ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Μάρτη 2001
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το πολιτικό τραγούδι αλλάζει μορφή

Συζήτηση με τον συνθέτη Θάνο Μικρούτσικο, με αφορμή τις συναυλίες του σε Λάρισα και Θεσσαλονίκη

Εχει πει και έχει αποδείξει πως ζει έντονα το παρόν. Ισως γι' αυτό δυσκολεύεται να ταξιδεύει στο παρελθόν, παρόλο το πάθος του για ταξίδια. Η συμπλήρωση όμως τριάντα χρόνων στη δισκογραφία του Θάνου Μικρούτσικου δεν μπορεί παρά να είναι μια καλή αφορμή για να «ταξιδέψουμε» στις μελωδικές «θάλασσες» του πολυγραφότατου συνθέτη. Ο ίδιος, «θεωρώντας ότι κλείνει ένας κύκλος», πιστεύει πως μπορεί να κάνει «έναν απολογισμό για το τι έκανα ως δημιουργός στο χώρο του τραγουδιού όλα αυτά τα χρόνια». Σε δυο συναυλίες του, στη Λάρισα και στη Θεσσαλονίκη, που διοργανώνονται από την «Πολιτιστική Παρέμβαση», ο Θ. Μικρούτσικος, πλαισιωμένος από «τέσσερις τραγουδιστές και φίλους, με κοινά χαρακτηριστικά», τους Δήμητρα Γαλάνη, Χρήστο Θηβαίο, Δημήτρη Μητροπάνο και Βασίλη Παπακωνσταντίνου, θα παρουσιάσει ένα πανόραμα του τραγουδιστικού έργου του. Η πρώτη συναυλία θα δοθεί αύριο, στις 8.30 το βράδυ, στο Κλειστό Γυμναστήριο της Λάρισας και η δεύτερη τη Δευτέρα 12 του Μάρτη, στις 8.30 μ.μ., στο Παλαί Ντε Σπορ της Θεσσαλονίκης.

Τίτλος τους, «Εφτά σε παίρνει αριστερά... Μην το ζορίζεις», δανεισμένος από τον πρώτο στίχο του ποιήματος «Εφτά νάνοι» του Νίκου Καββαδία, έξοχα μελοποιημένο από τον συνθέτη και άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτόν. Ισως επειδή είναι χαρακτηριστικό αυτού που κατάφερε να κατακτήσει στην πολύχρονη διαδρομή του: Ενα δύσκολο ως γραφή και εκτέλεση κομμάτι να λειτουργεί άμεσα, «εύκολα» στο κοινό, συνεπαίρνοντάς το.

Στις δυο συναυλίες θ' ακουστούν πολλά τραγούδια του σε ποίηση Νίκου Καββαδία από τις «Γραμμές των Οριζόντων» και το «Σταυρό του Νότου», κομμάτια από τα «Πολιτικά Τραγούδια» σε ποίηση Ναζίμ Χικμέτ και Βολφ Μπίρμαν, από τη «Φουέντε Οβεχούνα». Ακόμη από κύκλους τραγουδιών όπως τα «Τροπάρια για φονιάδες» σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, η «Μουσική Πράξη στον Μπρεχτ», το «Εμπάργκο» σε στίχους Αλκη Αλκαίου, «Ολα από χέρι καμένα» και «Συγνώμη για την άμυνα» σε στίχους Κώστα Τριπολίτη, μέχρι τους πιο πρόσφατους δίσκους του «Στου αιώνα την παράγκα» και «Θάλασσα στη σκάλα».

Σε δύσκολη καμπή το ελληνικό τραγούδι

Αν και η ενασχόληση του Θ. Μικρούτσικου με τη μουσική αριθμεί πενήντα χρόνια - ξεκίνησε να μαθαίνει μουσική τεσσάρων ετών - η είσοδός του στη δισκογραφία έγινε το 1970, με μελοποίηση Κώστα Καρυωτάκη κι ένα δισκάκι 45 στροφών. Ο πρώτος μεγάλος δίσκος, βέβαια, ήρθε με τη μεταπολίτευση, το 1974, και ήταν τα «Πολιτικά Τραγούδια», σε ποίηση Χικμέτ και Μπίρμαν. «Από την ώρα που ξεκίνησα τη δισκογραφία», λέει ο Θ. Μικρούτσικος, «μέχρι σήμερα όλα ήταν εύκολα σαν ποταμάκι, μα και πάρα πολύ δύσκολα, γιατί ακόμη και σήμερα λειτουργώ επί 24ώρου βάσεως. Δεν κάθομαι στις δάφνες μου, παριστάνοντας το σοφό μετά από όσα έχω κάνει στο τραγούδι και στην κλασική μουσική. Απεναντίας, θέλω να είμαι στην πρώτη γραμμή, μαζί με τη νεότερη γενιά. Οχι γιατί είμαι "τσιγκούνης" και δε θέλω ν' αφήσω χώρο στους νέους, αλλά γιατί δε σκοπεύω να παραιτηθώ. Μου αρέσει αυτή η δουλιά, είναι η ζωή μου».

«Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε μια δύσκολη καμπή του τραγουδιού», αναφέρει ο Θ. Μικρούτσικος, σημειώνοντας πως «ένας κύκλος, αυτός της μεταπολίτευσης, έκλεισε οριστικά. Εχει εμπεδωθεί ένα νιου λάιφ στάιλ, μαζί με το κυνήγι του χρήματος και τα καινούρια είδωλα, που προσπαθούν να επιβάλουν στη νεότερη γενιά. Δε φανταζόταν κανείς πριν δέκα χρόνια ότι σήμερα 25-30% του πληθυσμού θα ήταν άνεργοι και κάτω από το όριο της φτώχειας. Εχουμε μια νέα κοινωνική πραγματικότητα και δυστυχώς τα τελευταία πέντε χρόνια στην Ελλάδα οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, με μια ταχύτητα άνευ προηγουμένου. Στο Χρηματιστήριο έγινε η μεγαλύτερη μετατόπιση κεφαλαίου, από την εποχή της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους, στα χέρια λίγων. Είναι μια αμοραλιστική αντίληψη, μια εμπέδωση σε μεγάλα στρώματα του ελληνικού λαού της αντίληψης "κάτσε να τη βγάλω εγώ και δε με ενδιαφέρει ο διπλανός μου"».

«Νιου λάιφ στάιλ» κατεύθυνση

«Η τέχνη, το τραγούδι ειδικότερα», λέει ο συνθέτης, «μπορεί να μην είναι ευθέως ανάλογα με αυτή τη νέα πραγματικότητα, αναμφίβολα όμως έχουν σχέση. Ακόμη και το περίφημο στη γλώσσα της δισκογραφίας "τάργκετ γκρουπ", δηλαδή ποιοι αγοράζουν δίσκους, δεν είναι ίδιο με αυτό πριν από 20 χρόνια. Σήμερα, αποτελείται από το 40% των πάνω στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Οι νεόπτωχοι και οι άνεργοι, που είναι 25-30%, δεν έχουν τη δυνατότητα αγοράς, οι δε ενδιάμεσοι, που αποτελούν σοβαρό ποσοστό, έχουν τον Νιγηριανό της γειτονιάς γλιτώνοντας έτσι χρήματα.

Τα πάνω στρώματα είναι λοιπόν αυτά που αγοράζουν δίσκους, μόνο που αυτά λειτουργούν διαφορετικά ως προς το τραγούδι. Γι' αυτά δεν ισχύουν τα πράγματα έτσι όπως εμείς τα ξέραμε, αλλά κάποια άλλα, άλλη "νιου λάιφ στάιλ" κατεύθυνση, με άλλα ονόματα. Οταν ξεκίνησα, το τάργκετ γκρουπ της δισκογραφίας ήταν το 80% του ελληνικού λαού, μείον πάλι τους ανέργους της εποχής και ίσως και τους μεγαλοαστούς που σνομπάρανε το ελληνικό τραγούδι. Τώρα είναι το 40% των πάνω στρωμάτων και αυτό εμείς πρέπει να το δούμε. Το ότι κλείνει ο κύκλος, δε σημαίνει πως πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο στη διάρκεια της μεταπολίτευσης δεν μπορούν να παίξουν τώρα. Πρέπει όμως να κατανοήσουν το διαφορετικό ρόλο τους στα πράγματα από τώρα και στο εξής».

Πολιτικό, με καινούρια χαρακτηριστικά

Ανδρωμένος δημιουργικά στα χρόνια της μεταπολίτευσης, ο Θ. Μικρούτσικος αναφέρεται στο τότε και το τώρα. Στα «οράματα που υπήρχαν στη δεκαετία του '70», παρά τα «ναι μεν αλλά» που εκφράζονταν από ορισμένους «και σε σχέση με τον υπαρκτό σοσιαλισμό». «Θυμάμαι», λέει ο Θ. Μικρούτσικος, «την επίσκεψή μου, το '81, στην Ανατολική Γερμανία, στο Βερολίνο. Είδα μια μουντάδα ή κάποια πρόσωπα που ζητούσαν ν' αναπνεύσουν πιο ελεύθερα, όμως είδα και μια εκπληκτική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, μια εξαιρετική παιδεία - έφτυσα αίμα για να βρω θέση στο "Μπερλίνερ Ανσάμπλ" - και βέβαια η ανεργία ήταν 0%. Μάλιστα, συνταξιούχοι δούλευαν διπλοβάρδιες γιατί είχαν ανάγκη από εργατικά χέρια. Βεβαίως, η ελευθερία είναι πάρα πολύ σημαντικό πράγμα και θεωρώ σε πολλές περιπτώσεις μεγάλη ανοησία των τότε κρατούντων που δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν και ν' αφήσουν τα πράγματα, ενδεχομένως κάποιοι φοβούμενοι, διότι από την άλλη το αντίβαρο ήταν τρομερά μεγάλο. Ομως, ποια κυβέρνηση δε θα έβγαινε με 90% αν είχε κατορθώσει να μηδενίσει την ανεργία και να κάνει μια εκπληκτική παιδεία και υγεία; Επομένως, τα οράματα υπήρχαν, έβλεπες μια κατεύθυνση και στη δημιουργία. Στη δεκαετία του '80, που άρχισε όλη αυτή η ανατροπή των πραγμάτων και στο διεθνές χώρο, για να καταλήξει στην πλήρη αποσάθρωση το '89-'90, το τραγούδι άρχισε να παίρνει τη μορφή του εσώψυχου. Εμφανίζεται και αναπτύσσεται η πιο καινούρια γενιά των τραγουδοποιών, όπου αρχίζει να μιλάει ο καθένας με τον εαυτό του. Και σε αυτό το χώρο δόθηκαν σπουδαία τραγούδια, παρόλο που πιστεύω πως το σπουδαίο τραγούδι της δεκαετίας του '80 το έγραψε η δική μου γενιά. Είναι το "Δε λες κουβέντα, κρατάς κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα" των Τριπολίτη-Μούτση. Στη δεκαετία του '90 αρχίζει να εμφανίζεται πάλι με έντονα χαρακτηριστικά - λόγω αυτής της κατάστασης που εμπεδώνεται - ένα τραγούδι με κοινωνικά χαρακτηριστικά και επομένως με πολιτικά στοιχεία. Το '74 έγραφα "Ετσι κι αλλιώς η Γη θα γίνει κόκκινη" ή "Τους έχω βαρεθεί". Πρόσφατα έγραψα για "Της εποχής μας τους καταδότες". Το πολιτικό τραγούδι, απλώς, αλλάζει μορφή. Στη δεκαετία μας πάρα πολλοί νεότεροι συνάδελφοί μου γράφουν τραγούδια που ξεφεύγουν από τον εσωτερικό διάλογο με τον εαυτό τους και αρχίζουν και αναφέρονται στον περίγυρο. Με τη διαφορά ότι στη δεκαετία του '70 ήταν πιο ανοιχτός ο ουρανός, ενώ τώρα ο ουρανός φαίνεται πάντα φθινοπωρινός».

Πολιτικό τραγούδι για τον συνθέτη είναι αυτό που όχι μόνο μιλάει για τα προβλήματα αλλά και καταδεικνύει και τις αιτίες που τα γεννάνε. Επιπλέον αυτό, που έλεγε ο Μπρεχτ, να «προσπαθεί να δημιουργήσει θεατές πιο ενεργητικούς, οι οποίοι να μπορούν να κρίνουν, έτσι ώστε αυτοί οι θεατές να μπορούν ν' αλλάξουν τον κόσμο. Αρα, το πολιτικό τραγούδι δεν περιγράφει αλλά πάει στην ουσία και στις αιτίες των γεγονότων, ενώ ταυτόχρονα έχει αυτή τη σχέση με το κοινό. Ομως, προς Θεού, δεν πρέπει να περιμένουμε πολιτικό τραγούδι όπως αυτό που προσδιοριζόταν σαν φόρμα στις δεκαετίες '60, '70, '80. Θα έχει καινούρια χαρακτηριστικά, που μπορεί και σε κάποιους να μην πηγαίνουν».


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ