ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 26 Απρίλη 2003 - Κυριακή 27 Απρίλη 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Γιάννης Κ. Τριανταφύλλου - Πράντζας (1894-1984)

Ο Γιάννης Τριανταφύλλου (1894-1984) γεννήθηκε στο χωριό Καλοσκοπή (Κουκουβίτσα) Παρνασσίδας του Νομού Φωκίδας. Υπηρέτησε 8 χρόνια στον ελληνικό στρατό και πήρε μέρος στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο στο μακεδονικό μέτωπο, στην ουκρανική εκστρατεία στα 1919 και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Εργασίες του που έχουν εκδοθεί είναι: «Οι εκστρατείες της Ουκρανίας και της Μ. Ασίας», «Οι συνθήκες εργασίας στα μεταλλεία Λαυρίου (1880-1920)», όπου εργάστηκε και ο ίδιος 14 χρόνια «Κουταλαίενα», η τραγική ιστορία μιας μάνας, «Η γιαγιά μου η Σούηαινα ο θηλυκός Ιπποκράτης του χωριού μου», «Τα εξωκλήσια του χωριού μου» και «Οι αναμνήσεις ενός οργανοπαίκτη», που αποτελείται από 32 αυτοτελείς ιστορικές μνήμες μιας αλλοτινής εποχής με ήθη και έθιμα του τόπου μας, αλλά και ιστορικά γεγονότα. Από το ως άνω έργο του είναι και το σημερινό δημοσίευμα.

Ο Γιάννης Τριανταφύλλου πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση μέσα από την οργάνωση του ΕΑΜ και το 1948 συνελήφθη και φυλακίσθη στις φυλακές Χαλκίδας χωρίς να περάσει από δίκη μέχρι την απόλυσή του.


Ενα γλέντι μέσα στη θύελλα του εμφύλιου πολέμου

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ηταν 5 του Ιούλη, ημέρα Παρασκευή. Στο μακρινό ΑΪ-Βασίλη της Κάνιανης από πολύ πρωί ακουγόταν το κροτάλισμα όπλων και πολυβόλων από μάχη που γινόταν μεταξύ ανταρτών και στρατού. Τα αεροπλάνα από χαμηλό ύψος πυροβολούσαν συνεχώς όχι μόνο το πεδίο της μάχης, αλλά και όπου παρατηρούσαν ανθρώπινη κίνηση.

Η μάχη συνεχίστηκε όλη την ημέρα. Με το σούσουρο εκόπασε και ο αχός των όπλων... Η ώρα θα 'ταν 10 το βράδυ που ο υπεύθυνος του χωριού για την αποστολή συνδέσμων ήρθε και μου είπε να ανέβω στην αγορά. Το φεγγάρι ήταν λιγοστό. Στην άδεια πλατεία περίμενα μαζί με τον υπεύθυνο να έρθει το τμήμα που έδινε τη μάχη όλη την ημέρα στον Αϊ-Βασίλη. «Γιάννη, έχω εντολή, μου είπε, να οδηγήσεις το τμήμα στην Τράκα και να μείνεις και εσύ εκεί έως ότου σου στείλω αντικαταστάτη». Το αντάρτικο τμήμα - γύρω στους 150 άνδρες - έφθασε αργά τη νύχτα στην πλατεία και αφού κάθισαν λίγο για να ξεκουραστούν, ξεκινήσαμε με οδηγό εμένα για την Τράκα.

Στην αλάνα της Τράκας φθάσαμε λίγο πριν ξημερώσει. Η πορεία μας μες στο σκοτάδι της νύχτας δε σε άφηνε να δεις τα πρόσωπα των μαχητών και να προσδιορίσεις την ηλικία τους και ακόμη να έχεις και κάποια φιλική συζήτηση μαζί τους. Κατάκοποι καθώς ήταν οι άντρες του τμήματος, ξάπλωσαν επάνω στο γρασίδι, αφού πρώτα έβγαλαν σκοπούς και έπεσαν όλοι τους για ύπνο.

Σε μένα είπαν πως θα μείνω μαζί τους και την επόμενη ημέρα. Πήγα και εγώ στη ρίζα ενός αιωνόβιου ελάτου, σκεπάστηκα με το σακάκι μου και εκεί έμεινα άυπνος μέχρι που ρόδισαν οι πρώτες θαμπές ηλιακές ακτίνες από την κορυφή της Νευρόπολης του Καλλίδρομου.

Σηκώθηκα, κίνησα για λίγο τα χέρια μου για να ξεμουδιάσουν και να ζεστάνω λίγο το κορμί μου, που το είχε πιρουνιάσει το πρωινό παγωμένο αγιάζι που κατέβαζε η βουνοκορφή της Γκιώνας. Γύρω σκορπισμένοι κοιμόντουσαν ακόμη όλοι οι άντρες του τμήματος. Πήγα και κάθισα επάνω σε μια από τις σκόρπιες μεγάλες πέτρες, όπου οι τσοπάνηδες έβαζαν το αλάτι για να τρώνε τα γιδοπρόβατα. Καθισμένος αγνάντευα στο βάθος του ορίζοντα και στα χαμηλά τα σπίτια του χωριού.

Μέσα στα στενά σοκάκια φαίνονται κάπου - κάπου ανθρώπινες σιλουέτες να κυκλοφορούν. Καθισμένος και σκεπτικός αναλογιζόμουν πόσο οι καιροί είναι άσχημοι, και μόνο ο θεός γνωρίζει τι θα μας ξημερώσει η αυριανή ημέρα. Τις σκέψεις μου και τους προβληματισμούς μου τους διέκοψε ένας νεαρός αντάρτης, γύρω στα 17, που είχε ξυπνήσει και ήρθε και κάθισε δίπλα μου. «Τι κοιτάς συναγωνιστή;», μου είπε. «Τον ορίζοντα με τον ήλιο; Για να δούμε τι μας επιφυλάσσει και σήμερα η νέα ημέρα. Βλέπεις συναγωνιστή, τα γεγονότα που θα συμβούν είναι αδύνατο να τα προβλέψει κανείς και να τα κατευθύνει. Σε κατευθύνουν πάντα αυτά και κανένας δεν ξέρει πού μπορούν να σε οδηγήσουν». Με την κουβέντα πήρα και εγώ θάρρος και τον ρώτησα από πού είναι και πώς βρέθηκε στα μέρη μας. Ο νεαρός, αφού πήρε μια βαθιά ανάσα και έβγαλε ένα συρτό αναστεναγμό, μου απάντησε: «Συναγωνιστή, το τμήμα μoυ είναι όλο από την περιοχή της Θεσσαλίας κι εγώ κατάγομαι από την Ανω Κτημένη Καρδίτσας, ένα χωριό σαν το δικό σας, αλλά ημιορεινό. Δε μου πάει ύπνος από τη στενοχώρια μου. Εχω να πάρω νέα από τους δικούς μου και αυτοί από μένα εδώ και τρεις μήνες από την ημέρα που το τμήμα μου πήρε εντολή να κατέβει προς τα μέρη σας. Τώρα θα σε τρώει η περιέργεια γιατί έγινα αντάρτης τόσο μικρός. Να σου πω. Ο πατέρας μου στη γερμανική κατοχή ήταν υπεύθυνος του ΕΑΜ στο χωριό. Με την απελευθέρωση άρχισαν από τις συμμορίες του Σούρλα οι συλλήψεις και οι ξυλοδαρμοί όλης της οικογένειας. Είμαστε 5 αδέλφια: τρία αγόρια και δύο κορίτσια. Μας ρήμαξαν όλους στο ξύλο και μας άδειασαν όλο το σπίτι από τα υπάρχοντά μας, μας πήραν όλο το κοπάδι τα πρόβατα που είχαμε και με αυτά ζούσε η οικογένειά μου. Οταν την τελευταία φορά τους ξέφυγα, είπα ότι ζωντανό δε θα με ξαναπιάσουν και έφυγα για το βουνό.

Πιστεύω πως πολύ σύντομα την ίδια απόφαση θα πάρουν και τα υπόλοιπα αδέλφια μου, εκτός από τον πρώτο που τον πήραν στρατιώτη. Τώρα πού βρίσκεται δεν ξέρω. Ισως σε κάποια μάχη να είναι και απέναντί μου.

Αυτά που λες, συναγωνιστή. Τώρα ποιος θα βγει πέρα ζωντανός από αυτή την περιπέτεια ένας θεός μόνο το ξέρει. Εσύ, συναγωνιστή, με τι δουλιές ασχολείσαι στο χωριό σου;».

«Και τι δεν έχω κάνει παιδί μου, τον πολυτεχνίτη και τον ερημοσπίτη που λένε. Για να επιζήσεις σε αυτό τον άγονο τόπο πρέπει να κάνεις πολλές δουλιές», και του απαρίθμησα όλα τα επαγγέλματα που υπηρετώ, μεταξύ αυτών και του οργανοπαίχτη.

Με την κουβέντα η ώρα είχε περάσει και ο ήλιος είχε ανέβει μια βουκέντρα στον ορίζοντα. Σιγά - σιγά ο ένας μετά τον άλλο οι σκόρπιοι κοιμισμένοι αντάρτες ξύπναγαν, πήγαιναν στη μικρή πηγή, ξέπλεναν τα πρόσωπά τους και μετά έβγαιναν στον ήλιο για να τους ζεστάνει. Η μεγάλη αλάνα της Τράκας γέμισε από νιάτα και ζωή. Στο φως της ημέρας τώρα έβλεπα ποιους οδηγούσα τη νύχτα μες στο σκοτάδι στον ανηφορικό δρόμο για την Τράκα. Ολοι τους ήταν νέα παιδιά από 17 μέχρι 30 ετών...

Ολοι οι άνδρες του τμήματος φορούσαν στρατιωτικές στολές του κυβερνητικού στρατού που τις είχαν πάρει από αιχμαλώτους που είχαν συλλάβει. Τους άνδρες του κυβερνητικού στρατού που αιχμαλώτιζαν, αφού τους έπαιρναν τα ρούχα, τα άρβυλα και τον οπλισμό τους, τους άφηναν ελεύθερους να επιστρέψουν στις μονάδες τους.

Αντιθέτως, είναι απολύτως βέβαιο, ότι όσους αντάρτες συνελάμβανε ο κυβερνητικός στρατός δεν εγλίτωνε κανείς από την εκτέλεση.

Διακριτικά αξιωματικού δε φορούσε κανένας από τους άνδρες του τμήματος και δεν ήταν δυνατόν να επισημάνεις ποιοι είναι οι ηγήτορες αυτού του τμήματος. Υπήρχε μεγάλη και αυθόρμητη πειθαρχία από όλους τους άνδρες του τμήματος. Το ηθικό τους έδειχνε πως ήταν πολύ υψηλό και πως πίστευαν με την καρδιά τους στον αγώνα που διεξήγαγαν και πως είναι αποφασισμένοι να δώσουν και αυτή τη ζωή τους γι' αυτόν.

Στην απέναντι πλευρά, στην περιοχή της Αγίας Τριάδας, από την ανατολή του ήλιου δύο αεροπλάνα στριφογύριζαν σε χαμηλό ύψος και πολυβολούσαν συνεχώς σε υψώματα και βουνοκορφές σε στόχους όπου νόμιζαν ότι δύναται να φωλιάζει ο εχθρός. Η δυνατή φωνή ενός γεροδεμένου αντάρτη συγκέντρωσε όλους τους άνδρες του τμήματος κάτω από το αιωνόβιο έλατο.

Απ' ό,τι πήρε τ' αυτί μου θα γινόταν συζήτηση και κριτική της χθεσινής μάχης που είχε δώσει το τμήμα στον Αϊ-Βασίλη της Κάνιανης. Πρώτος μίλησε ο άνδρας που φώναζε να συγκεντρωθεί το τμήμα. Είπε πολλά και ενδιαφέροντα για την εξέλιξη της μάχης και όλοι τον άκουγαν με μεγάλη προσοχή. Μετά πήραν το λόγο πολλοί μαχητές και ο καθένας έκανε τις δικές του παρατηρήσεις και τα δικά του παράπονα.

Επισημάνθηκαν λάθη και παραλείψεις, αλλά και ηρωισμοί ξεχωριστών μαχητών.

Εγώ καθισμένος στην άκρη της συγκέντρωσης παρακολουθούσα την όλη συζήτηση και τον τρόπο διεξαγωγής της, κάτι πρωτόγνωρο για μένα, που με άφησε πραγματικά άναυδο. Προσωπικά είχα στρατιωτική θητεία 8 χρόνων με εκατοντάδες μάχες στο ενεργητικό μου: από τη Βεσαραβία της Ουκρανίας μέχρι την Αλμυρή Ερημο της Μ. Ασίας. Βλέποντας αυτά τα παιδιά και ζώντας μαζί τους μου ήταν αδύνατον να κάνω συγκρίσεις με οποιοδήποτε άλλο στρατιωτικό τμήμα. Μάλιστα, αυτή τη μεγάλη διαφορά τη διαπίστωσα τον επόμενο χρόνο, όταν βρέθηκα βίαια να ακολουθώ τον κυβερνητικό στρατό σαν αγωγιάτης με το άλογό μου σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που έκανε στην περιοχή. Εδώ όλη η δομή, η ψυχολογία, η αποφασιστικότητα και η πίστη που χαρακτήριζε τους άνδρες αυτού του τμήματος, είναι κάτι το ανεπανάληπτο. Μεταξύ των ανδρών ήταν και 5 κοπέλες, που εάν δεν τις πρόσεχες καλά, δεν ήταν εύκολο να τις αναγνωρίσεις. Φορούσαν τις ίδιες στολές και την ίδια αρματωσιά, όπως και οι άνδρες. Πριν καλά καλά τελειώσει η συζήτηση του τμήματος, δύο αντάρτες έφεραν επάνω σε δύο μουλάρια το φαγητό της ημέρας, θυμάμαι είχαν φέρει μακαρονάκι κοφτό από τα μαγειρεία που ευρίσκοντο σε σημείο που να μην εντοπίζονται από τα αεροπλάνα από τον καπνό που έβγαζαν. Εγινε το σερβίρισμα και οι άνδρες του τμήματος σκόρπισαν κατά παρέες και έπεσαν επάνω στη μακαρονάδα με έκδηλη βουλιμία, από την πείνα που είχαν. Απ' ό,τι μου είπαν, είχαν δύο ημέρες να φάνε φαγητό, μόνο με νερό την έβγαζαν. Φαγητό πρόσφεραν και σε μένα, μιας και προσωρινά άνηκα στη δύναμή τους. Οταν τέλειωσαν το φαγητό τους συγκεντρώθηκε όλη η δύναμη του τμήματος κάτω από το αιωνόβιο έλατο και άρχισε να τραγουδά πρωτάκουστα τραγούδια που δεν είχαν καμιά σχέση με τα γνωστά κατοχικά ΕΛΑΣίτικα.

Οι σκοποί τους ήταν όπως και τότε επαναστατικοί, αλλά τα λόγια αναφέρονταν σε καινούριους αγώνες και στα νέα δεινά που βρήκαν τη χώρα μας. Δεν άργησε μια ομάδα να σύρει και το χορό. Το γλέντι σιγά - σιγά έπαιρνε την όψη παλαιού πανηγυριού. Ολο το τμήμα χόρευε και τραγουδούσε. Βλέπεις τα έρημα και γεμάτα ζωή νιάτα δεν τα καθηλώνει και δεν τα αδρανεί ούτε ο πόλεμος, ούτε οι φωτιές του θανάτου.

Σε κάποια στιγμή σηκώθηκε το παλικάρι που μιλούσαμε το πρωί και φωνάζοντας δυνατά, είπε: «Βρε συναγωνιστές, εδώ έχουμε έναν οργανοπαίχτη από την Κουκουβίστα που παίζει κλαρίνο. Να πεταχτώ να του το φέρω να μας παίξει να χορέψουμε;».

Με την ομόφωνη γνώμη όλων ο νεαρός έφυγε για το χωριό να φέρει το κλαρίνο μου. Σε μια ώρα ο νεαρός Θεσσαλός αντάρτης επέστρεψε στην Τράκα κομίζοντας το κλαρίνο μου.

Οταν άρχισα να παίζω, έγινε χαλασμός. Ολοι οι άνδρες μπήκαν στο χορό σε τρεις σειρές και το κέφι ήταν έκδηλο σε όλο το τμήμα. Η αλάνα της Τράκας είχε πολλά χρόνια να δει γλέντι και χορό με πολλούς ανθρώπους σαν τη σημερινή ημέρα. Το σημερινό όμως γλέντι ήταν τόσο διαφορετικό από αυτά που είχα γνωρίσει εγώ μέχρι σήμερα...

Σε κάποια στιγμή και ενώ εγώ συνέχιζα να παίζω, οι χορευτές σταμάτησαν το χορό και ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Σταμάτησα κι εγώ για να δω τι συμβαίνει.

Ενας νέος άνδρας ντυμένος στρατιωτικά ήρθε και στάθηκε στο κέντρο του χορού και χαιρέτησε το τμήμα. «Θα σας διακόψω για λίγο, είπε, να σας πω δυο λόγια και μετά συνεχίζετε».

Τα λόγια του έδειχναν άνθρωπο μορφωμένο και με ηγετικά χαρίσματα. Συμπαθέστατος στην όψη, σε παρέσυρε με τα λόγια του και τα επιχειρήματά του. Εκανε ανάλυση της κατάστασης και ανέπτυξε τις νέες προοπτικές που έμπαιναν από δω και πέρα για το Δημοκρατικό Στρατό. Οταν τέλειωσε την ομιλία του ήρθε σε μένα και με ρώτησε από ποιο χωριό είμαι και πώς λέγομαι. Οταν του είπα από πού είμαι και πώς λέγομαι, χαμογέλασε, ήρθε πιο κοντά και με χτύπησε στον ώμο. «Συναγωνιστή, ξέρεις έχουμε το ίδιο επώνυμο, λες να είμαστε απόγονοι του Μακρυγιάννη; Και κείνος Τριανταφύλλου λεγόταν και ήταν από την περιοχή μας και για τους ίδιους αγώνες με τους δικούς μας χαράμισε όλη τη ζωή του». Γέλασαν οι άνδρες του τμήματος γι' αυτήν τη σύμπτωση. Αργότερα ρώτησα και έμαθα ποιος ήταν ο νέος που ήρθε και μίλησε.

Ηταν ο Νίκος Τριανταφύλλου, ηγετικό στέλεχος του αντάρτικου στρατού στη Ρούμελη. Το γλέντι κράτησε μέχρι τις απογευματινές ώρες. Η εντολή ξαναδόθηκε από τον ίδιο τον Ν. Τριανταφύλλου. «Παιδιά σιγά - σιγά να ετοιμάζεστε, σε λίγο φεύγουμε». Και απευθυνόμενος σε μένα με αρκετή ευγένεια μου είπε: «Εσύ, συναγωνιστή, έλα μαζί μου». Πήγαμε λίγα βήματα πιο κει και βγάζοντας από την τσέπη της χλαίνης του ένα κλειστό φάκελο μου είπε: «Συναγωνιστή, αυτό το γράμμα αύριο το πρωί πρέπει να το πας στο χωριό Παύλιανη. Εκεί θα βρεις τον υπεύθυνο Τριαντάφυλλο, θα το δώσεις και θα μας φέρεις πίσω απάντηση. Πρόσεχε όμως, στην περιοχή υπάρχει κυβερνητικός στρατός, μην πέσεις επάνω τους. Λάβε τα μέτρα σου για να μην έχεις μπλεξίματα. Τώρα είσαι ελεύθερος να φύγεις». Εφυγα, αφήνοντας πίσω μου την Τράκα με το αντάρτικο τμήμα έτοιμο για αναχώρηση...



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ