Κυριακή 3 Μάη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 42
ΔΙΕΘΝΗ
Παραστρατιωτικές οργανώσεις στη Λατινική Αμερική

Οι πρόσφατες δολοφονίες κομμουνιστών στην Κολομβία, η ένταση της καταστολής στο Μεξικό και στη Βραζιλία φέρνουν ξανά στην επικαιρότητα το ζήτημα των παραστρατιωτικών στη Λ. Αμερική και το συσχετιζόμενο με αυτούς ρόλο του στρατού, των ατιμώρητων πρώην δικτατόρων και βασανιστών, καθώς και το ρόλο του βορειοαμερικανικού παράγοντα.

Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις δεν είναι μόνο ένα εφιαλτικό παρελθόν για τις χώρες της Λ. Αμερικής. Αποτελούν και ένα οδυνηρό παρόν, παρά το γεγονός ότι οι ιδεολογικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης στην αμερικανική ήπειρο, αλλά και σε όλο τον κόσμο διαλαλούν σε όλους τους τόνους την επικράτηση της δημοκρατίας στη Λ. Αμερική. Διακρίνονται δύο βασικές κατηγορίες ως προς τις συνθήκες δράσης των παραστρατιωτικών οργανώσεων: Εκείνες που δραστηριοποιούνται ενάντια στον άοπλο λαό που αγωνίζεται για τα δικαιώματά του και εκείνες που πλήττουν και πάλι τους άμαχους, αλλά σε χώρες όπου υπάρχουν ένοπλα λαϊκά αντάρτικα, προκειμένου να αποκόψουν τους δεσμούς των ανταρτών με τον υπόλοιπο λαό. Πέρα από τις μορφές, οι παραστρατιωτικές οργανώσεις εμφανίζονται, όπου η λαϊκή δυσαρέσκεια συγκροτείται σε ανερχόμενο κίνημα, όποτε το αστικό κράτος δυσκολεύεται να το αναχαιτίσει με τα παραδοσιακά του μέσα.

Το βραζιλιάνικο πρότυπο

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πρώτης κατηγορίας είναι η Βραζιλία. Οι ισχυροί καπιταλιστές γαιοκτήμονες, αλλά και άλλοι πανίσχυροι επιχειρηματίες συγκροτούν με διάφορες μορφές παραστρατιωτικές ομάδες και οργανώσεις, οι οποίες έχουν σαν αποστολή τους την καταστολή των λαϊκών αγώνων, την τρομοκράτηση των εργατών και αγροτών και, κυρίως, τη δολοφονία των συνδικαλιστών ηγετών τους. Για τους σκοπούς αυτούς, χρησιμοποιούνται ιδιωτικές αστυνομίες, οι οποίες προορίζονται, υποτίθεται, για την προστασία της περιουσίας και της ζωής των μεγαλοϊδιοκτητών από τους εγκληματίες! Εξίσου συχνή είναι, όμως, η ανάθεση του έργου της δολοφονίας των πιο δραστήριων αγωνιστών σε επαγγελματίες δολοφόνους. Οι τελευταίοι καθορίζουν την αμοιβή τους, ανάλογα με τη σπουδαιότητα του λαϊκού ηγέτη που πρόκειται να δολοφονήσουν.

Επειδή, όμως, τα τελευταία χρόνια το λαϊκό κίνημα, ιδίως το Κίνημα των Αγροτών χωρίς Γη, έχει σχετικά οργανώσει την αυτοάμυνά του, οι μεγαλογαιοκτήμονες συγκροτούν νόμιμες ή παράνομες ομάδες οργανωμένες με στρατιωτικό τρόπο, που απαρτίζονται από ανθρώπους του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά και από πρώην στρατιωτικούς και αστυνομικούς, οι οποίοι έχουν εμπειρία στην οργάνωση της καταστολής των λαϊκών αγώνων.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ομάδες αυτές έχουν εξασφαλισμένη την ανοχή ή και τη βοήθεια της αστυνομίας κατά τη διενέργεια των "επιχειρήσεών" τους. Εξάλλου, η αστυνομία ή ακόμη και ο στρατός καλούνται συχνά να καταστείλουν διαδηλώσεις, να συλλάβουν αναγνωρισμένους αγωνιστές ή να εκδιώξουν ακτήμονες από καταληφθείσες εκτάσεις, καθώς και να υποβάλουν σε απάνθρωπα βασανιστήρια τους συλληφθέντες κατά την ανάκριση. Τα κατηγορητήρια που στήνονται είναι πανομοιότητα: Οι αγωνιζόμενοι εργάτες γης κατηγορούνται για παράνομη κατάληψη, σύσταση συμμορίας, οπλοκατοχή, καθώς οι τσουγκράνες και τα φτυάρια θεωρούνται επικίνδυνα όπλα. Από την άλλη, σέρνονται στα δικαστήρια κατηγορούμενοι για δολοφονίες αγωνιστές με κατασκευασμένα στοιχεία.

Δεν πρέπει, επίσης, να λησμονείται ότι στη Βραζιλία οι αστυνομικοί έχουν ευρύτατη δικαιοδοσία ως προς τη χρήση των όπλων τους. Με πρόσχημα την εγκληματικότητα, την οποία γεννά και υποθάλπει η φτώχεια και η γενικότερη κοινωνική σήψη, η νομοθεσία και οι διαταγές της ηγεσίας της αστυνομίας παραχωρούν στα "όργανα της τάξης" το δικαίωμα να πυροβολούν όποιον απλώς τους φαίνεται, ύποπτος, χωρίς να έχουν διαπιστώσει την ταυτότητά του, να ελέγξουν αν έχει ποινικό μητρώο ή αν υπάρχει καταδικαστική απόφαση σε βάρος του. Αρκεί το ότι κατά την κρίση του αστυνομικού κινήθηκε ύποπτα. Μάλιστα, όπως καταγγέλλει η οργάνωση Human Rights Watch, υπάρχει πριμ για όποιο αστυνομικό πυροβολήσει κάποιο "ύποπτο" στο κεφάλι ή στο στήθος και τον σκοτώσει. Ετσι, επισημαίνεται ότι σε κάθε ένα τραυματία από πυρά Βραζιλιάνου αστυνομικού αντιστοιχούν 3,5 νεκροί και το 75% των θυμάτων δεν είχε ποτέ απασχολήσει τα δικαστήρια και την αστυνομία (1).

Αν σε αυτά προστεθεί το γεγονός ότι οι βασανιστές και δολοφόνοι αστυνομικοί και στρατιωτικοί της περιόδου της χούντας ουδέποτε τιμωρήθηκαν στην πλειοψηφία τους, καθώς και ότι οι νεοναζιστικές αντιλήψεις είναι αρκετά διαδεδομένες στο στράτευμα, αντιλαμβάνεται κανείς το ρόλο της αστυνομίας και του στρατού στην καταστολή του λαϊκού κινήματος ακόμη και σήμερα, σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας και όχι στρατιωτικής δικτατορίας.

Είναι, επίσης, ενδεικτική και η στάση των δικαστικών αρχών. Από τις 1.000 περίπου δολοφονίες αγωνιστών εργατών γης που έλαβαν χώρα τα τελευταία έτη, μόνο 14 έχουν εξιχνιαστεί από την αστυνομία και μόνο για 3 από αυτές έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση (2). Η αστυνομία αποκρύπτει τα ενοχοποιητικά στοιχεία, οι εισαγγελείς τοποθετούν τις υποθέσεις στο αρχείο, οι δικαστές υποκύπτουν, με ή χωρίς πιέσεις, στην ιεραρχία τους και στους οικονομικά και πολιτικά ισχυρούς, οι δίκες καθυστερούν υπερβολικά, οι μάρτυρες εκφοβίζονται ή δολοφονούνται για να μην καταθέσουν ή εξαγοράζονται για να καταθέσουν υπέρ των σπανίως κατηγορουμένων παραστρατιωτικών ή αστυνομικών. Οι λίγες καταδίκες που έχουν υπάρξει, κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή και την πίεση ακόμη και της διεθνούς δημοκρατικής κοινής γνώμης, δεν αναιρούν τη συνολική εικόνα.

Το κολομβιανό πρότυπο

Στην Κολομβία οι παραστρατιωτικές οργανώσεις έχουν σαφέστατα εντονότερη παρουσία. Αυτό μαρτυρά και ο αριθμός των θυμάτων της δραστηριότητάς τους: Κάθε μέρα περίπου 10 άνθρωποι δολοφονούνται από τις ομάδες αυτές, ενώ περίπου ένα εκατομμύριο άτομα έχουν αναγκαστεί να αλλάξουν τόπο μόνιμης κατοικίας εντός ή και εκτός της χώρας, κάτω από τις απειλές των παραστρατιωτικών.

Η εμφάνιση των οργανώσεων αυτών χρονολογείται από τη δεκαετία του 1950. Σήμερα περιλαμβάνουν περί τους 5.000 ένοπλους. Συγκροτήθηκαν τότε για να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο κύμα δυσαρέσκειας ανάμεσα στον αγροτικό πληθυσμό, αλλά και ευρύτερα στο λαό. Στόχος τους ήταν η δολοφονία των πρωτοπόρων λαϊκών αγωνιστών και η δημιουργία κλίματος τρομοκρατίας. Σε μεγάλο βαθμό, η εμφάνιση των πρώτων αντάρτικων ομάδων στην Κολομβία ξεπήδησε ως ανάγκη αυτοάμυνας απέναντι στη δολοφονική δράση των παραστρατιωτικών. Το ιστορικό αυτό δεδομένο διαψεύδει και από μόνο του τους ισχυρισμούς του καθεστώτος και των ίδιων των παραστρατιωτικών οργανώσεων, ότι, τάχα, δημιουργήθηκαν ως απάντηση, ή ακόμη και ως προστασία του λαού, στο αντάρτικο.

Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι η παρουσία Αμερικανών συμβούλων και εκπαιδευτών, όχι μόνο στον κολομβιανό στρατό, αλλά και στις παραστρατιωτικές ομάδες. Η εμπειρία της αντιμετώπισης του εθνικοαπελευθερωτικού, αντιιμπεριαλιστικού αγώνα στο Βιετνάμ, αλλά και άλλων αντάρτικων κινημάτων οδήγησε τις ΗΠΑ στο συμπέρασμα ότι ο ρόλος τέτοιων παραστρατιωτικών ομάδων είναι σημαντικός στην αντιμετώπιση των λαϊκών κινημάτων.

Οι ομάδες αυτές συγκροτούνται με την πρωτοβουλία, συνήθως ανεπίσημη, του στρατού. Στη χρηματοδότησή τους θα κατευθυνθούν τα 37 εκατ. δολάρια της "βοήθειας" των ΗΠΑ για το 1998. Ο στόχος τους δεν είναι η στρατιωτική αντιπαράθεση με τους αντάρτες, αλλά οι δολοφονίες, οι απαγωγές, τα βασανιστήρια, οι βιασμοί των άοπλων πολιτών είτε αυτοί συμπαθούν τους αντάρτες είτε όχι, ακόμη και σε ζώνες όπου δε δραστηριοποιούνται αντάρτες. Δημιουργείται, έτσι, ένα ασφυκτικό κλίμα τρόμου που προσπαθεί να αποτρέψει κάθε επαφή του πληθυσμού με τους αντάρτες, αλλά και να πνίξει κάθε αμφισβήτηση της κυρίαρχης πολιτικής.

Παράλληλα, τη "βρώμικη" δουλιά της σφαγής άοπλων πολιτών, συνήθως γυναικόπαιδων, δεν την αναλαμβάνει ο στρατός και η αστυνομία, καθώς η κυβέρνηση πρέπει να κρατήσει τα προσχήματα. Κατά κανόνα, οι κυβερνήσεις που διεξάγουν τον εμφύλιο πόλεμο εμφανίζονται ως δημοκρατικά εκλεγμένες και, κυρίως, αποφεύγουν να κηλιδώσουν τη βιτρίνα τους αυτή, τόσο στην εγχώρια, όσο και στη διεθνή κοινή γνώμη. Αντίστοιχη ήταν η πρακτική των κυβερνήσεων του Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλας και της Νικαράγουας κατά την περίοδο του εμφυλίου. Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις σήκωσαν όλο το βάρος των σφαγών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι παραστρατιωτικοί στην Κολομβία και αλλού εξοπλίζονται και χρησιμοποιούν συχνά τα στρατιωτικά μέσα κατά τις επιδρομές τους. Η αστυνομία και ο στρατός δεν ανταποκρίνονται ή έρχονται εξαιρετικά καθυστερημένα στις εκκλήσεις των πολιτών για προστασία από τους παραστρατιωτικούς. Οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των εγκλημάτων δεν εντοπίζονται σχεδόν ποτέ και συλλαμβάνονται ακόμη σπανιότερα. Η διεφθαρμένη δικαιοσύνη, όργανο της κυβέρνησης, της ολιγαρχίας και των καρτέλ ναρκωτικών αποτελεί μία ακόμη διέξοδο διαφυγής για τους εγκληματίες παραστρατιωτικούς. Αντίθετα, αστυνομία και δικαιοσύνη διώκουν τους λαϊκούς αγωνιστές, μέσα από άλλους, νόμιμους δρόμους.

Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις, που η κυβέρνηση έδειξε να απειλεί τις παραστρατιωτικές ομάδες. Ετσι, για παράδειγμα, ο Πρόεδρος της Κολομβίας Ερνέστο Σαμπέρ επικήρυξε, στα τέλη του 1997, έναντι υψηλής αμοιβής, τους αρχηγούς της οργάνωσης "Ενωμένες Μονάδες Αυτοάμυνας". Επρόκειτο, όπως έδειξαν οι εξελίξεις, για κίνηση εντυπωσιασμού που έγινε κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης, αλλά και για παιχνίδι πιέσεων μέσα στους κόλπους της εξουσίας, καθώς οι τελευταίοι θέλησαν, ως φαίνεται, να διαδραματίσουν έναν περισσότερο αυτόνομο πολιτικό ρόλο. Τελικά, η κυβέρνηση ήρθε ουσιαστικά να νομιμοποιήσει τη δράση των παραστρατιωτικών οργανώσεων με πρόσφατο νόμο.

Οι παραστρατιωτικές οργανώσεις στην Κολομβία, όσο και αλλού, παρουσιάζονται ως λαϊκή αυτοάμυνα απέναντι στους αντάρτες. Η πραγματικότητα δεν έχει καμιά σχέση με τους προπαγανδιστικούς αυτούς ισχυρισμούς. Οι ομάδες αυτές συγκροτούνται από πρώην ή εν ενεργεία στρατιωτικούς, πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου ή αποτελούν παράλληλα ιδιωτικούς στρατούς των μεγαλεμπόρων ναρκωτικών. Δεν πρόκειται για πολίτες, συντηρητικών έστω φρονημάτων, που μάχονται ενάντια στους αντάρτες, απλούστατα, γιατί οι οργανώσεις αυτές δολοφονούν άοπλους, στήνοντας ενέδρες σε ανύποπτο τόπο και χρόνο, εισβάλλοντας στα σπίτια τη νύχτα, δολοφονώντας αδιάκριτα όποιον βρεθεί μπροστά τους. Βουλευτές, γερουσιαστές, δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι, συνδικαλιστές, άλλοι αγωνιστές του Κομμουνιστικού Κόμματος Κολομβίας, άλλων οργανώσεων της Αριστεράς, ανθρωπιστικών και γενικότερα δημοκρατικών οργανώσεων, δάσκαλοι, πανεπιστημονικοί, εργάτες και αγρότες είναι τα θύματα των παραστρατιωτικών.

Περιορισμένη δημοκρατία

Ανάλογη είναι η κατάσταση στο Μεξικό, ιδίως στην περιοχή Τσιάπας, χωρίς όμως ο αριθμός των θυμάτων να συναγωνίζεται εκείνον της Κολομβίας. Πολύ πριν την εμφάνιση των Ζαπατίστας, οι μεγαλογαιοκτήμονες είχαν συγκροτήσει ιδιωτικούς στρατούς, για την προστασία τους, υποτίθεται, από το έγκλημα, στην πραγματικότητα όμως για να τρομοκρατούν τους αγρότες και να καταστέλλουν τις διεκδικήσεις τους. Συναντάμε και εδώ τον ίδιο κύκλο: Ανοχή ως συνενοχή της κυβέρνησης, σχέσεις με το εμπόριο ναρκωτικών, παρουσία των ΗΠΑ με πρόσχημα τα ναρκωτικά, διεφθαρμένη δικαιοσύνη, σφαγές αθώων, ατιμωρησία των ενόχων. Στο Περού, επίσης, η Υπηρεσία Πληροφοριών έχει αναλάβει τη συγκρότηση παραστρατιωτικών ομάδων.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι η πολυδιαφημισμένη μετάβαση στη δημοκρατία στη Λ. Αμερική πρέπει να τεθεί εντός πολλών εισαγωγικών. Στη Χιλή ο πρώην αιμοσταγής δικτάτορας ανακηρύσσεται ισόβιος γερουσιαστής, σε Βραζιλία, Μεξικό, Κολομβία, κυριαρχεί ο τρόπος της ασυδοσίας των κατασταλτικών μηχανισμών και των παραστρατιωτικών, στη Γουατεμάλα η τιμωρία των εγκληματιών του εμφυλίου πολέμου προχωρά με ρυθμούς χελώνας. Στο Περού ο Πρόεδρος Φουτζιμόρι κυβερνά κατά παράβαση του Συντάγματος με τρόπο δικτατορικό. Γενικότερα, σε όλη την ήπειρο εγκαθίσταται μία αστική δημοκρατία, εξαιρετικά περιορισμένη, αιχμάλωτη του στρατού, ο οποίος δείχνει έτοιμος να επέμβει όποτε χρειαστεί, έρμαιο της ασυδοσίας της εγχώριας ολιγαρχίας και των βορειοαμερικάνικων και ευρωπαϊκών πολυεθνικών.

Ωστόσο, οι παραστρατιωτικές οργανώσεις δεν είναι φαινόμενο ειδικά λατινοαμερικάνικο. Η ιστορία του εργατικού και γενικότερα του επαναστατικού κινήματος είναι συνδεδεμένη με τις λυσσαλέες προσπάθειες της άρχουσας τάξης να διατηρήσει την εξουσία της. Στην προσπάθειά της αυτή, χρησιμοποιεί και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις ή άλλες παρόμοιες μορφές.

Είναι για τους λόγους αυτούς εξαιρετικά σημαντική η ανάπτυξη ενός πλατιού κινήματος δημοκρατικής αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζόμενους λαούς της Λ. Αμερικής. Η άνοδος της δυναμικής του λαϊκού κινήματος στις χώρες αυτές, όπως και σε όλο τον κόσμο, θα δώσει την πρέπουσα απάντηση σε εκείνους που δε διστάζουν να μετατραπούν σε σφαγείς των λαών για να εξασφαλίσουν τα υπερκέρδη της απανταχού πλουτοκρατίας.

Δημήτρης ΚΑΛΤΣΩΝΗΣ

1. Βλ. εφημ. "Ελευθεροτυπία", 20.3.98 και 9.4.98

2. Βλ. J. P. Stedile - F. Sergio. Ο αγώνας για τη γη στη Βραζιλία, εκδ. "Αλφα" 1997, σελ. 28

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Νέα χρονιά με νέες δολοφονίες πρώην ανταρτών(2021-01-09 00:00:00.0)
Εφτασαν τους 130 οι δολοφονημένοι αντάρτες(2019-05-16 00:00:00.0)
Συνεχίζονται οι δολοφονίες αγωνιστών(2007-02-03 00:00:00.0)
Ο καλύτερος σύμμαχος των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική(2006-04-22 00:00:00.0)
Ανάμειξη της «Κόκα-Κόλα» σε δολοφονία συνδικαλιστών(2001-11-25 00:00:00.0)
Αλληλεγγύη στο λαό της Κολομβίας(1998-09-17 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ