ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Απρίλη 2002
Σελ. /32
Κρίση του χάλυβα και όξυνση των ανταγωνισμών

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η κρίση, που μαστίζει τη βιομηχανία χάλυβα διεθνώς, είναι γνωστή από τις αρχές του 2002, όπως και οι προσπάθειες αντιμετώπισής της. Είχε γίνει γνωστό ότι 30 χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή χάλυβα στον κόσμο είχαν συμφωνήσει αρχικά στο Παρίσι, υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ, σε μείωση της παραγωγής, προκειμένου να στηρίξουν την τιμή του προϊόντος, ενώ θα προέβαιναν σε μαζικές απολύσεις. Η οριστική συμφωνία προβλεπόταν να καταληχτεί σε επόμενες συναντήσεις έως τον Απρίλη του 2002.

Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος Μπους ανακοίνωσε την επιβολή δασμών 30% στα εισαγόμενα χαλυβουργικά προϊόντα για μια τουλάχιστον τριετία, αφού ο εισαγόμενος χάλυβας ήταν πολύ φθηνότερος από τον αμερικανικό, προστατεύοντας έτσι τους Αμερικανούς βιομηχάνους και τα κέρδη τους. Με την απόφαση αυτή, ουσιαστικά, απαγορεύεται η εισαγωγή χάλυβα και προϊόντων του, είτε από τις χώρες - μέλη της ΕΕ, είτε από άλλες χώρες, όπως η Βραζιλία, η Ιαπωνία, η Κορέα και η Κίνα.

Αναμενόμενες οι αντιδράσεις της ΕΕ

Η απόφαση των ΗΠΑ προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τις χώρες που έκαναν εξαγωγές χάλυβα στις ΗΠΑ και κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ).

Η ΕΕ προσέφυγε αμέσως στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και ζήτησε την παρέμβασή του για δύο θέματα. Η EE αφ' ενός κατηγορεί τις HΠA ότι παραβιάζουν φάσμα συμφωνιών στο πλαίσιο του ΠOE, συμπεριλαμβανομένου κανονισμού, που απαγορεύει στις χώρες - μέλη να επιβάλλουν εμπορικούς περιορισμούς επιλεκτικά σε κάποιες χώρες. Αφ' ετέρου καλεί για τη διενέργεια διαβουλεύσεων με την Ουάσιγκτον βάσει του Συμφώνου περί Μέτρων Ασφαλείας του ΠOE, το οποίο επιβάλλει στις χώρες, που λαμβάνουν τέτοια μέτρα, για να στηρίξουν συγκεκριμένη εγχώρια βιομηχανία, να παράσχουν αποζημίωση - σε ρευστό ή μειώνοντας τους δασμούς σε άλλες εισαγωγές - προκειμένου να καλύψουν τη ζημία που υφίστανται οι πληγείσες από τα μέτρα χώρες.

Ταυτόχρονα, η ΕΕ απείλησε με την επιβολή δασμών σε αμερικανικά εισαγόμενα προϊόντα, αξίας 2,1 δισ. δολαρίων.

Την περασμένη Πέμπτη ξεκίνησε στην έδρα του ΟΟΣΑ στο Παρίσι ο τέταρτος γύρος των συνομιλιών εκπροσώπων των μεγαλύτερων χαλυβουργιών στον κόσμο, προκειμένου να καταληχτεί η οριστική συμφωνία, σχετικά με τη μείωση της παραγωγής, προκειμένου να ανακάμψουν οι τιμές. Αλλά οι συζητήσεις διεξάγονται ενώ ήδη έχει ξεσπάσει έντονη αντιπαράθεση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ, λόγω των δασμών στις εισαγωγές που επέβαλαν οι ΗΠΑ. Ετσι, από την πλευρά της ΕΕ συνεχίζονται οι απειλές για αντίποινα. Μάλιστα, ο Πασκάλ Λαμί, επίτροπος της ΕΕ για θέματα εμπορίου, τόνισε ότι στην Ευρώπη, τόσο ο πολιτικός κόσμος, όσο και τα ΜΜΕ, πιέζουν να συνδεθεί η αντιπαράθεση, με θέματα όπως το αμερικανικό σύστημα φορολόγησης επιχειρήσεων, για τα οποία έχει απειλήσει η ΕΕ με κυρώσεις υπό τη μορφή δασμών ύψους 4 δισ. δολαρίων.

«Ελευθερία» και προστατευτισμός»

Τα σχόλια του Λαμί έγιναν μια μόλις μέρα πριν την προγραμματισμένη συνάντηση των εμπορικών αρχών της ΕΕ, στην οποία θα εξέταζαν την προοπτική να προχωρήσουν σε αντίποινα κατά των ΗΠΑ, μέχρι τις 18 Ιούνη, αν η κυβέρνησή τους απορρίψει το αίτημα της ΕΕ να αποζημιωθεί για το πλήγμα που δέχεται από την επιβολή δασμών στο χάλυβα, εξετάζοντας ταυτόχρονα και την προοπτική επιβολής δασμών σε αμερικανικά εισαγόμενα στην ΕΕ προϊόντα, σε περίπτωση που ο ΠΟΕ, στον οποίο έχει προσφύγει η ΕΕ τη δικαιώσει, κρίνοντας παράνομους τους δασμούς των ΗΠΑ στο χάλυβα.

Οι εξελίξεις γύρω από την υπόθεση χάλυβα, αποκαλύπτουν για μια ακόμη φορά την ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που είναι αναπόφευκτοι στον καπιταλισμό, και με ιδιαίτερη οξύτητα στο μονοπωλιακό του στάδιο. Ο εμπορικός ανταγωνισμός μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ έχει, βεβαίως, μεγάλο παρελθόν. Στην περίπτωση του «πολέμου της μπανάνας», πριν από μερικά χρόνια, οι ΗΠΑ είχαν προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά της ΕΕ για παράνομη επιδότηση των μπανανών από τις πρώην γαλλικές αποικίες. Τότε, η αμερικανική κυβέρνηση κέρδισε και η ΕΕ υποχρεώθηκε να σταματήσει τις επιδοτήσεις, με αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή των μπανανοκαλλιεργειών των γαλλικών αποικιών. Αλλά και η ΕΕ δεν επιτρέπει τις εισαγωγές βοοειδών από τις ΗΠΑ, με το πρόσχημα των ορμονών που χρησιμοποιούν στην ανάπτυξή τους. Η ουσία, όμως, βρίσκεται στο κυνήγι μεγαλύτερων μεριδίων στην παγκόσμια αγορά από την οποία βεβαίως δεν εξαιρούνται τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι ΗΠΑ και ΕΕ.

Ταυτόχρονα στην προκειμένη περίπτωση, αποκαλύπτεται πως τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη με τις κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις επιδιώκουν την ελευθερία κίνησης των εμπορευμάτων τους, στη διεθνή αγορά, προκειμένου να αυξάνουν τις εξαγωγές τους, αλλά όταν κινδυνεύουν οι δικές τους επιχειρήσεις δε διστάζουν να επιβάλουν μέτρα του πιο σκληρού προστατευτισμού.

Απαισιόδοξος ο Αλαν Γκρίνσπαν

Ο Αλαν Γκρίνσπαν, πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, δεν είναι βέβαιος ότι θα ανακάμψει ταχέως η οικονομία των ΗΠΑ και το εξέφρασε καταθέτοντας σε Επιτροπή στο Κογκρέσο, λέγοντας ότι υπάρχει ακόμα αβεβαιότητα γύρω από το ρυθμό με τον οποίο θα αναπτυχθεί μέχρι το τέλος του 2002.

«Ο βαθμός της ενίσχυσης της τελικής ζήτησης, είπε ο Α. Γκρίνσπαν, που είναι ουσιώδες διακριτικό στοιχείο μιας παρατεταμένης οικονομικής ανάπτυξης, παραμένει αβέβαιος». Παράλληλα, υπογράμμισε ότι το χαμηλό ενεργειακό κόστος που σε συνδυασμό με τα μειωμένα αμερικανικά επιτόκια συνεισέφεραν στην έξοδο της ομοσπονδιακής οικονομίας από την ύφεση που γνώρισε στο τέλος του 2001, «μπορούν τους αμέσως ερχόμενους μήνες να διαμορφωθούν λιγότερο ευνοϊκά».

Τις εκτιμήσεις του αυτές τις στηρίζει στην «άνοδο της βραχυπρόθεσμης τιμής του πετρελαίου στις μεγάλες διεθνείς αγορές μετά το μέσον του Γενάρη, φέτος», που θα οδηγήσουν σε «υψηλά ενεργειακά τιμολόγια», τα οποία «υπονομεύουν τον καταναλωτισμό των αμερικανικών νοικοκυριών». Μάλιστα, ο Α. Γκρίνσπαν υπενθύμισε ότι όλων των μειώσεων του ρυθμού ανάπτυξης της ομοσπονδιακής οικονομίας στις ΗΠΑ, μετά το 1973, προηγήθηκαν αισθητές ανατιμήσεις της τιμής του «μαύρου χρυσού».

Πτώση των πωλήσεων της ΝΟΚΙΑ

Ασχημα μαντάτα για τη Nokia, η οποία αναθεωρεί προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τις φετινές πωλήσεις της αλλά και τις πωλήσεις κινητών τηλεφώνων παγκοσμίως.

Η κορυφαία, παγκοσμίως, εταιρία συσκευών κινητής τηλεφωνίας εκτιμά ότι οι πωλήσεις κινητών τηλεφώνων παγκοσμίως στο 2002 θα κυμανθούν σε 400 με 420 εκατ. συσκευές από 420 με 440 εκατ. συσκευές που έκανε λόγο η προηγούμενη εκτίμησή της.

Τον περασμένο Γενάρη, η Nokia προέβλεψε αύξηση των πωλήσεων της φέτος κατά 15% τόσο στον τομέα κινητών τηλεφώνων όσο και σε αυτόν των δικτύων. Οι σημερινές εκτιμήσεις μιλούν για αύξηση 5 με 10% των πωλήσεων στον πρώτο τομέα κινητών τηλεφώνων και 0 με 5% στον τομέα των δικτύων.

Τα καθαρά κέρδη της σημείωσαν το πρώτο τρίμηνο του 2002 μείωση, ανερχόμενα σε 863 εκατ. ευρώ από 975 εκατ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα.

Το πρώτο τρίμηνο του 2002 οι πωλήσεις των δικτύων είχαν πτώση κατά 25% και η πτώση αυτή χαρακτηρίζεται απογοητευτική.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ