ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Μάη 1998
Σελ. /50
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ
Συνεχίζει να λειτουργεί η "Σχολή των Δολοφόνων"

Η "Σχολή της Αμερικής" ή, αλλιώς, η "Σχολή των Δολοφόνων" είναι μια στρατιωτική σχολή των Ηνωμένων Πολιτειών που βρίσκεται στο Φορτ Μπένινγκ, στην πολιτεία Τζόρτζια των ΗΠΑ και σκοπό έχει την εκπαίδευση Λατινοαμερικανών στρατιωτών για μάχες και αντεπαναστατικές ενέργειες, βασανιστήρια και εκφοβισμούς, εξαγορά συνειδήσεων, εξαφανίσεις.

Οι απόφοιτοι της "Σχολής των Δολοφόνων" ευθύνονται για μερικές από τις χειρότερες καταπατήσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων στη Λατινική Αμερική. Τουλάχιστον 10 από τους μαθητές της σχολής έφτασαν να γίνουν πρόεδροι στις χώρες τους - δηλαδή δικτάτορες, αφού κανείς δε χρειάστηκε να τους ψηφίσει - και τουλάχιστον 170 ανέλαβαν είτε την ηγεσία είτε υψηλά αξιώματα στο στρατό της χώρας τους, φυσικά στις πιο μαύρες περιόδους της Λατινικής Αμερικής.

Δολοφόνοι, δικτάτορες, βασανιστές...

Αξίζει να σημειωθεί πως ανάμεσα στους αποφοίτους της συμπεριλαμβάνονται μερικοί από τους πιο "πασίγνωστους" δικτάτορες της Λατινικής Αμερικής όπως ο Λεοπόλντο Γκαλτιέρι και Ρομπέρτο Βιόλα της Αργεντινής, ο Γκιγέρμο Ροδρίγες του Εκουαδόρ και ο Ρομπέρτο Ντ' Αουμπουισόν από το Σαλβαδόρ, ιδρυτής των "Ταγμάτων Θανάτου" του Σαλβαδόρ που ανάμεσα στα άλλα, μαζί με άλλους 19 στρατιώτες του, ευθύνεται και για τη δολοφονία του πρύτανη και ιερωμένου του Πανεπιστημίου Ιγνάσιο Εγιακουρία...

Στην εν λόγω σχολή εκπαιδεύτηκε ακόμα ο αρχηγός της Αστυνομίας της Αϊτής, ο Μισέλ Φρανσουά, και μαζί του 100 από τους 246 Κολομβιανούς αξιωματικούς που κατηγορήθηκαν ως βασανιστές σύμφωνα με μία έκθεση του 1992. Αλλα παραδείγματα είναι οι Βολιβιανοί Ούγκο Μπάνσερ και Γκίδο Βιλδόσο Καλντερόν. Ο πρώτος υπήρξε αρχηγός ενός πολύ αιματηρού πραξικοπήματος, που ανέτρεψε τον στρατηγό Χουάν Χοσέ Τόρες και το δεύτερο τον επέλεξαν οι στρατιωτικοί για να διαδεχτεί έναν άλλο στρατηγό και να διευθύνει τη μετάβαση σε μία πολιτική κυβέρνηση.

Στην Ονδούρα, ο στρατηγός Ουμπέρτο Ραγκαλάντο Χερνάντες εκπαιδεύτηκε στη"Σχολή των Δολοφόνων", την ίδια στιγμή που είχε συνδεθεί με κολομβιανά καρτέλ ναρκωτικών, ενώ και οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι στις Ομάδες Θανάτου της Ονδούρας εκπαιδεύτηκαν στη συγκεκριμένη σχολή.

Στο Περού, οι περισσότεροι αξιωματικοί που καταδικάστηκαν για το θάνατο 9 φοιτητών και ενός καθηγητή, το Φλεβάρη του 1994, ήταν απόφοιτοι της σχολής.

Στην Κολομβία, μια επιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατηγόρησε το 1992, 246 αξιωματικούς για εγκλήματα ενάντια στο λαό της Κολομβίας - από τους οποίους οι 105 είχαν εκπαιδευτεί στη "Σχολή των Δολοφόνων".

Στη Γουατεμάλα, μια χώρα με 10 εκατομμύρια κατοίκους, ο πληθυσμός των 6 εκατομμυρίων Μαγιάν έχει πολύ υποφέρει. Κατά τη διάρκεια του περισσότερο από 30 χρόνια εμφυλίου πολέμου, δεκάδες χιλιάδες έχουν σφαχτεί, φέρνοντας το σύνολο σε περίπου 200.000 δολοφονημένους. Οι περισσότεροι στρατηγοί που είχαν ανάμειξη σε αμέτρητες χούντες και ενέργειες τρομοκράτησης και δολοφονίας, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, είχαν εκπαιδευτεί στη σχολή. Τη δεκαετία του '70 και στις αρχές του '80, στη Γουατεμάλα, χιλιάδες άνθρωποι που αντιτίθονταν στην κυβερνητική πολιτική είχαν δολοφονηθεί. Ο στρατηγός Μανουέλ Αντόνιο Καγιέχας, τότε αρχηγός της μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών του στρατού, κατηγορήθηκε από τον ΟΗΕ σαν ο υπεύθυνος αυτών των δολοφονιών - αποφοίτησε από τη σχολή. Παράλληλα, ένας από τους πιο μοχθηρούς τυράννους στην πρόσφατη ιστορία της Γουατεμάλας, ο Χοσέ Εφρέν Ρίος Μοντ, στρατηγός, δικτάτορας και πρώην "Πρόεδρος" (1982-83) ήταν περήφανος για την πολιτική φιλοσοφία του, που έλεγε "φασόλια για τους υπάκοους, σφαίρες για τους υπόλοιπους".Και αυτός ήταν απόφοιτος της σχολής.

Χιλιάδες στρατιώτες έχουν εκπαιδευτεί

Αρχικά, η "Σχολή της Αμερικής" εγκαταστάθηκε στον Παναμά το 1946, χρονολογία ίδρυσής της από τις ΗΠΑ, ωστόσο το 1984 άλλαξε τοποθεσία, μετά την υπογραφή της συμφωνίας Τορίχος - Κάρτερ για την επιστροφή της Διώρυγας και μεταφέρθηκε στην Τζόρτζια των ΗΠΑ. Ο τότε Πρόεδρος του Παναμά, Χόρχε Ιγιούκα αποκάλεσε τη σχολή "τη μεγαλύτερη βάση για την αποσταθεροποίηση της Λατινικής Αμερικής", ενώ μια γνωστή εφημερίδα του Παναμά την ανέφερε ως "Σχολή των Δολοφόνων".

Κατά καιρούς, η συγκεκριμένη σχολή έχει αναφερθεί ως "Σχολή των Δικτατόρων", "Νηπιαγωγείο των Ομάδων Θανάτων" και πολλά άλλα.

Σήμερα, στη "Σχολή των Δολοφόνων" προσέρχεται η "αφρόκρεμα" των στρατιωτών της Λατινικής Αμερικής. Υπολογίζεται πως κάθε χρόνο, η σχολή εκπαιδεύει 700 - 2.000 στρατιώτες, ενώ από το 1946 που λειτουργεί, υπολογίζεται πως έχει εκπαιδευτεί τουλάχιστον 60.000 στρατιωτικό προσωπικό.

Το πρόγραμμα σπουδών...

Στο "πρόγραμμα σπουδών" της σχολής περιλαμβάνονται μαθήματα που αφορούν τον ψυχολογικό πόλεμο, την προώθηση αντεπαναστάσεων, ανακριτικές τακτικές, καθώς και τακτικές μονάδων καταδρομέων και πεζικού.Αυτά τα μαθήματα, που παρουσιάζονται με τις πιο σύγχρονες μεθόδους και τεχνικές από τους καλύτερους εκπαιδευτές του στρατού των ΗΠΑ, διδάσκουν στους στρατιώτες της Λατινικής Αμερικής να ανατρέπουν την αλήθεια, να φιμώνουν συνδικαλιστές, δραστήριους κληρικούς και δημοσιογράφους και να κάνουν πόλεμο ενάντια στους συμπατριώτες τους.Η σχολή τους προετοιμάζει να υποτάσσουν φωνές αντίστασης και αντίδρασης σε συγκεντρώσεις.Τους δίνει οδηγίες για το πώς θα περιθωριοποιήσουν τους φτωχούς και τους πεινασμένους. Τους λέει τους τρόπους να συνθλίβουν τη δημοκρατία και να τρομοκρατούν τους συμπολίτες τους. Τους διδάσκει πώς να καταστρέφουν την ελπίδα για δημοκρατία.

"Η Σχολή της Αμερικής", όπως δήλωσε ο ταγματάρχης Τζόσεφ Μπερ, πρώην εκπαιδευτής της σχολής, ο οποίος έχει υπηρετήσει 20 χρόνια στον αμερικανικό στρατό, "ήταν ο καλύτερος χώρος όπου Λατινοαμερικανοί αξιωματικοί του στρατού μπορούσαν να "ξεπλένουν" χρήματα από το εμπόριο ναρκωτικών. Είχαμε τακτικά μαθητές στη σχολή που ήταν γνωστοί παραβάτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το γεγονός αυτό δε μας απασχολούσε καθόλου".

Πάντως, διάφοροι βουλευτές, μεταξύ των οποίων και ο Τζόσεφ Κένεντι κατέθεσαν νομοσχέδιο (16/11/1995) για το κλείσιμο της "Σχολής της Αμερικής" και την εγκαθίδρυση μιας Ακαδημίας για τη Δημοκρατία και Σχέσεις Πολιτών - Στρατού, ώστε να προσδιοριστεί ο σωστός ρόλος του στρατού σε μια δημοκρατική κοινωνία και να φέρει τον έλεγχο του πολίτη πάνω σε στρατιωτικά θέματα στη Λατινική Αμερική.

Μαζικές οι αντιδράσεις για το κλείσιμο της σχολής

Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί μια σειρά από διαμαρτυρίες με το αίτημα να κλείσει η "Σχολή των Δολοφόνων".Στην πιο πρόσφατη συγκέντρωση που έγινε έξω από τις εγκαταστάσεις της, η αστυνομία συνέλαβε 22 διαδηλωτές οι οποίοι έλαβαν ποινή 6 μηνών φυλάκισης και πρόστιμα μέχρι και 3.000 δολάρια.

Ενας από τους συλληφθέντες, ο αιδεσμιότατος Ρόι Μπουζουά, τόνισε πως "όταν αποφυλακιστούμε... θα επιστρέψουμε. Θα επιστρέψουμε ακόμα πιο μαζικοί ώσπου η "Σχολή του Θανάτου" να κλείσει για πάντα".

Αξίζει να σημειωθεί πως αυξάνονται οι αντιδράσεις του κόσμου για το κλείσιμο της "Σχολής των Δολοφόνων", τόσο με συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, όσο και με κινήσεις και δημοσιεύματα άρθρων. Η κίνηση "School of the Americas Watch" προτρέπει τον κόσμο να τηλεφωνήσουν, να στείλουν φαξ ή γράμματα στον Πρόεδρο Κλίντον, ζητώντας του να τερματιστεί η επιχορήγηση της Σχολής, καθώς και η εκπαίδευση τρομοκρατών και δολοφόνων.

Το "Πρόγραμμα Χ"

Ολο το σύστημα εκπαίδευσης βασιζόταν σ' ένα σχέδιο της δεκαετίας του '60 που ονομαζόταν "Πρόγραμμα Βοήθειας Αντικατασκοπίας σε Ξένους Στρατούς". Το πρόγραμμα αυτό δεν είναι άλλο από το γνωστό εκείνη την εποχή "Πρόγραμμα Χ".Οπως ανέφερε το υπουργείο Αμυνας των ΗΠΑ, το πρόγραμμα αυτό δίδασκε "το φόβο, την πληρωμή αμοιβής για το θάνατο αντιπάλων, το βασανισμό, τις εκτελέσεις και τη χρήση του ορού της αλήθειας".

Ανάμεσα στα εγχειρίδια που χρησιμοποιούσαν για τη διδασκαλία όλων αυτών ήταν και το βιβλίο "Η χρησιμοποίηση των πηγών", όπου προτείνεται "ορισμένες από τις δραστηριότητες της αντικατασκοπίας να γίνονται με τρόπο παράνομο και μυστικό", ενώ προτείνει και τη σύλληψη ή και τον ξυλοδαρμό, αν κριθεί απαραίτητο, στενών συγγενών ή και των ίδιων των πληροφοριοδοτών, προκειμένου να αποκτηθεί μια σημαντική πληροφορία. Αλλο εγχειρίδιο με τίτλο "Τρομοκρατία και αντάρτικο πόλεων" αναφέρει: "Μια από τις λειτουργίες των πρακτόρων αντικατασκοπίας είναι να συνιστούν ποιοι θα πρέπει να είναι οι στόχοι που θα χρειαστεί να εξουδετερωθούν. Τέτοιοι στόχοι μπορεί να είναι στελέχη της κυβέρνησης ή πολιτικοί ηγέτες".

Η επίσημη εβδομαδιαία εφημερίδα του κολεγίου Ερλχαμ, αναφέρει πως "η "Σχολή της Αμερικής" πάντα λειτουργούσε κάτω από ένα σύννεφο μυστικότητας και υποψίας. Αναφερόταν ως "Πρόγραμμα Χ" στα στρατιωτικά ντοκουμέντα και περιγράφτηκε ως στρατιωτικό υπόμνημα που αποτελεί "ένα πακέτο εξαγωγής εκπαίδευσης ξένων προς τις λατινοαμερικάνικες χώρες, για να διαθέτουν αντεπαναστατικές τεχνικές που μαθεύτηκαν στο Βιετνάμ". Οπως επίσης τονίζεται, η λειτουργία της σχολής διακόπηκε από τον πρώην Πρόεδρο Κάρτερ εξαιτίας της ανησυχίας που εκφράστηκε σχετικά με τις καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά ξαναλειτούργησε από τον Ρ. Ρίγκαν σαν μέρος της πολιτικής του για τη Λατινική Αμερική.

Πάντως, σχεδιάζεται νέα κινητοποίηση που αναμένεται για τις 26, 27, 28 του Απρίλη μπροστά στο Λευκό Οίκο. Απ' ό,τι φαίνεται, υπάρχουν πολλές αντιδράσεις και αναμένεται να ακολουθήσει συνέχεια...

Κλωντίν ΧΕΣΠΕΡ

Παραστρατιωτικές οργανώσεις στη Λατινική Αμερική

Οι πρόσφατες δολοφονίες κομμουνιστών στην Κολομβία, η ένταση της καταστολής στο Μεξικό και στη Βραζιλία φέρνουν ξανά στην επικαιρότητα το ζήτημα των παραστρατιωτικών στη Λ. Αμερική και το συσχετιζόμενο με αυτούς ρόλο του στρατού, των ατιμώρητων πρώην δικτατόρων και βασανιστών, καθώς και το ρόλο του βορειοαμερικανικού παράγοντα.

Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις δεν είναι μόνο ένα εφιαλτικό παρελθόν για τις χώρες της Λ. Αμερικής. Αποτελούν και ένα οδυνηρό παρόν, παρά το γεγονός ότι οι ιδεολογικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης στην αμερικανική ήπειρο, αλλά και σε όλο τον κόσμο διαλαλούν σε όλους τους τόνους την επικράτηση της δημοκρατίας στη Λ. Αμερική. Διακρίνονται δύο βασικές κατηγορίες ως προς τις συνθήκες δράσης των παραστρατιωτικών οργανώσεων: Εκείνες που δραστηριοποιούνται ενάντια στον άοπλο λαό που αγωνίζεται για τα δικαιώματά του και εκείνες που πλήττουν και πάλι τους άμαχους, αλλά σε χώρες όπου υπάρχουν ένοπλα λαϊκά αντάρτικα, προκειμένου να αποκόψουν τους δεσμούς των ανταρτών με τον υπόλοιπο λαό. Πέρα από τις μορφές, οι παραστρατιωτικές οργανώσεις εμφανίζονται, όπου η λαϊκή δυσαρέσκεια συγκροτείται σε ανερχόμενο κίνημα, όποτε το αστικό κράτος δυσκολεύεται να το αναχαιτίσει με τα παραδοσιακά του μέσα.

Το βραζιλιάνικο πρότυπο

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πρώτης κατηγορίας είναι η Βραζιλία. Οι ισχυροί καπιταλιστές γαιοκτήμονες, αλλά και άλλοι πανίσχυροι επιχειρηματίες συγκροτούν με διάφορες μορφές παραστρατιωτικές ομάδες και οργανώσεις, οι οποίες έχουν σαν αποστολή τους την καταστολή των λαϊκών αγώνων, την τρομοκράτηση των εργατών και αγροτών και, κυρίως, τη δολοφονία των συνδικαλιστών ηγετών τους. Για τους σκοπούς αυτούς, χρησιμοποιούνται ιδιωτικές αστυνομίες, οι οποίες προορίζονται, υποτίθεται, για την προστασία της περιουσίας και της ζωής των μεγαλοϊδιοκτητών από τους εγκληματίες! Εξίσου συχνή είναι, όμως, η ανάθεση του έργου της δολοφονίας των πιο δραστήριων αγωνιστών σε επαγγελματίες δολοφόνους. Οι τελευταίοι καθορίζουν την αμοιβή τους, ανάλογα με τη σπουδαιότητα του λαϊκού ηγέτη που πρόκειται να δολοφονήσουν.

Επειδή, όμως, τα τελευταία χρόνια το λαϊκό κίνημα, ιδίως το Κίνημα των Αγροτών χωρίς Γη, έχει σχετικά οργανώσει την αυτοάμυνά του, οι μεγαλογαιοκτήμονες συγκροτούν νόμιμες ή παράνομες ομάδες οργανωμένες με στρατιωτικό τρόπο, που απαρτίζονται από ανθρώπους του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά και από πρώην στρατιωτικούς και αστυνομικούς, οι οποίοι έχουν εμπειρία στην οργάνωση της καταστολής των λαϊκών αγώνων.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ομάδες αυτές έχουν εξασφαλισμένη την ανοχή ή και τη βοήθεια της αστυνομίας κατά τη διενέργεια των "επιχειρήσεών" τους. Εξάλλου, η αστυνομία ή ακόμη και ο στρατός καλούνται συχνά να καταστείλουν διαδηλώσεις, να συλλάβουν αναγνωρισμένους αγωνιστές ή να εκδιώξουν ακτήμονες από καταληφθείσες εκτάσεις, καθώς και να υποβάλουν σε απάνθρωπα βασανιστήρια τους συλληφθέντες κατά την ανάκριση. Τα κατηγορητήρια που στήνονται είναι πανομοιότητα: Οι αγωνιζόμενοι εργάτες γης κατηγορούνται για παράνομη κατάληψη, σύσταση συμμορίας, οπλοκατοχή, καθώς οι τσουγκράνες και τα φτυάρια θεωρούνται επικίνδυνα όπλα. Από την άλλη, σέρνονται στα δικαστήρια κατηγορούμενοι για δολοφονίες αγωνιστές με κατασκευασμένα στοιχεία.

Δεν πρέπει, επίσης, να λησμονείται ότι στη Βραζιλία οι αστυνομικοί έχουν ευρύτατη δικαιοδοσία ως προς τη χρήση των όπλων τους. Με πρόσχημα την εγκληματικότητα, την οποία γεννά και υποθάλπει η φτώχεια και η γενικότερη κοινωνική σήψη, η νομοθεσία και οι διαταγές της ηγεσίας της αστυνομίας παραχωρούν στα "όργανα της τάξης" το δικαίωμα να πυροβολούν όποιον απλώς τους φαίνεται, ύποπτος, χωρίς να έχουν διαπιστώσει την ταυτότητά του, να ελέγξουν αν έχει ποινικό μητρώο ή αν υπάρχει καταδικαστική απόφαση σε βάρος του. Αρκεί το ότι κατά την κρίση του αστυνομικού κινήθηκε ύποπτα. Μάλιστα, όπως καταγγέλλει η οργάνωση Human Rights Watch, υπάρχει πριμ για όποιο αστυνομικό πυροβολήσει κάποιο "ύποπτο" στο κεφάλι ή στο στήθος και τον σκοτώσει. Ετσι, επισημαίνεται ότι σε κάθε ένα τραυματία από πυρά Βραζιλιάνου αστυνομικού αντιστοιχούν 3,5 νεκροί και το 75% των θυμάτων δεν είχε ποτέ απασχολήσει τα δικαστήρια και την αστυνομία (1).

Αν σε αυτά προστεθεί το γεγονός ότι οι βασανιστές και δολοφόνοι αστυνομικοί και στρατιωτικοί της περιόδου της χούντας ουδέποτε τιμωρήθηκαν στην πλειοψηφία τους, καθώς και ότι οι νεοναζιστικές αντιλήψεις είναι αρκετά διαδεδομένες στο στράτευμα, αντιλαμβάνεται κανείς το ρόλο της αστυνομίας και του στρατού στην καταστολή του λαϊκού κινήματος ακόμη και σήμερα, σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας και όχι στρατιωτικής δικτατορίας.

Είναι, επίσης, ενδεικτική και η στάση των δικαστικών αρχών. Από τις 1.000 περίπου δολοφονίες αγωνιστών εργατών γης που έλαβαν χώρα τα τελευταία έτη, μόνο 14 έχουν εξιχνιαστεί από την αστυνομία και μόνο για 3 από αυτές έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση (2). Η αστυνομία αποκρύπτει τα ενοχοποιητικά στοιχεία, οι εισαγγελείς τοποθετούν τις υποθέσεις στο αρχείο, οι δικαστές υποκύπτουν, με ή χωρίς πιέσεις, στην ιεραρχία τους και στους οικονομικά και πολιτικά ισχυρούς, οι δίκες καθυστερούν υπερβολικά, οι μάρτυρες εκφοβίζονται ή δολοφονούνται για να μην καταθέσουν ή εξαγοράζονται για να καταθέσουν υπέρ των σπανίως κατηγορουμένων παραστρατιωτικών ή αστυνομικών. Οι λίγες καταδίκες που έχουν υπάρξει, κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή και την πίεση ακόμη και της διεθνούς δημοκρατικής κοινής γνώμης, δεν αναιρούν τη συνολική εικόνα.

Το κολομβιανό πρότυπο

Στην Κολομβία οι παραστρατιωτικές οργανώσεις έχουν σαφέστατα εντονότερη παρουσία. Αυτό μαρτυρά και ο αριθμός των θυμάτων της δραστηριότητάς τους: Κάθε μέρα περίπου 10 άνθρωποι δολοφονούνται από τις ομάδες αυτές, ενώ περίπου ένα εκατομμύριο άτομα έχουν αναγκαστεί να αλλάξουν τόπο μόνιμης κατοικίας εντός ή και εκτός της χώρας, κάτω από τις απειλές των παραστρατιωτικών.

Η εμφάνιση των οργανώσεων αυτών χρονολογείται από τη δεκαετία του 1950. Σήμερα περιλαμβάνουν περί τους 5.000 ένοπλους. Συγκροτήθηκαν τότε για να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο κύμα δυσαρέσκειας ανάμεσα στον αγροτικό πληθυσμό, αλλά και ευρύτερα στο λαό. Στόχος τους ήταν η δολοφονία των πρωτοπόρων λαϊκών αγωνιστών και η δημιουργία κλίματος τρομοκρατίας. Σε μεγάλο βαθμό, η εμφάνιση των πρώτων αντάρτικων ομάδων στην Κολομβία ξεπήδησε ως ανάγκη αυτοάμυνας απέναντι στη δολοφονική δράση των παραστρατιωτικών. Το ιστορικό αυτό δεδομένο διαψεύδει και από μόνο του τους ισχυρισμούς του καθεστώτος και των ίδιων των παραστρατιωτικών οργανώσεων, ότι, τάχα, δημιουργήθηκαν ως απάντηση, ή ακόμη και ως προστασία του λαού, στο αντάρτικο.

Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι η παρουσία Αμερικανών συμβούλων και εκπαιδευτών, όχι μόνο στον κολομβιανό στρατό, αλλά και στις παραστρατιωτικές ομάδες. Η εμπειρία της αντιμετώπισης του εθνικοαπελευθερωτικού, αντιιμπεριαλιστικού αγώνα στο Βιετνάμ, αλλά και άλλων αντάρτικων κινημάτων οδήγησε τις ΗΠΑ στο συμπέρασμα ότι ο ρόλος τέτοιων παραστρατιωτικών ομάδων είναι σημαντικός στην αντιμετώπιση των λαϊκών κινημάτων.

Οι ομάδες αυτές συγκροτούνται με την πρωτοβουλία, συνήθως ανεπίσημη, του στρατού. Στη χρηματοδότησή τους θα κατευθυνθούν τα 37 εκατ. δολάρια της "βοήθειας" των ΗΠΑ για το 1998. Ο στόχος τους δεν είναι η στρατιωτική αντιπαράθεση με τους αντάρτες, αλλά οι δολοφονίες, οι απαγωγές, τα βασανιστήρια, οι βιασμοί των άοπλων πολιτών είτε αυτοί συμπαθούν τους αντάρτες είτε όχι, ακόμη και σε ζώνες όπου δε δραστηριοποιούνται αντάρτες. Δημιουργείται, έτσι, ένα ασφυκτικό κλίμα τρόμου που προσπαθεί να αποτρέψει κάθε επαφή του πληθυσμού με τους αντάρτες, αλλά και να πνίξει κάθε αμφισβήτηση της κυρίαρχης πολιτικής.

Παράλληλα, τη "βρώμικη" δουλιά της σφαγής άοπλων πολιτών, συνήθως γυναικόπαιδων, δεν την αναλαμβάνει ο στρατός και η αστυνομία, καθώς η κυβέρνηση πρέπει να κρατήσει τα προσχήματα. Κατά κανόνα, οι κυβερνήσεις που διεξάγουν τον εμφύλιο πόλεμο εμφανίζονται ως δημοκρατικά εκλεγμένες και, κυρίως, αποφεύγουν να κηλιδώσουν τη βιτρίνα τους αυτή, τόσο στην εγχώρια, όσο και στη διεθνή κοινή γνώμη. Αντίστοιχη ήταν η πρακτική των κυβερνήσεων του Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας και της Νικαράγουας κατά την περίοδο του εμφυλίου. Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις σήκωσαν όλο το βάρος των σφαγών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι παραστρατιωτικοί στην Κολομβία και αλλού εξοπλίζονται και χρησιμοποιούν συχνά τα στρατιωτικά μέσα κατά τις επιδρομές τους. Η αστυνομία και ο στρατός δεν ανταποκρίνονται ή έρχονται εξαιρετικά καθυστερημένα στις εκκλήσεις των πολιτών για προστασία από τους παραστρατιωτικούς. Οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των εγκλημάτων δεν εντοπίζονται σχεδόν ποτέ και συλλαμβάνονται ακόμη σπανιότερα. Η διεφθαρμένη δικαιοσύνη, όργανο της κυβέρνησης, της ολιγαρχίας και των καρτέλ ναρκωτικών αποτελεί μία ακόμη διέξοδο διαφυγής για τους εγκληματίες παραστρατιωτικούς. Αντίθετα, αστυνομία και δικαιοσύνη διώκουν τους λαϊκούς αγωνιστές, μέσα από άλλους, νόμιμους δρόμους.

Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις, που η κυβέρνηση έδειξε να απειλεί τις παραστρατιωτικές ομάδες. Ετσι, για παράδειγμα, ο Πρόεδρος της Κολομβίας Ερνέστο Σαμπέρ επικήρυξε, στα τέλη του 1997, έναντι υψηλής αμοιβής, τους αρχηγούς της οργάνωσης "Ενωμένες Μονάδες Αυτοάμυνας". Επρόκειτο, όπως έδειξαν οι εξελίξεις, για κίνηση εντυπωσιασμού που έγινε κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης, αλλά και για παιχνίδι πιέσεων μέσα στους κόλπους της εξουσίας, καθώς οι τελευταίοι θέλησαν, ως φαίνεται, να διαδραματίσουν έναν περισσότερο αυτόνομο πολιτικό ρόλο. Τελικά, η κυβέρνηση ήρθε ουσιαστικά να νομιμοποιήσει τη δράση των παραστρατιωτικών οργανώσεων με πρόσφατο νόμο.

Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις στην Κολομβία, όσο και αλλού, παρουσιάζονται ως λαϊκή αυτοάμυνα απέναντι στους αντάρτες. Η πραγματικότητα δεν έχει καμιά σχέση με τους προπαγανδιστικούς αυτούς ισχυρισμούς. Οι ομάδες αυτές συγκροτούνται από πρώην ή εν ενεργεία στρατιωτικούς, πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου ή αποτελούν παράλληλα ιδιωτικούς στρατούς των μεγαλεμπόρων ναρκωτικών. Δεν πρόκειται για πολίτες, συντηρητικών έστω φρονημάτων, που μάχονται ενάντια στους αντάρτες, απλούστατα, γιατί οι οργανώσεις αυτές δολοφονούν άοπλους, στήνοντας ενέδρες σε ανύποπτο τόπο και χρόνο, εισβάλλοντας στα σπίτια τη νύχτα, δολοφονώντας αδιάκριτα όποιον βρεθεί μπροστά τους. Βουλευτές, γερουσιαστές, δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι, συνδικαλιστές, άλλοι αγωνιστές του Κομμουνιστικού Κόμματος Κολομβίας, άλλων οργανώσεων της Αριστεράς, ανθρωπιστικών και γενικότερα δημοκρατικών οργανώσεων, δάσκαλοι, πανεπιστημονικοί, εργάτες και αγρότες είναι τα θύματα των παραστρατιωτικών.

Περιορισμένη δημοκρατία

Ανάλογη είναι η κατάσταση στο Μεξικό, ιδίως στην περιοχή Τσιάπας, χωρίς όμως ο αριθμός των θυμάτων να συναγωνίζεται εκείνον της Κολομβίας. Πολύ πριν την εμφάνιση των Ζαπατίστας, οι μεγαλογαιοκτήμονες είχαν συγκροτήσει ιδιωτικούς στρατούς, για την προστασία τους, υποτίθεται, από το έγκλημα, στην πραγματικότητα όμως για να τρομοκρατούν τους αγρότες και να καταστέλλουν τις διεκδικήσεις τους. Συναντάμε και εδώ τον ίδιο κύκλο: Ανοχή ως συνενοχή της κυβέρνησης, σχέσεις με το εμπόριο ναρκωτικών, παρουσία των ΗΠΑ με πρόσχημα τα ναρκωτικά, διεφθαρμένη δικαιοσύνη, σφαγές αθώων, ατιμωρησία των ενόχων. Στο Περού, επίσης, η Υπηρεσία Πληροφοριών έχει αναλάβει τη συγκρότηση παραστρατιωτικών ομάδων.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι η πολυδιαφημισμένη μετάβαση στη δημοκρατία στη Λ. Αμερική πρέπει να τεθεί εντός πολλών εισαγωγικών. Στη Χιλή ο πρώην αιμοσταγής δικτάτορας ανακηρύσσεται ισόβιος γερουσιαστής, σε Βραζιλία, Μεξικό, Κολομβία, κυριαρχεί ο τρόπος της ασυδοσίας των κατασταλτικών μηχανισμών και των παραστρατιωτικών, στη Γουατεμάλα η τιμωρία των εγκληματιών του εμφυλίου πολέμου προχωρά με ρυθμούς χελώνας. Στο Περού ο Πρόεδρος Φουτζιμόρι κυβερνά κατά παράβαση του Συντάγματος με τρόπο δικτατορικό. Γενικότερα, σε όλη την ήπειρο εγκαθίσταται μία αστική δημοκρατία, εξαιρετικά περιορισμένη, αιχμάλωτη του στρατού, ο οποίος δείχνει έτοιμος να επέμβει όποτε χρειαστεί, έρμαιο της ασυδοσίας της εγχώριας ολιγαρχίας και των βορειοαμερικάνικων και ευρωπαϊκών πολυεθνικών.

Ωστόσο, οι παραστρατιωτικές οργανώσεις δεν είναι φαινόμενο ειδικά λατινοαμερικάνικο. Η ιστορία του εργατικού και γενικότερα του επαναστατικού κινήματος είναι συνδεδεμένη με τις λυσσαλέες προσπάθειες της άρχουσας τάξης να διατηρήσει την εξουσία της. Στην προσπάθειά της αυτή, χρησιμοποιεί και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις ή άλλες παρόμοιες μορφές.

Είναι για τους λόγους αυτούς εξαιρετικά σημαντική η ανάπτυξη ενός πλατιού κινήματος δημοκρατικής αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζόμενους λαούς της Λ. Αμερικής. Η άνοδος της δυναμικής του λαϊκού κινήματος στις χώρες αυτές, όπως και σε όλο τον κόσμο, θα δώσει την πρέπουσα απάντηση σε εκείνους που δε διστάζουν να μετατραπούν σε σφαγείς των λαών για να εξασφαλίσουν τα υπερκέρδη της απανταχού πλουτοκρατίας.

Δημήτρης ΚΑΛΤΣΩΝΗΣ

1. Βλ. εφημ. "Ελευθεροτυπία", 20.3.98 και 9.4.98

2. Βλ. J. P. Stedile - F. Sergio. Ο αγώνας για τη γη στη Βραζιλία, εκδ. "Αλφα" 1997, σελ. 28

H στρατιωτική βία και οι δολοφονίες παίζουν ακόμα πρωταρχικό ρόλο σε

H στρατιωτική βία και οι δολοφονίες παίζουν ακόμα πρωταρχικό ρόλο σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής

Τα τελευταία χρόνια, έχουν πραγματοποιηθεί μια σειρά από διαμαρτυρίες, με το αίτημα να κλείσει η "σχολή των δολοφόνων". Στην πιο πρόσφατη συγκέντρωση, που έγινε έξω από τις εγκαταστάσεις της σχολής, η Αστυνομία συνέλαβε 22 διαδηλωτές, οι οποίοι έλαβαν ποινή 6 μηνών φυλάκισης και πρόστιμα μέχρι και 3.000 δολάρια



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ