνής ιμπεριαλισμός.

Αυτήν ακριβώς τη δράση για τα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας, παρουσιάζει σήμερα, με άγνωστα στο πλατύ κοινό ντοκουμέντα, ο «Ριζοσπάστης», από ένα άρθρο του περιοδικού «Λιτερατούρναγια Γκαζέτα», της Μόσχας, αρ. 39, 25 Σεπτέμβρη 1968. Το άρθρο έχει τίτλο:«Ποιος βρισκόταν πίσω από τις πλάτες της αντεπανάστασης».




Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ