ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 25 Φλεβάρη 2015
Σελ. /24
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΟΙ ΑΝΤΙΛΑΪΚΕΣ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ ΤΗΣ «ΛΙΣΤΑΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ» ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Εγγυήσεις στην εργοδοσία για «ελαστικότητα» και μισθούς πείνας

Περιγράφει μηχανισμούς διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού παρόμοιους με αυτούς που νομοθέτησε η προηγούμενη κυβέρνηση

Σε ό,τι αφορά τα εργασιακά, η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται «να υιοθετήσει την βέλτιστη πρακτική της ΕΕ σε όλο το εύρος της νομοθεσίας που αφορά την αγορά εργασίας μέσω διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους, ενώ θα ωφεληθεί από την τεχνογνωσία των ILO, ΟΟΣΑ και της υπόλοιπης τεχνικής συνδρομής».

Η γενικόλογη αυτή διατύπωση, από την οποία απουσιάζει ακόμα και φραστικά η υπόσχεση για επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων, εξειδικεύεται αμέσως μετά, με τη δέσμευση της κυβέρνησης «να προχωρήσει σε μια σταδιακή νέα προσέγγιση στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας με ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και δικαιοσύνης. Αυτό περιλαμβάνει την φιλοδοξία για εξορθολογισμό και σε βάθος χρόνου την αύξηση του κατώτατου μισθού με έναν τρόπο που θα διαφυλάσσει την ανταγωνιστικότητα και τις προοπτικές της απασχόλησης.

Η έκταση και το timing των αλλαγών στον κατώτατο μισθό θα γίνουν με διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και τους Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς Θεσμούς (συμπεριλαμβάνεται το ILO) και θα λάβει σοβαρά υπόψη τις συμβουλές ενός νέου ανεξάρτητου σώματος για το αν οι αλλαγές στους μισθούς είναι σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στην παραγωγή και την ανταγωνιστικότητα».

Σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις, είναι φανερό ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να διατηρήσει και να επεκτείνει όλο το πλέγμα της ελαστικότητας στην αγορά εργασίας, με το φερετζέ της «δικαιοσύνης», που θα συνδυάσει τάχα με την ευελιξία. Θυμίζουμε ότι αντίστοιχης έμπνευσης ήταν και η έννοια της «ευελφάλειας», του συνδυασμού δηλαδή της ευελιξίας με την ασφάλεια, η οποία αποτέλεσε το προκάλυμμα για την παραπέρα ανατροπή των εργασιακών σχέσεων από την ΕΕ και τις κυβερνήσεις των προηγούμενων χρόνων.

Σαν αποτέλεσμα, καταργήθηκε σχεδόν κάθε έννοια σταθερής και μόνιμης δουλειάς με πλήρη δικαιώματα στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, ενώ η ημιαπασχόληση, η μερική απασχόληση και η υποαπασχόληση κερδίζουν συνεχώς έδαφος. Ηδη, στην Ελλάδα μία στις δύο νέες θέσεις εργασίας είναι μερικής απασχόλησης και «εκ περιτροπής εργασίας», οι οποίες αποτελούν και έναν από τους βασικούς λόγους που χιλιάδες εργαζόμενοι αμείβονται σήμερα με μισθούς πολύ πιο κάτω κι απ' αυτόν τον κατώτατο μισθό.

Ο κατώτατος μισθός

Εκεί, όμως, που η κυβέρνηση αποκαλύπτεται πλήρως, είναι όταν αναφέρεται στον κατώτατο μισθό. Κατ' αρχήν, στο κείμενο της συμφωνίας, η δέσμευση ότι θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός μετατράπηκε σε «φιλοδοξία», μεταφέροντας πιο πίσω χρονικά ακόμα και τη συζήτηση για οποιασδήποτε αύξηση, σε συνεννόηση μάλιστα με τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς θεσμούς, δηλαδή αυτούς που μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ως «τρόικα».

Κατά δεύτερο, η κυβέρνηση ομολογεί ότι οι όποιες αυξήσεις θα πρέπει να είναι σε συνάρτηση με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και γι' αυτό το σκοπό θα θεσπίσει ένα «νέο ανεξάρτητο σώμα», που θα γνωμοδοτεί σχετικά. Το «σενάριο», όμως, που περιγράφει η κυβέρνηση δεν απέχει πολύ από το μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, που θέσπισε η προηγούμενη συγκυβέρνηση, με το νόμο 4172/2013 (θα ισχύει από τη 1/1/2017).

Συγκεκριμένα, το άρθρο 103 («Διατάξεις για τον κατώτατο μισθό») του νόμου που ψήφισε η προηγούμενη συγκυβέρνηση, προβλέπει τα εξής:

-- «(...) Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών».Είναι όλα αυτά που η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ονομάζει με μια φράση «εξελίξεις στην παραγωγή και την ανταγωνιστικότητα».

-- «Για τον ορισμό του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου διεξάγεται διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης με την τεχνική και επιστημονική υποστήριξη εξειδικευμένων επιστημονικών, ερευνητικών και συναφών φορέων και εμπειρογνωμόνων, σε θέματα οικονομίας και ιδίως οικονομίας της εργασίας, κοινωνικής πολιτικής καθώς και εργασιακών σχέσεων (...)».Ολες οι παραπάνω αρμοδιότητες ανατίθενται στο «νέο ανεξάρτητο σώμα» που δεσμεύεται να φτιάξει ο ΣΥΡΙΖΑ.

-- Ο ίδιος νόμος περιγράφει ένα ευρύ φάσμα «κοινωνικών εταίρων» που θα συμμετέχουν στη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού (ΓΣΕΕ, εργοδοτικές ενώσεις) και προβλέπει τη συγκρότηση τριμελούς Επιτροπής για το συντονισμό της διαπραγμάτευσης κάθε χρόνο. Είναι αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ ονομάζει «διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και τους Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς Θεσμούς».

Καταδίκη για τους άνεργους

Τέλος, όπως προκύπτει από το κείμενο της συμφωνίας, τα μεγαλύτερα θύματα της «ελαστικότητας» στην αγορά εργασίας θα συνεχίσουν να είναι οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι, για τους οποίους η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεσμεύεται: «Να επεκτείνει και αναπτύξει τα υπάρχοντα σχέδια που παρέχουν προσωρινή απασχόληση στους ανέργους, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους και όταν υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια. Παράλληλα να αναβαθμίσει τα προγράμματα επιμόρφωσης των μακροχρόνια ανέργων».

Με άλλα λόγια, η «λύση» που προτείνει και ο ΣΥΡΙΖΑ για τους ανέργους, είναι η συνέχιση της περιπλάνησης από την ανεργία στη μερική απασχόληση και την υποαπασχόληση για ορισμένο διάστημα, μέσα από τα γνωστά προγράμματα των «ενεργητικών πολιτικών», που δίνουν τζάμπα εργαζόμενους στις επιχειρήσεις, και μετά ξανά πίσω στην ανεργία. Κι όλα αυτά, μόνο με την προϋπόθεση ότι θα το επιτρέπουν τα δημοσιονομικά! Μ' αυτήν τη μισοζωή καλεί ο ΣΥΡΙΖΑ τη νεολαία να συμβιβαστεί...

Πλήρης δέσμευση για εφαρμογή των αντιασφαλιστικών νόμων

Παραμένει άθικτο το πλαίσιο που έφτιαξαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. «Εκσυγχρονισμός» βαφτίζονται οι παραπέρα ανατροπές

Την πλήρη εφαρμογή όλων των «μνημονιακών» νόμων που ενταφίασαν τα ασφαλιστικά δικαιώματα εκατομμυρίων εργαζομένων και λεηλάτησαν τις συντάξεις των συνταξιούχων, δεσμεύεται ότι θα υλοποιήσει η κυβέρνηση.

Στο τμήμα της επιστολής της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προς το Γιούρογκρουπ υπό τον τίτλο «Μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης» χωρίς περιστροφές και από τις πρώτες λέξεις κάνει καθαρό πως «Η Ελλάδα δεσμεύεται να συνεχίσει τον εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος» (!) Δηλαδή, η κυβέρνηση αναγνωρίζει πλέον τους αντιασφαλιστικούς νόμους και ολόκληρο το αντιασφαλιστικό οικοδόμημα που νομοθέτησαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, θα συνεχίζει να τους εφαρμόζει, βαφτίζοντας αυτές τις ανατροπές «εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος».

«Εκσυγχρονισμός», λοιπόν, είναι σύμφωνα με την κυβέρνηση το κόψιμο των συντάξεων κύριων και επικουρικών, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια, η κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης για τις γυναίκες, τις μητέρες με ανήλικα, τα ΒΑΕ, η καθιέρωση της 40ετίας αντί της 35ετίας για το δικαίωμα στην πλήρη σύνταξη. «Εκσυγχρονισμός» είναι, όμως, και η διάλυση της Επικουρικής Ασφάλισης. Αυτά ακριβώς τα μέτρα, τα οποία ενδεικτικά και μόνο απαριθμήσαμε, η κυβέρνηση δεσμεύεται να τα εφαρμόσει στο ακέραιο και να τα συνεχίσει.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει και από τη συνέχεια της επιστολής, η κυβέρνηση αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας και πρόσθετα μέτρα. Οπως σημειώνεται:

«Οι αρχές θα:

  • Συνεχίσουν να εργάζονται σε διοικητικά μέτρα για την ενοποίηση και τον εκσυγχρονισμό των συνταξιοδοτικών πολιτικών και την εξάλειψη των "παραθύρων" και κινήτρων που αυξάνουν τον υπερβολικό ρυθμό των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων σε όλη την οικονομία και, πιο συγκεκριμένα, στον τραπεζικό και δημόσιο τομέα». Δηλαδή, η κυβέρνηση σκοπεύει να αυξήσει και πάλι τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης - όπως είχαν δεσμευτεί και οι προηγούμενοι - για τις κατηγορίες και ομάδες ασφαλισμένων που είχαν ακόμα τη δυνατότητα να συνταξιοδοτούνται με ειδικά ηλικιακά όρια, πριν τα γενικά ανώτερα όρια (ασφαλισμένοι πριν το 1983, μητέρες με ανήλικα παιδιά, ΒΑΕ, ένστολοι). Η νέα επίθεση, όπως φαίνεται, θα επικεντρωθεί σε ομάδες εργαζομένων στο δημόσιο και στις τράπεζες που έχουν ακόμα ειδικά ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης.
  • «Ενοποιήσουν συνταξιοδοτικά ταμεία προκειμένου να υπάρξει εξοικονόμηση». Οι ενοποιήσεις που δήθεν γίνονται για να εξοικονομηθούν λειτουργικά κόστη, ήταν η μόνιμη επωδός όλων των ενοποιήσεων που προηγήθηκαν, στην πράξη όμως οδήγησαν σε συρρίκνωση ασφαλιστικών δικαιωμάτων όλων των ασφαλισμένων. Ηταν, δηλαδή, ενοποιήσεις πάντα προς τα κάτω.
  • «Καταργήσουν σταδιακά τις χρεώσεις υπέρ τρίτων με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο». Η πρόβλεψη αυτή σημαίνει κατάργηση όλων των κοινωνικών πόρων που έχουν απομείνει, όπως ακριβώς έκανε και η προηγούμενη κυβέρνηση για τους κοινωνικούς πόρους στα επικουρικά. Με δεδομένο ότι οι πόροι αυτοί δεν θα καλυφθούν από το κράτος («δημοσιονομικά ουδέτερα»), αυτό θα βαθύνει τα οικονομικά προβλήματα των Ταμείων, που ακόμα στηρίζονται σε τέτοιους πόρους και επί της ουσίας αποτελούν σε αρκετές περιπτώσεις εργοδοτική εισφορά (π.χ. αγγελιόσημο για τα Ταμεία του Τύπου).
  • «Εδραιώσουν έναν στενότερο δεσμό μεταξύ των συνταξιοδοτικών εισφορών και των εισοδημάτων». Αυτή η δέσμευση δεν προϊδεάζει μόνο για αλλαγές στο σύστημα εισφορών στα Ταμεία των αυτοαπασχολούμενων, που φαίνεται να συνδέεται με τα εισοδήματά τους, κάτι που σε αρκετές περιπτώσεις θα οδηγήσει σε μείωση και των μελλοντικών τους συντάξεων, με δεδομένη τη σημερινή κρίση. Η σκόπιμα γενικόλογη διατύπωση προϊδεάζει και για γενικότερες αντιδραστικές αλλαγές στο σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς έρχεται λίγες μόνο μέρες μετά την πρόταση Ρωμανιά να καταργηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές και να αντικατασταθούν από ένα φόρο επί του εισοδήματος, με εξίσωση όλων των παροχών προς τα κάτω.
  • «Θα εκσυγχρονίσουν τα επιδόματα». Ο «εκσυγχρονισμός» των επιδομάτων είναι κατεύθυνση του ΟΟΣΑ, ο οποίος, σε έκθεσή του το 2013 πρότεινε ανάμεσα σε άλλα: Να μειωθεί κατά 30% - 60% το ποσοστό του ΑΕΠ που καταβάλλεται για αναπηρικές συντάξεις και επιδόματα αναπηρίας. Το 2009 ήταν 1% και στόχος είναι να πέσει στο 0,4% (με το σημερινό ΑΕΠ, σημαίνει ψίχουλα). Δεν μπορεί κάποιος που είναι ικανός για οποιαδήποτε εργασία να λαμβάνει αναπηρική σύνταξη ή αναπηρικό επίδομα. Κανένα επίδομα ή αναπηρική σύνταξη πάνω από 500 ευρώ, δηλαδή ψίχουλα στην κυριολεξία, αν υπολογίσει κανείς τις τεράστιες ανάγκες που προκύπτουν από την αναπηρία τους. Δεν μπορεί να δίνεται σύνταξη ή επίδομα σε κάποιον που έχει οικογενειακό εισόδημα πάνω από ένα συγκεκριμένο όριο («σκαλοπάτι»). Τα περιουσιακά στοιχεία θα αποτελούν κριτήριο για αναπηρική σύνταξη ή επίδομα.
  • «Θα ενισχύσουν τα κίνητρα για τη δήλωση εργασίας και θα παράσχουν στοχευμένη βοήθεια σε υπαλλήλους ηλικίας 50-65 ετών, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος Εγγυημένου Εισοδήματος, έτσι ώστε να εξαλειφθούν οι κοινωνικές και πολιτικές πιέσεις για πρόωρη συνταξιοδότηση η οποία επιβαρύνει υπέρμετρα τα συνταξιοδοτικά ταμεία». Το ενδιαφέρον τους για τους ανέργους μετά την ηλικία των 50 ετών επικεντρώνεται στο πώς αυτές οι ηλικίες ανέργων θα συνεχίζουν να παραμένουν σε κάποια απασχόληση, αρκεί να μη βγούνε σε συνταξιοδότηση και επιβαρύνουν τα Ταμεία!
Μία από τα ίδια για μισθολόγιο και προσλήψεις στο Δημόσιο

Στο κεφάλαιο «Δημόσια Διοίκηση και διαφθορά», η κυβέρνηση εγγυάται μόνο τα σημερινά κατώτατα όρια στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και δεσμεύεται για στενότερη σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα. Γράφει μεταξύ άλλων: «(Δεσμεύεται να) μεταρρυθμίσει το πλέγμα των μισθών του δημοσίου τομέα με σκοπό να αποσυμπιέσει την κατανομή των μισθών μέσω αύξησης της παραγωγής και κατάλληλων πολιτικών προσλήψεων χωρίς να μειώνονται τα τρέχοντα κατώτατα επίπεδα μισθών».

Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση εγγυάται ότι όποιες προσλήψεις γίνουν και όποια αναδιάρθρωση προκύψει στο μισθολόγιο, «δεν θα αυξηθεί ο λογαριασμός των μισθών του δημοσίου», που σημαίνει συνέχιση της ίδιας πολιτικής για τις προσλήψεις, που έχει αφήσει γυμνά από προσωπικό τα νοσοκομεία και με τεράστια κενά τα σχολεία και τους δήμους.

Κατά τα άλλα, η κυβέρνηση δεσμεύεται να «εξορθολογήσει τα μη μισθολογικά επιδόματα, για να μειωθούν οι συνολικές δαπάνες, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η λειτουργία του δημοσίου τομέα, σε συμμόρφωση προς τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ», που σημαίνει παραπέρα μειώσεις στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, έστω κι αν αυτές γίνονται με το «φερετζέ» των μη μισθολογικών επιδομάτων. Να σημειωθεί ότι στο κείμενο παραμένει αδιευκρίνιστο το ποιες δαπάνες περιλαμβάνονται σ' αυτά τα επιδόματα.

Τέλος, η κυβέρνηση θα προωθήσει μέτρα που: «Θα βελτιώνουν τους μηχανισμούς προσλήψεων, θα ενθαρρύνουν τους αξιοκρατικούς διορισμούς σε διοικητικές θέσεις, θα παρέχουν πραγματική αξιολόγηση των υπαλλήλων και θα καθιερώνουν δίκαιες διαδικασίες για τη μεγιστοποίηση της κινητικότητας ανθρώπινων και άλλων πόρων εντός του δημόσιου τομέα». Δηλαδή, αξιολόγηση και κινητικότητα, δύο από τους πυλώνες της «μνημονιακής» πολιτικής στο Δημόσιο, διατηρούνται αυτούσιοι, έστω κι αν η συγκυβέρνηση επιχειρήσει να τους εφαρμόσει με νέο «αμπαλάζ».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ