ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 25 Δεκέμβρη 2014
Σελ. /24
Το Ιντερνετ ως μέσο ενημέρωσης και ως εργαλείο χειραγώγησης της νεολαίας

Συζήτηση και προβληματισμός σε εκδήλωση που διοργάνωσαν πρόσφατα οι Οργανώσεις της ΚΝΕ στους εργαζόμενους των ΜΜΕ και στα πανεπιστημιακά Τμήματα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ και Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου

Το Ιντερνετ χρησιμοποιείται καθημερινά από εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και στη χώρα μας, στη δουλειά, στη διασκέδαση, για την αναζήτηση πληροφοριών, την ενημέρωση. Δημιουργεί στο χρήστη του την ψευδαίσθηση της ελευθερίας. Οτι μπορεί εύκολα να συνδεθεί ελεύθερα με οποιονδήποτε σε όλο τον πλανήτη, να επικοινωνήσει με τους φίλους του. Εμφανίζεται σα μια μεγάλη άναρχη θάλασσα από δεδομένα, όπου ο καθένας μπορεί να «σερφάρει» και να βάλει την τάξη που ο ίδιος επιθυμεί.

Είναι όμως έτσι; Μήπως στην πραγματικότητα, τάξη στα δεδομένα βάζουν εκείνοι που έχουν τα οικονομικά μέσα για να επεξεργαστούν αυτόν τον τεράστιο όγκο πληροφοριών και οι υπόλοιποι εν αγνοία τους κινούνται στους δρόμους που χάραξαν οι κάτοχοι των αναγκαίων κεφαλαίων; Εχουν τη δυνατότητα όλες οι φωνές να ακουστούν το ίδιο «δυνατά»; Ποιος ελέγχει σήμερα το διαδίκτυο; Ο νέος που αγωνίζεται πρέπει να κατευθύνει την ενεργητικότητά του στο διαδίκτυο ή στην άμεση παρέμβαση στο σχολείο, στον τόπο δουλειάς και κατοικίας;

Ερωτήματα σαν αυτά, αλλά και ζητήματα, όπως ο πολύτιμος ρόλος που θα μπορούσε να παίξει το διαδίκτυο στη σχεδιασμένη οικονομία της σοσιαλιστικής κοινωνίας, συζητήθηκαν σε εκδήλωση, που διοργάνωσαν πριν από λίγες μέρες οι Οργανώσεις της ΚΝΕ στους εργαζόμενους των ΜΜΕ και στα πανεπιστημιακά Τμήματα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ και Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου. Στην εκδήλωση μίλησε ο Σταύρος Ξενικουδάκης, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του «Ριζοσπάστη».

Στην εποχή της κυριαρχίας των μονοπωλίων


Το διαδίκτυο είναι ένα μεγαλειώδες επίτευγμα της κοινωνικοποιημένης εργασίας, αλλά και ένας χώρος όπου η παραγωγή, η φύλαξη, η μεταφορά πληροφορίας κάθε είδους, οτιδήποτε και αν αυτή η πληροφορία συμβολίζει, ελέγχονται από το κεφάλαιο, τους μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους, τα κράτη, τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Η αναζήτηση πληροφοριών γίνεται από δυο - τρεις μηχανές αναζήτησης που συγκεντρώνουν πάνω από 95% των σχετικών υπηρεσιών. Το οπτικοακουστικό υλικό βρίσκεται κι αυτό με τη σειρά του αποθηκευμένο σε δυο - τρία μεγάλα site. Πρακτικά ο ίδιος συσχετισμός ισχύει για όλες τις διαδικτυακές υπηρεσίες.

Στον καπιταλισμό, το διαδίκτυο εξελίσσεται με άξονα τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, τον ασφυκτικό του έλεγχο από τα μονοπώλια και τα κρατικά και ιμπεριαλιστικά κέντρα, την αξιοποίησή του ως εργαλείο συλλογής πληροφοριών από κάθε είδους μυστικές υπηρεσίες. Οι εφαρμογές του στην οικονομία, ενώ εμφανίζουν τα φύτρα μιας ανώτερης οργάνωσής της, πνίγονται από το μοναδικό κίνητρο που μπορεί να γνωρίσει η καπιταλιστική παραγωγή, το κίνητρο του κέρδους.

Η σημερινή πραγματικότητα του διαδικτύου, αλλά και το μέλλον του είναι αντανάκλαση της ταξικής πάλης. Το ίδιο και η ενημέρωση που προσφέρει. Μπορεί και πρέπει το διαδίκτυο να χρησιμοποιηθεί και από το εργατικό κίνημα, όμως η αλλαγή στην κοινωνία δεν θα έρθει μέσω του διαδικτύου, παρότι και το διαδίκτυο είναι ένα επιμέρους πεδίο σύγκρουσης. Το αντίθετο θα συμβεί. Η καπιταλιστική κοινωνία είναι ταξική κοινωνία, στην οποία το κεφάλαιο κυριαρχεί πάνω στην κοινωνική εργασία, καθορίζει την πορεία ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, των μέσων πληροφόρησης, μέσα σε αυτά και του διαδικτύου, προκειμένου να διασφαλίσει την κερδοφορία του. Τα κοινωνικά προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν στη ρίζα τους, παρά μόνο με σύγκρουση με το κεφάλαιο, γιατί κεφάλαιο κι εργασία χωρίζονται με αγεφύρωτες αντιθέσεις.

Οι παραδοσιακές υπηρεσίες του δικτύου, όπως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, αλλά και πιο πρόσφατα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιτρέπουν να διαδίδονται εύκολα φήμες, κουτσομπολιά μέχρι και κατασκευασμένες πληροφορίες ως «κοινωνικά πειράματα» για να μελετηθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις, δηλαδή, αν, πώς και σε ποιους θα διαδοθούν. Η απόκρυψη της ταυτότητας από τους απλούς χρήστες (όχι από τις κρατικές υπηρεσίες) επιτρέπει τη διάδοση ακόμα και των μεγαλύτερων ψευδών, καθώς εκείνος που τα πλασάρει δεν χρεώνεται με αυτά, αν τυχόν αποκαλυφθούν. Ολο και περισσότερο τα μονοπώλια φιλτράρουν τις πληροφορίες στο διαδίκτυο, ώστε να δημιουργούν μια εικόνα που βοηθάει την αύξηση της κερδοφορίας τους και τη χειραγώγηση των συνειδήσεων.


Το παράδειγμα του ηλεκτρονικού εμπορίου

Το διαδίκτυο είναι ένα ακόμα πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, στα μονοπώλια, για το ποιος ελέγχει τη ροή της πληροφορίας, ποιος επιδρά και με ποιον τρόπο στα δισεκατομμύρια των χρηστών του διαδικτύου. Ο τομέας της διαφήμισης και του εμπορίου είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Τα μονοπώλια του διαδικτυακού εμπορίου καταχωρούν τις προτιμήσεις των χρηστών για συγκεκριμένα εμπορεύματα, χωρίς συχνά αυτοί ούτε καν να το συνειδητοποιούν, καταγράφοντας το χρόνο παραμονής σε κάθε ιστοσελίδα, τον αριθμό των χτυπημάτων, τη γεωγραφική τους θέση, σε ποια ιστοσελίδα βρίσκονταν πριν, τι ώρα έκαναν το καθετί κ.λπ.

Στόχος τους φυσικά δεν είναι να καταγράψουν τις λαϊκές ανάγκες, αλλά να εντοπίσουν εκείνο το συνδυασμό ποιότητας, τιμής και διαφήμισης που θα μεγιστοποιήσει την κερδοφορία τους. Κάθε κίνηση, κάθε «κλικ», που κάνουμε στο web, στον Παγκόσμιο Ιστό Πληροφοριών, καταγράφεται στο άλλο άκρο της γραμμής.

Στην ουσία καταγράφεται με λεπτομέρεια η διαδρομή μας, που δεν αποκαλύπτει μόνο πού πήγαμε, ποιες ιστοσελίδες επισκεφθήκαμε, αλλά ως ένα βαθμό και τον τρόπο σκέψης μας, τις συνήθειές μας, τις αδυναμίες μας. Αυτό γίνεται με όλο και πιο λεπτομερή τρόπο εδώ και δέκα χρόνια.

Τα μονοπώλια της Silicon Valley ιδρύουν ή χρηματοδοτούν εταιρείες που προσφέρουν δωρεάν εφαρμογές, μόνο και μόνο για να συλλέξουν και να πουλήσουν τα προσωπικά δεδομένα. Σε αυτό οφείλεται ο τόσο μεγάλος αριθμός διαθέσιμων δωρεάν εφαρμογών και παιχνιδιών για έξυπνα κινητά τηλέφωνα, tablet και προσωπικούς υπολογιστές. Βασισμένα σε αυτή την ανάλυση, τα μονοπώλια αποφασίζουν για λογαριασμό μας τι και πώς αξίζει να βλέπουμε στο διαδίκτυο, ή αν δεν αξίζει καν να ασχοληθούν μαζί μας για να μας «σπρώξουν» προϊόντα. Μερικοί χαρακτηρίζουν αυτήν την τάση ως «εξατομίκευση» του διαδικτύου. Δεν είναι όμως ούτε τόσο αθώα, ούτε τόσο ανώδυνη η εξέλιξη αυτή.

Η «Google» κατοχύρωσε το Σεπτέμβρη του 2013 πατέντα, που επιτρέπει τη δυναμική προσαρμογή των τιμών στα διαδικτυακά καταστήματα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ανεβάσει αυτόματα την τιμή ενός προϊόντος, αν με βάση το προφίλ του επισκέπτη του ηλεκτρονικού καταστήματος συνάγει ότι είναι πιο πιθανός αγοραστής από το μέσο χρήστη. Κατ' ανάλογο τρόπο, μπορεί να μειώσει την τιμή για να εξωθήσει τον επισκέπτη σε αγορά προϊόντος που δεν τον ενδιαφέρει πραγματικά, εμφανίζοντάς το ως «ευκαιρία».

Ακολουθώντας ψυχολογικές μεθόδους ενίσχυσης αντιλήψεων, η αόρατη χειραγώγηση μπορεί να γίνει και σε τομείς όπως η αναζήτηση πληροφοριών, με εμφάνιση πρώτων εκείνων των πληροφοριών που ταιριάζουν καλύτερα με το καταγεγραμμένο προφίλ του χρήστη.

Τίποτα, δεν εμποδίζει βέβαια, να χρησιμοποιηθεί το προφίλ ...εκτός προδιαγραφών της πατέντας της «Google», για τη σταδιακή προσαρμογή του διαδικτυακού επισκέπτη, στα επιθυμητά από τα μονοπώλια καταναλωτικά, ιδεολογικά και πολιτικά πρότυπα.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ